Είμαι ό, τι διαβάζω...


Πέταξε από πάνω του τα ρούχα του. Δε μπορούσε να θυμηθεί την τελευταία φορά που φόρεσε κάτι άλλο... Πάντα το ίδιο μαύρο ξεθωριασμένο σακάκι, το ίδιο μαύρο τσαλακωμένο πουκάμισο, το ίδιο σκισμένο τζην παντελόνι. Τα κλώτσησε, πήρε στο χέρι του ένα μπουκάλι κρασί και βυθίσθηκε στο καυτο νερό της μπανιέρας. Έπινε από το μπουκάλι με αργές κινήσεις και χανόταν στις σκέψεις του. Προσπαθούσε να αποκρυπτογραφήσει τα όνειρα που έβλεπε εδώ και μήνες. Όνειρα που του είχαν αλλάξει τη ζωή. Δεν ήταν πια ο ίδιος. Δεν μπορούσε να είναι πια ο ίδιος. Πίστευε πως είχε αρχίσει να τρελλαίνεται.

-Μήπως, έχω χάσει το μυαλό μου; Μα, είναι απλά όνειρα! Γιατί τους δίνω τόση σημασία; Γιατί με τρομάζουν τόσο;

Όλα άρχισαν εκείνο το βράδυ του πόνου. Προσπαθώ να μην το συγχέω με τα όνειρα κοιτάζοντας τις φωτογραφίες μας. Εκείνη υπήρξε. Ναι, αγγίζω τη φωτογραφία.

Εκείνη, υπήρξε!

Ανηφόριζα τα στενά σοκάκια της Πλάκας, όπως σχεδόν κάθε βράδυ, αναζητώντας στα ερείπια του παρελθόντος να συνθέσω το παζλ του εαυτού μου. Ακόμα έχω αυτή τη μανία να αναζητώ τον εαυτό μου στο παρελθόν, σε αυτούς που έζησαν με πάθος τη ζωή, που ερωτεύθηκαν, δημιούργησαν, μίσησαν και κατέστρεψαν, πάντα δίχως μέτρο, σαν τα παιδιά... Ελεύθερα. Ή, έτσι νόμιζα.... Πάντα έπαιρνα δύναμη στη σκέψη ότι εγώ κουβαλώ μέσα μου κάτι από τον πονεμένη για τη χαμένη του αγάπη μελωδία του Ορφέα, ότι το ίδιο θαλασσινό αεράκι που χάιδευε το πρόσωπο του Αιγαία, καθώς αυτός με αγωνία αναζητούσε να αντικρύσει αν το σπλάχνο του ήταν ακόμα ζωντανό...

Παναγιώτης Φούκας 

Σχόλια