Dark Souls III

του Φωκίωνα "Dismiss" Χαροκόπου

Ξέρω τι θα πείτε: τυπικά η σειρά έχει κάνει ήδη το πέρασμά της στη νέα γενιά με το Bloodborne του Miyazaki που κυκλοφόρησε ήδη αποκλειστικά για το PS4. Όμως, παρά τις τεράστιες ομοιότητες και τη σχεδόν ίδια δομή, το Bloodborne και το Dark Souls, η σειρά από την οποία ξεπήδησε, έχουν και τεράστιες διαφορές. To Dark Souls αγκαλιάζει μεν το κλασικό μεσαιωνικό στυλ, αλλά το εμπλουτίζει με στοιχεία τρόμου και σκοτεινής φαντασίας. Το Bloodborne αφήνει πίσω του τον χιλιοπαιγμένο Μεσαίωνα και εστιάζει στον τρόμο. Το Dark Souls έχει να προσφέρει μια τεράστια ποικιλία όπλων και εξοπλισμού. Το Bloodborne εστιάζει σε λίγα, σαφώς πιο ευρηματικά (και εντυπωσιακά) αντικείμενα. To Dark Souls καλλιεργεί ένα πιο προσεκτικό, αμυντικογενές στυλ παιχνιδιού. Το Bloodborne ενθαρρύνει και ανταμείβει τη γρήγορη κίνηση και τις τακτικές αντεπίθεσης.


Αυτή η σύντομη σύγκριση είναι μάλλον απαραίτητη, καθώς η επιστροφή στον κόσμο του Dark Souls -με τη μηχανή γραφικών του Bloodborne- φέρνει μαζί της μια ιδιαίτερη συγκίνηση, μια ευπρόσδεκτη οικειότητα, αλλά και μια κάπως άβολη αίσθηση σε όσους δοκίμασαν και τους δύο νέους τίτλους της From Software. Μετά το Bloodborne, το Dark Souls III μοιάζει σαν μια διαφορετική εμπειρία. Όχι ποιοτικά διαφορετική με την έννοια του Dark Souls II, όπου υπήρχαν μεγάλες διαφορές στους μηχανισμούς (μάλλον προς το καλύτερο) και στο σχεδιασμό (σαφώς προς το χειρότερο), αλλά συναισθηματικά διαφορετική, σαν να επιστρέφεις σε ένα αγαπημένο μέρος και να το βλέπεις τόσο αλλαγμένο που σε σοκάρει.

Βέβαια, αυτό είναι με κάποιον τρόπο και το ζητούμενο στο τρίτο και τελευταίο, κατά πάσα πιθανότητα, Dark Souls. Αν το πρώτο Dark Souls σας είχε φανεί μελαγχολικό, εδώ προσεγγίζουμε τα όρια της… θλίψης. Ωστόσο, είναι μια γλυκιά θλίψη, γιατί το (επισήμως) τρίτο παιχνίδι της σειράς δεν είναι απλά μια συνέχεια, όπως το Dark Souls II. Δεν είναι το σχεδόν υποχρεωτικό sequel ενός επιτυχημένου τίτλου, το οποίο ακολουθεί μηχανικά τη συνταγή αυτής της επιτυχίας και προσφέρει ένα ποιοτικό μεν, αλλά συγκριτικά άψυχο παιχνίδι. Είναι ένας τίτλος που καλείται να γίνει το απόγειο μιας σειράς που ήρθε από το πουθενά και δημιούργησε μια δική της σχολή, κόντρα στις επικρατούσες mainstream τάσεις.

Ήδη από τα πρώτα λεπτά του παιχνιδιού, είναι φανερό ότι το Dark Souls III στοχεύει πρώτα στην ψυχή της εμπειρίας και μετά σε οτιδήποτε άλλο. Το παιχνίδι μαντεύει με τον πιο σατανικό τρόπο τον τρόπο σκέψης του έμπειρου παίκτη και δεν διστάζει να ανακατέψει την τράπουλα. Μετά από ένα μάλλον συγκαταβατικό αρχικό tutorial, το οποίο προς τιμήν του δεν επαναλαμβάνει τα ίδια κόλπα που μας είχαν σοκάρει στο Demon’s Souls και στο πρώτο Dark Souls, ο παίκτης καλείται να αποδείξει από την αρχή τη δέσμευσή του με μια δύσκολη μάχη που όμως βγαίνει αρκετά ομαλά αν ακολουθηθούν ορισμένοι απλοί κανόνες. Ουσιαστικά, πρόκειται για τους βασικούς κανόνες μάχης του Dark Souls: προσέχουμε, αποφεύγουμε, μπλοκάρουμε όταν δεν μπορούμε να αποφύγουμε, αντιδρούμε. Στη συνέχεια, ο κόσμος του Lothric ανοίγει για άλλη μια φορά. Σε αντίθεση με τους προηγούμενους τίτλους όπου οι δημιουργοί αντιμετώπιζαν τον κόσμο του παιχνιδιού σαν μια νέα χώρα που έπρεπε να κατακτηθεί από την αρχή, στο Dark Souls III, ο Hidetaka Miyazaki και η ομάδα του δείχνουν να έχουν αποδεχτεί την επιτυχία και την αποδοχή του τίτλου ακόμα και από το λιγότερο σκληροπυρηνικό κοινό. Πλέον, ο κόσμος του παιχνιδιού αγκαλιάζει πλήρως την ιστορία του και δεν της κλείνει απλά το μάτι. Ακόμα και με την τόσο αφαιρετική αφήγηση που χαρακτηρίζει τη σειρά, το Lothric έχει πλέον τη δική του ιστορία, τη δική του μυθολογία και τις δικές του αξιομνημόνευτες στιγμές που δεν διστάζει να επικαλεστεί στον νέο τίτλο με τρόπο που θα ήταν συγκινητικός, αν δεν υπήρχε πάντα αυτή η μόνιμη αγωνία για επιβίωση.
Μετά από το Demon’s Souls στο PS3, δύο τίτλους Dark Souls και το Bloodborne στο PS4, δεν χρειάζεται να αναφερθούμε πλέον στα βασικά. Ναι, το Dark Souls III εξακολουθεί να είναι ένα action RPG με ένα αριστοτεχνικά απλό, αλλά και περίτεχνο σύστημα μάχης που επιτρέπει σχεδόν άπειρες τακτικές και προσεγγίσεις. Ναι, εξακολουθεί να τιμωρεί κάθε λάθος και να βάζει εμπόδια στον παίκτη, αλλά πλέον δεν έχει νόημα να εστιάζουμε σε αυτό. Άλλωστε, όλοι γνωρίζουν πλέον ότι από ένα σημείο και μετά, αν ο παίκτης έχει αρκετή υπομονή, μπορεί να αποκτήσει τεράστια ισχύ που θα του επιτρέψει να προχωρήσει αβίαστα στο παιχνίδι, με την εξαίρεση ορισμένων πιο σκηνοθετημένων αναμετρήσεων. Και του PvP, φυσικά, αλλά αυτό είναι μια άλλη υπόθεση.
Το Dark Souls III έχει ένα σαφώς πιο εκλεπτυσμένο, αλλά και ελαφρώς πιο περίπλοκο, σύστημα μάχης, το οποίο περιλαμβάνει περισσότερες κινήσεις, περισσότερες τεχνικές και περισσότερα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά σε κάθε όπλο, πέρα από τα προφανή. Στην ορολογία του παιχνιδιού αυτές οι νέες τεχνικές λέγονται Weapon Arts και στην ουσία πρόκειται για ιδιόμορφα "ξόρκια" (καταναλώνουν και μάνα) τα οποία προσφέρουν περισσότερες επιλογές σε κάθε όπλο. Αυτές οι επιλογές ορισμένες φορές γενικεύουν και άλλες εξειδικεύουν τη χρησιμότητά του, ανάλογα με την περίπτωση. Για παράδειγμα, τα μεγάλα, βαριά σπαθιά δεν προσφέρουν πλέον μόνο πλεονέκτημα εμβέλειας και ζημιάς. Με το πάτημα ενός πλήκτρου, ο παίκτης μπορεί να χρησιμοποιήσει μια νέα κίνηση προσέγγισης, η οποία αυξάνει την άμυνά του και του επιτρέπει να διαχειριστεί πιο εύκολα τους μικρούς και πιο γρήγορους εχθρούς. Τα απλά σπαθιά έχουν μια νέα στάση που επιτρέπει την εκτέλεση κινήσεων που σπάνε την άμυνα του αντιπάλου. Τα γιαταγάνια επιτρέπουν στον παίκτη να χρησιμοποιεί δύο όπλα ταυτόχρονα, αντί να κρατάει το ίδιο με τα δύο χέρια. Παρόμοιες παραλλαγές προσφέρουν τα μαχαίρια, αλλά και οι ασπίδες, ανάλογα με τα όπλα με τα οποία συνδυάζονται. Σε όλα αυτά έρχονται να προστεθούν νέα ξόρκια, νέες φορτισμένες επιθέσεις και, φυσικά, άπειρα σπάνια αντικείμενα που πρέπει να χρησιμοποιήσετε για να αναβαθμίσετε τα ήδη σπάνια όπλα σας.
Όπως πάντα, η From σχεδιάζει κάθε περιβάλλον ώστε να υπάρχει περιθώριο να συμβεί το απρόβλεπτο. Υπάρχουν φυσικά και οι κλειστοφοβικοί χώροι, αλλά στην πλειοψηφία του, το παιχνίδι προσφέρει σκηνικά που έχουν αρκετό χώρο ώστε να δημιουργηθεί το λεγόμενο emergent gameplay, είτε πρόκειται για μια ευνοϊκή σύμπτωση ή για μια «στραβή» που θα κάνει τον παίκτη να θέλει να εκσφενδονίσει το χειριστήριό του στον πλησιέστερο τοίχο. Πέρα από τη δυσκολία και την τακτική δεινότητα, αυτό είναι ένα εξίσου σημαντικό στοιχείο που προσωπικά θεωρώ ότι στηρίζει και δίνει ιδιαίτερο χαρακτήρα στην όλη εμπειρία. Όσο για τους εχθρούς που κατοικούν στον κόσμο του Dark Souls III, σίγουρα υπάρχει μια κάποια ανακύκλωση ιδεών, αλλά κάθε παιχνίδι της From εξακολουθεί να έχει περισσότερα ευρηματικά τέρατα και μεγαλύτερη ποικιλία αναμετρήσεων από οποιοδήποτε πρόσφατο RPG. Πραγματικά, είναι να απορεί κανείς γιατί δεν μπορούν και άλλοι δημιουργοί να δώσουν την ίδια σημασία στα πλάσματα που σε τελική ανάλυση προσφέρουν σε έναν κόσμο την προσωπικότητά του. Δεν λέω, ωραία η αφήγηση και οι καλογραμμένες ατάκες, αλλά στο συγκεκριμένο τομέα η From ίσως είναι η μοναδική ομάδα ανάπτυξης που έχει πιάσει το νόημα. Μια αναμέτρηση γίνεται σαφώς πιο αξέχαστη όταν ο αντίπαλος σού προκαλεί μια κάποια συναισθηματική αντίδραση. Παρόλα αυτά, αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την ψυχεδέλεια και τον εφιαλτικό σχεδιασμό των τεράτων στο Bloodborne, οι δεκάδες παραλλαγές των νεκροζώντανων στο Dark Souls III μοιάζουν λίγο πεζές, αν και οι ομαδικές συμπεριφορές τους είναι κάπως πιο ενδιαφέρουσες από όσο στο παρελθόν.

Σημαντικές αλλαγές έχουν γίνει και στο PvP, οι οποίες μάλλον έχουν διχάσει το κοινό του παιχνιδιού. Από τη μία πλευρά, ίσως είναι η πρώτη φορά που το κομμάτι του PvP αντιμετωπίζεται και επισήμως ως πραγματικό μέρος της εμπειρίας. Υπάρχουν περισσότερα Covenant που εστιάζουν στις αναμετρήσεις μεταξύ παικτών και προσφέρουν πολύ πλούσιες ανταμοιβές, ενώ το παιχνίδι περιλαμβάνει ζώνες όπου το PvP έρχεται στο προσκήνιο για όλους τους συνδεδεμένους παίκτες. Από την άλλη, είναι πολύ πιο εύκολο να δημιουργηθούν ομάδες και αυτό χαλάει τα σχέδια σε όσους πέρασαν ατελείωτες ώρες φτιάχνοντας τον χαρακτήρα τους για να γίνουν ο φόβος και ο τρόμος. Δυστυχώς, στο PC που δοκιμάσαμε τον τίτλο, το hacking είναι αρκετά διαδεδομένο, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ελάχιστα περιθώρια έμπρακτης θετικής συμπεριφοράς, αφού τα δώρα που μπορεί να σας χαρίσει κάποιος άλλος παίκτης θα μπορούσαν να είναι τροποποιημένα και να «μολύνουν» τα αποθηκευμένα παιχνίδια σας. Υπάρχουν πάρα πολλές αναφορές για παίκτες που σήκωσαν κάποιο αντικείμενο από το έδαφος και μετά βρέθηκαν με softban στο λογαριασμό τους. Δεν υπάρχουν αντίστοιχες αναφορές για τις εκδόσεις των κονσολών, αλλά δεν αποκλείεται να συμβεί κάποια στιγμή, όπως με το Diablo.

Μια που αναφερθήκαμε συγκεκριμένα στην έκδοση για υπολογιστές, πρέπει να επισημάνουμε ότι το Dark Souls III είναι ο πρώτος τίτλος της σειράς που έχει συμπεριλάβει τις προδιαγραφές των υπολογιστών στον αρχικό του σχεδιασμό. Δεν υπάρχουν λειτουργικά bugs λόγω της απόδοσης στα 60 καρέ των δευτερόλεπτο, ενώ η ταχύτερη κίνηση του παιχνιδιού αναδεικνύεται ιδανικά σε έναν ικανό υπολογιστή που μπορεί να τρέξει το παιχνίδι με αυτό το frame rate. Για πρώτη φορά (εξαιρώ το Scholar of the First Sin που είχε κι αυτό τα θεματάκια του, παρόλο που διορθώθηκαν), το Dark Souls δείχνει πραγματικά να "ανήκει" στα PC. Μπορεί να μην είναι τόσο τολμηρό στα γραφικά (προφανώς λόγω multiformat ανάπτυξης) και να μην φορτώνει τόσο πολύ την εικόνα με εφέ όσο το Bloodborne που δεν κυκλοφόρησε για PC, αλλά είναι φανερό ότι η νέα μηχανή της From Software έχει επιτέλους την κλιμακωτή απόδοση που χρειάζεται για να αξιοποιήσει το πιθανώς ισχυρότερο hardware ενός υπολογιστή.

Θίξαμε πολλά θέματα σε αυτό το review, αλλά κάποιος που δεν είναι εξοικειωμένος με τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των Dark Souls ίσως νιώθει ότι δεν αναλύσαμε αρκετά τον βασικό πυρήνα του παιχνιδιού, κάτι λογικό για μια επιτυχημένη σειρά που πλέον έχει φτάσει στο τρίτο της μέρος, με διάφορα άτυπα prequel και spin-off (ας τα πούμε έτσι για λόγους ευκολίας). Σε αυτούς τους αναγνώστες, αλλά και σε όσους θέλουν ένα επιγραμματικό κλείσιμο, έχω να πω τα εξής: μαζί (και παράλληλα) με το Bloodborne, το Dark Souls III είναι το μεγαλειώδες φινάλε της πιο δυναμικής και ατμοσφαιρικής εμπειρίας που έχει να μας προσφέρει ο χώρος των action RPG. Μπορείτε να το απολαύσετε μόνο του ή να αγκαλιάσετε την αφηγηματική του υπόσταση και να κλείσετε με αυτό έναν κύκλο μοναδικών εμπειριών. Από πολλές απόψεις, είναι η πιο ιδανική σύμπραξη της ανατολικής και της δυτικής κουλτούρας, δύο διαμετρικά διαφορετικών σχολών που σήμερα έχουν έρθει πιο κοντά από ποτέ, με τα πάνω τους και τα κάτω τους. Είναι ένας τίτλος που συνδυάζει την αγνή αξία της πρόκλησης των κλασικών παιχνιδιών του "άλλοτε" με τη μεγαλοπρέπεια, την αυτοπεποίθηση και την ατμόσφαιρα του πιο αλληλεπιδραστικού μέσου ψυχαγωγίας της εποχής μας. Κάποια πράγματα θα σας μαγέψουν, κάποια άλλα θα σας εξοργίσουν. Ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα, σας περιμένουν αμέτρητα άλλα συναισθήματα. Νιώστε τα.

Θετικά
Ουσιαστικές βελτιώσεις στο ήδη κορυφαίο σύστημα μάχης, ασύγκριτη υλοποίηση του κόσμου και των πλασμάτων, ατμόσφαιρα.
Αρνητικά
Λιγότερα bosses από άλλους τίτλους της σειράς, λίγο άτολμο σε σημεία. 

http://www.byteme.gr/game-review/dark-souls-iii


Σχόλια