Ηλίας Ζούρος «Δεν γίνεται να υποφέρει η χώρα και να ανθεί ο επαγγελματικός αθλητισμός»

Ε ΗΛΙΚΙΑ 34 ετών ο κ. Ηλίας Ζούρος ανέλαβε κοτζάμ Ολυμπιακό!Ηταν καλοκαίρι του 2000 όταν ο κ. Σωκράτης Κόκκαλης του έδωσε το χρίσμα του πρώτου προπονητή και αυτός άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά αψηφώντας τις αναπόφευκτες συγκρίσεις που δημιουργούσε η διαδοχή του κ. Γιάννη Ιωαννίδη. Προσφάτωςο περυσινός
«κόουτς της χρονιάς» με τον Πανελλήνιο στο Εurocup συμφώνησε να εργαστεί στη Ζαλγκίρις Κάουνας, ωστόσο στον επαγγελματικό αθλητισμό δεν ισχύει πάντοτε το «αφού τα είχε καταφέρει τότε στον Ολυμπιακό,δεν θα έχει πρόβλημα στη Λιθουανία». Ο ιδιοκτήτης της Ζαλγκίρις κ. Βλαντίμιρ Ρομανόφ αλλάζει τους προπονητές... σαν τα πουκάμισα-ο μέσος όρος του είναι
τρεις ανά χρόνο (!)-, ενώ η δικαιοδοσία του δεν περιορίζεται στο διοικητικό κομμάτιαλλά συχνά επεκτείνεται και στο αγωνιστικό.Για την απόφασή του να αφήσει τη θερμή Αθήνα για το παγωμένο Κάουνας,για τα ερεθίσματα που δέχθηκε από τα ταξίδια του στο ΝΒΑ και το τελματωμένο ελληνικό πρωτάθλημα ο κ. Ζούρος μιλάει στο «Βήμα της Κυριακής».

Μετά τη συντριβή από τον Παναθηναϊκόο συνάδελφός σας στον Πανιώνιο κ. Γιώργος Μπαρτζώκας υποστήριξε ότι οι οικονομικές συνθήκες αναγκάζουν τους περισσότερους προπονητές να υποβάλλουν τους εαυτούς τους σε εκπτώσεις.Να υποθέσουμε ότι γι΄ αυτό προτιμήσατε τον δρόμο της ξενιτιάς;

«Το βασικότερο στοιχείο στη δουλειά μας είναι οι καλές συνθήκες. Θα μπορούσα να εργαστώ σε σύλλογο της Ελλάδας, αλλά αποφάσισα να αναζητήσω μια ομάδα στο εξωτερικό ώστε να εξασφαλίσω καλύτερο εργασιακό περιβάλλον και να ανοίξω την αγορά και για άλλους έλληνες συναδέλφους μου. Το καλοκαίρι βρέθηκα κοντά σε δύο ευρωπαϊκές ομάδες, αλλά η συνεργασία δεν ευοδώθηκε, οπότε έπρεπε να κάνω υπομονή ώσπου να προκύψει ανοικτή θέση στη Ζαλγκίρις Κάουνας».

- Παρ΄ όλα αυτά, αξιοποιήσατε τον ελεύθερο χρόνο σας ταξιδεύοντας για πολλοστή φορά στις ΗΠΑ, όπου παρακολουθήσατε δύο πολύ αξιόλογα προπονητικά προγράμματα.

«Ναι, είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω από κοντά τον τρόπο δουλειάς δύο εξαιρετικών προπονητών, του Γκρεγκ Πόποβιτς στο Σαν Αντόνιο και του Μάικ Ντ΄ Αντόνι στη Νέα Υόρκη. Ηταν καταπληκτική εμπειρία και βγήκα ωφελημένος από αυτά που είδα στις δύο ομάδες. Οι άνθρωποι στο ΝΒΑ απέχουν έτη φωτός από την Ευρώπη».

- Θα μπορούσατε να γίνετε πιο συγκεκριμένος;

«Είναι μπροστά σε όλα: στην τακτική, στην προετοιμασία, στις εγκαταστάσεις, στην οργάνωση, στην καθημερινότητα, στις λεπτομέρειες, στο πώς βλέπουν εν γένει τα πράγματα. Στη Νέα Υόρκη είχα την ευκαιρία να ζήσω από κοντά έναν κατ΄ εξοχήν επιθετικό προπονητή και στο Σαν Αντόνιο έναν άνθρωπο που επιβάλλει στους Σπερς στρατιωτική πειθαρχία και δίνει ξεκάθαρη έμφαση στην άμυνα».

- Ξέρετε τι έχουμε ακούσει από διεθνείς παίκτες για εσάς; Οτι ο κ. Ζούρος είναι γνώστης του μπάσκετ, ψάχνεται διαρκώς, έχει σαφείς επιρροές από το αμερικανικό μπάσκετ και πολλές φορές τα συστήματα που μας μαθαίνειάλλοι προπονητές τα εφαρμόζουν την επόμενη χρονιά...

«Αυτό πραγματικά με κολακεύει. Δεν υπάρχει σημαντικότερο πράγμα στη δουλειά μας από την αναγνώριση των παικτών. Χαίρομαι ειλικρινά που το λένε και είναι πολύ σπουδαίο να ευχαριστιούνται από τον τρόπο δουλειάς του προπονητή γιατί χωρίς τους παίκτες δεν μπορεί να γίνει τίποτε. Ούτε οι πρόεδροι ούτε ο κόσμος αλλά οι παίκτες είναι οι καλύτεροι κριτές».

- Δύο φορές διαγνώσατε προβλήματα στο ελληνικό πρωτάθλημα. Το 2004 είχατε συμφωνήσει με το Περιστέριαλλά αποχωρήσατε και η ομάδα αγωνίστηκε στην Α2 λόγω χρεών, ενώ το καλοκαίρι του 2010 δεν συνεχίσατε στον Πανελλήνιο,ο οποίος αντιμετωπίζει δυσκολίες, μετακόμισε στη Λαμία και ακόμη δεν έχει ορθοποδήσει αγωνιστικά...

«Η εικόνα που περιγράψατε συνδέεται άμεσα με τις συνθήκες εργασίας που λέγαμε προηγουμένως. Οταν λοιπόν δεν είναι οι κατάλληλες, κρίνεις και αποφασίζεις ώστε να κάνεις κάτι που πραγματικά σε ευχαριστεί. Τα δύο παραδείγματα που αναφέρατε είναι χαρακτηριστικά. Το Περιστέρι εκείνη τη χρονιά χρεοκόπησε και πάλι τότε είχα προτιμήσει να ταξιδέψω στην Αμερική για επιμόρφωση, ενώ στον Πανελλήνιο, μετά τη συμμετοχή στο φάιναλ φορ του Εurocup και την καθυστέρηση του χτισίματος της νέας ομάδας, θεώρησα ότι αν έμενα δεν θα μπορούσαμε να αποδώσουμε το ίδιο με τις δύο προηγούμενες χρονιές».

- Μήπως οι επαναλαμβανόμενες αναφορές γύρω από την κρίση από τους παράγοντες που καθοδηγούν τους συλλόγους και διακονούν το ελληνικό μπάσκετ τείνουν να γίνουν άλλοθι;

«Οχι, δεν είναι άλλοθι αλλά πραγματικότητα. Δεν γίνεται να υποφέρει η χώρα και να ανθεί ο επαγγελματικός αθλητισμός. Πρέπει όμως να αναπροσαρμοστούν κάποια πράγματα, να σταθεροποιηθούν οι συνθήκες δουλειάς, να δημιουργηθούν τμήματα υποδομών στους συλλόγους, όπως συμβαίνει στο εξωτερικό. Να ξαναχτιστεί το ελληνικό μπάσκετ σε σωστές βάσεις για να αποκτήσει υγεία. Δεν γίνεται να συντελείται πρόοδος όταν υπάρχουν μόνο κάποιοι εύρωστοι οικονομικά πρόεδροι, κάποιες οικογένειες που συντηρούν το άθλημα. Χρειάζονται μάρκετινγκ, χορηγικά προγράμματα, οργάνωση για να γίνει το προϊόν πιο ελκυστικό και να επιστρέψει ο κόσμος στα γήπεδα».

- Στο Τop16 της Ευρωλίγκαςαντιμετωπίσατε προσφάτως τον Ολυμπιακό και γνωρίσατε την ήττα (71-64), παρά την υπερπροσπάθεια που κατέβαλαν οι παίκτες σας ανατρέποντας διαφορά 24 πόντων. Ποια εικόνα έχετε σχηματίσει για τους δύο ισχυρούς του ελληνικού μπάσκετΠαναθηναϊκό και Ολυμπιακό; Δικαιούνται να ορέγονται τη συμμετοχή στο φάιναλ φορ;

«Φυσικά! Είναι δύο πολύ καλές ομάδες και αυτό δεν το καταθέτω επειδή είμαι Ελληνας ούτε γιατί θέλω να γίνω διπλωμάτης. Αμφότερες έχουν στους πάγκους τους δύο εξαιρετικούς προπονητές, διαθέτουν ποιότητα και εμπειρία και, παρά την ήττα του Ολυμπιακού από τη Φενέρ στο ΣΕΦ, πιστεύω ότι είναι στο χέρι και των δύο να ταξιδέψουν στη Βαρκελώνη για το φάιναλ φορ».

- Βηρυτός,Παρίσι και τώρα Κάουνας.Εχετε πλούσιο...αγροτικό σε πόλεις του εξωτερικού. Τι θα λέγατε για καθεμιά χωριστά;

«Στον Λίβανο υπήρχε μεγάλη πίεση για το αποτέλεσμα. Η ομάδα μου, η Σαγκέσε, έπρεπε να πάρει το πρωτάθλημα. Ολοι ασχολούνται με το μπάσκετ και υπό αυτό το καθεστώς καταφέραμε να πάρουμε όλους τους τίτλους. Στο Παρίσι η Ρασίνγκ είχε θέσει άλλες προτεραιότητες. Προσπαθούσε να επιβιώσει εν μέσω πολλών οικονομικών προβλημάτων, να ξαναχτιστεί από την αρχή. Αντιμετώπισα πιο ήρεμη κατάσταση, στο Παρίσι ήταν όλα πιο νορμάλ. Στο Κάουνας είμαι λίγες ημέρες και ακόμη δεν έχω προλάβει να ζήσω πολλά πράγματα. Το βέβαιον είναι ότι ο σύλλογος και ο κόσμος έχουν υψηλές απαιτήσεις. Απαιτούν την επιτυχία».

- Πόσο τυχερός αισθάνεστε που βρίσκεστε σε μια πόλη, το Κάουνας, η οποία λατρεύει το μπάσκετ;

«Το διαπίστωσα στο παιχνίδι με τον Ολυμπιακό για την Ευρωλίγκα. Η ατμόσφαιρα ήταν μαγική. Η πόλη είναι μικρή και ζει και αναπνέει για το μπάσκετ, όπως και ολόκληρη η χώρα, η οποία έχει πανηγυρίσει μεγάλες στιγμές μέσα από τις επιτυχίες της Εθνικής Λιθουανίας και έχει αναδείξει σπουδαίους σουπερστάρ του παγκόσμιου μπάσκετ».

- Ποιος είναι ο... κακός δράκος στις παραμυθένιες συνθήκες που μας περιγράφετε; Μήπως ο ιδιοκτήτης της Ζαλγκίρις που έχει για χόμπι να ανακατεύεται στη δουλειά του εκάστοτε προπονητή; «Οχι, δεν θα το έλεγα. Το κακό είναι ότι ήλθα στην ομάδα κάπως αργά. Είναι πολύ δύσκολο να προπονείς τους παίκτες επιχειρώντας να περάσεις τη φιλοσοφία σου και την ίδια στιγμή να υπάρχουν τόσες αγωνιστικές υποχρεώσεις. Η Ζαλγκίρις συμμετέχει στο πρωτάθλημα Λιθουανίας, στο Κύπελλο, στη Βαλτική Λίγκα και στην Ευρωλίγκα. Πώς να προλάβεις να αντεπεξέλθεις σε όλα αυτά και ενδιαμέσως να πρέπει να πιέζεις και τους παίκτες στην προπόνηση;».

- Ακούμε, πάντως, ότι ο κ. Ρομανόφ είναι... περίπτωση! Μέσα σε ενάμιση χρόνο έχει αλλάξει έξι προπονητές. Πόσο δύσκολη γίνεται η δουλειά σας όταν αισθάνεστε πως υπάρχει μια δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι σας; Και ποιο είναι το δικό σας στοίχημα στο Κάουνας;

«Το στοίχημά μου είναι να καταρρίψω το ρεκόρ του Ατσο Πέτροβιτς, δηλαδή... τέσσερις μήνες! Γνωρίζω τον βαθμό δυσκολίας και αντιλαμβάνομαι ότι μπορεί κι εγώ να αποτελέσω στατιστικό. Είναι όμως μια πρόκληση να δουλεύεις σε έναν ιστορικό σύλλογο όπως η Ζαλγκίρις, να συμμετέχεις στο Τop 16 της Ευρωλίγκας και να διεκδικείς τους εγχώριους τίτλους. Μεγάλη εμπειρία».

http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=5&artId=381309&dt=30/01/2011

Σχόλια