Ελληνες μα τον Αγιο (Παντελεήμονα)


Δύο λέξεις που έχουν πάρει διαστάσεις σκοτεινού μύθου: Αγιος Παντελεήμονας. Τι σημαίνει όμως να ζεις εκεί; Και εκτός από μια δύσκολη καθημερινότητα να βιώνεις και τον σουρεαλιστικό ρατσισμό που αναπτύσσουν απέναντί σου οι Αθηναίοι από άλλες γειτονιές; Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι των Κάτω Πατησίων τελικά δεν το βάζουν κάτω.

«Α, έχετε και φωτάκια, ε;» είπε κάτοικος Αλσούπολης στη βέρα κατωπατησιώτισσα κοπέλα του, αντικρίζοντας τους χριστουγεννιάτικους στολισμούς στα μπαλκόνια, μη μπορώντας να κρύψει την έκπληξή του ότι σε μία τόσο «παρακμιακή» συνοικία, οι… ιθαγενείς έχουν το κουράγιο να ασχοληθούν με όσα χαροποιούν τους πιο «προνομιούχους». «Πού μένεις, ρε κοπελιά; Δεν στρίβω στο κωλόστενο, τι αραπίλα είν’ αυτή! Στην Αχαρνών θα σε αφήσω…» ήταν τα συνήθη σχόλια ουκ ολίγων οδηγών ταξί σε κορίτσια των Κάτω Πατησίων. Λίγο μετά την έξαρση της οικονομικής κρίσης, εκείνη της εγκληματικότητας πέρασε σε δεύτερη μοίρα και όλο και περισσότεροι οδηγοί κάνουν πλέον τη δουλειά τους αδιαμαρτύρητα. «Μη φοβάσαι, είμαι μάγειρας» βιάζεται να σου πει σε σπαστά ελληνικά Νιγηριανός που έσπευσε να σου δείξει πώς δουλεύει το ξυπνητήρι που μόλις αγόρασες από Πακιστανό, ο οποίος σε κοίταζε καχύποπτα όση ώρα περίμενες τα ρέστα, απορώντας πώς ένας Ελληνας καταδέχτηκε να μπει στο μαγαζί του.

Στα φαστφουντάδικα της περιοχής μπαίνεις στην τουαλέτα μόνο αν πάρεις τον ειδικό κωδικό από το ταμείο, προκειμένου να μη μετατραπούν τα ιδιωτικά αποχωρητήρια σε δημόσια ουρητήρια. Για να συμμαζευτεί το γιουσουρούμ που άπλωνε κιλίμια πάνω σε σταθμευμένα αυτοκίνητα και πουλούσε από ωμά ψάρια πάνω σε χαρτόνια μέχρι παπούτσια πεθαμένων, Ελληνες βγήκαν στους δρόμους τραγουδώντας με ντουντούκες τον εθνικό ύμνο. Στις εθνικές επετείους η extralarge γαλανόλευκη κυματίζει σαν φρεσκοπλυμένο σεντόνι στα μπαλκόνια. Υπάρχουν ιστορίες για μετανάστες που έσφαζαν πρόβατα σε διαμέρισμα του Αγίου Παντελεήμονα και άλλοι λένε ότι τα αδέσποτα σκυλιά εξαφανίζονται μυστηριωδώς, μια και αποτελούν πρώτης τάξεως ντελικατέσεν σε κάποιες χώρες της Ανατολής.

Το αμερικανικό όνειρο δίνει τη θέση του στο αθηναϊκό: «Θέλω να φύγω από εδώ, όπως έκαναν όλοι οι φίλοι μου. Να πάω σε μια γειτονιά με λιγότερα σκουπίδια και λιγότερους μετανάστες». Υπάρχουν όμως και πολλοί που ήρθαν για να μείνουν. Οι ελεύθεροι πολιορκημένοι Ελληνες των Κάτω Πατησίων δεν είναι τόσο τρομαγμένοι όσο τους παρουσιάζει η τηλεόραση. Δεν έχουν την ψευδαίσθηση ότι ζουν στην Εκάλη, αλλά τα βάζουν με την πολιτεία. Ρατσιστές με τους ξένους; Απεναντίας. Είναι άνθρωποι που νιώθουν τον ρατσισμό στο πετσί τους καθημερινά. Από Αθηναίους άλλων περιοχών, που τους γκετοποιούν όταν τους λένε δεν έρχομαι στο σπίτι σου επειδή θα μου σπάσουν το αυτοκίνητο ο Πακιστανοί. Ποιος τελικά θέλει να τους διώξει από το πατρικό όπου μεγάλωσαν, το διαμέρισμα που αγόρασαν, τη σχολή που άνοιξαν, τη γειτονιά όπου έπαιξαν; Είναι «οι άλλοι Ελληνες» και η κρατική αδιαφορία που δημιουργεί βουνά σκουπιδιών και νέφη προκαταλήψεων…

Νέλλη Καρρά, διευθύντρια της Δραματικής Σχολής «Αρχή»

«Γεννήθηκα στη Φλόριντα των ΗΠΑ από έλληνες γονείς. Εζησα στο Τέξας και στη Νέα Υόρκη και ήρθα στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Η σχολή εδρεύει στη Μιχαήλ Βόδα εδώ και 18 χρόνια. Το κτίριο ήταν αρχικά σχολή κομμωτικής, αργότερα στέγαζε γραφεία της ΟΝΝΕΔ. Γκρεμίσαμε τοίχους και φτιάξαμε αίθουσες διδασκαλίας. Αλλού τα ακίνητα είναι πανάκριβα, όμως δεν είναι μόνο τα πλούσια παιδιά που έχουν ταλέντο. Εδώ έχουμε καταφέρει να ζούμε χωρίς τον φόβο του “άλλου”, δεν μπορείς να φοβάσαι τους μετανάστες και να είσαι ανοιχτός μόνο όταν μπαίνεις στην πρόβα. Για μένα που μεγάλωσα στην Αμερική, το διαφορετικό χρώμα ήταν δεδομένο. Είναι κρίμα για την Ελλάδα να θεωρήσει το διαφορετικό εχθρικό, προτού το γνωρίσει. Εχω την αίσθηση ότι ο Ελληνας γυρίζει στην απομόνωση. Αυτή η γειτονιά, όμως, μας κρατά σε επαφή με το πώς πραγματικά πρέπει να ζουν οι άνθρωποι, φεύγουμε από την παγίδα ότι όλα πρέπει να είναι λάιφσταϊλ. Το καταλαβαίνεις όταν πηγαίνεις σε άλλες περιοχές και αυτή η αυθεντικότητα σου λείπει: οι γυναίκες ντύνονται, βάφονται, μιλάνε με τον ίδιο τρόπο. Το λάιφσταϊλ είναι παντού γύρω μας, είναι σαν να έχουν ξεφύγει μόνο τα Κάτω Πατήσια από αυτό. Και είναι υποβαθμισμένα επειδή κάποιοι έχουν συμφέρον από αυτό. Τα δημοτικά τέλη που πληρώνουμε είναι το ίδιο υψηλά με το Κολωνάκι, μόνο που εδώ δεν σκουπίζουν τους δρόμους τόσο συχνά όσο εκεί. Η αναβάθμιση στο Μανχάταν άρχισε από την επισκευή των σπασμένων τζαμιών και την αποκατάσταση των εγκαταλελειμμένων κτιρίων. Οι συμμορίες «ανθούν» εκεί όπου υπάρχει εγκατάλειψη. Αλλά δεν είναι οι κάτοικοι που εγκαταλείπουν την πόλη τους, όσο οι ίδιες οι αρχές. Και είναι κοινό μυστικό γιατί συμβαίνουν όλα αυτά: Αδιαφορούν για σένα, σε αναγκάζουν να φύγεις, για να έρθει το μεγάλο κεφάλαιο και να αγοράσει τα αλλοτινά σπίτια, τα μαγαζιά και τις σχολές μας σε εξευτελιστικές τιμές. Ισως κάποιοι βλέπουν στα Κάτω Πατήσια το νέο Γκάζι, αλλά θα το μάθουμε όταν θα είναι πια πολύ αργά».

Νένα Ρόμπη - Κυριάκος Πατρινός και οι μικροί Μελίνα και Αλέξανδρος.

Μια τετραμελής οικογένεια στην πλατεία Βικτωρίας

«Το σπίτι είναι δικό μας και δεν θέλουμε να φύγουμε από τα πάτρια εδάφη! Τα media παρουσιάζουν τα πράγματα χειρότερα από ό,τι είναι, εξιδανικεύοντας κάποιες άλλες περιοχές. Πολύ συχνά μάς παίρνουν τηλέφωνο οι γονείς μας και μας λένε με τρεμάμενη φωνή: “Ο Αυτιάς είπε ότι έγινε ληστεία στα Κάτω Πατήσια. Να προσέχετε!”. Ειδικά όταν βιώνεις τον ρατσισμό από λοιπούς Αθηναίους, αυτομάτως γίνεσαι τοπικιστής και προσπαθείς να υπερασπιστείς τη γειτονιά σου. Μένοντας εδώ, τα έχουμε δει όλα, στην κυριολεξία. Από ξεκαθάρισμα λογαριασμών με Καλάσνικοφ στη γωνία του σπιτιού μέχρι πολυσυλλεκτικά μαγαζιά μεταναστών που πουλάνε από ρούχα ως κρεμμύδια. Μπαίνεις μέσα και βλέπεις να έχουν βαμβακερά σλιπάκια δίπλα στους δορυφορικούς δέκτες. Στην πολυκατοικία όπου μένουμε ζουν πολλοί ξένοι, κυρίως οικογένειες. Τα τελευταία χρόνια οι ιδιοκτήτες δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στους ενοικιαστές, αποτρέποντας το φαινόμενο του… επτά ή και 27 νομά σ’ ένα δωμά. Η περιοχή, πάντως, δεν πάσχει τόσο από τους μετανάστες όσο από την αδιαφορία των ελληνικών αρχών. Πληρώνουμε κάτι παραπάνω τις καθαρίστριες της πολυκατοικίας για να σκουπίζουν και στο πεζοδρόμιο, η Δημοτική Αστυνομία είναι άφαντη όταν τη χρειάζεσαι, ενώ αν έχεις οικολογική συνείδηση ψάχνεις σαν ηλίθιος τους κάδους ανακύκλωσης μες στη νύχτα, αφού λόγω έλλειψης θέσεων πάρκινγκ κάποιοι τους πηγαίνουν βόλτα. Και όταν τελικά τους βρίσκεις, μπορεί να είναι γεμάτοι ακόμη και με μπάζα. Κάποιοι σκέφτονται να υψώσουν τοίχους στον Εβρο, όπως έχουν επιτρέψει να φτιαχτούν οδοφράγματα από σκουπίδια στα Κάτω Πατήσια».

Χριστόφορος Περδικούρης, ιδιοκτήτης εταιρείας παροχής υπηρεσιών

«Μένω στον Αγιο Παντελεήμονα από τότε που γεννήθηκα, είμαι γέννημα θρέμμα. Οταν λες σε κάποιον πού μένεις, σου απαντά με απορία “πώς τα καταφέρνεις;”. Οχι απαραίτητα ρατσιστικά, αλλά περισσότερο συμπονετικά. Τα πράγματα σίγουρα δεν είναι όπως παλιά, έχουμε περάσει διάφορες αναταραχές, οι σειρήνες της Αστυνομίας ηχούν έξω από το σπίτι μου κάθε τρεις και λίγο. Γίνονται περισσότερα από όσα λένε τα media και κακώς κάποιοι πολιτικοί βαπτίζουν τους κατοίκους ρατσιστές – προσπαθούν απλώς να διαφυλάξουν τα συμφέροντά τους. Αυτήν την περίοδο το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι η κόντρα Ελληνες - ξένοι, αλλά οι συγκρούσεις των διαφόρων φυλών μεταξύ τους. Οι Ελληνες βρίσκονται ξαφνικά στη μέση παίζοντας τον ρόλο διαιτητή. Ενα από τα πιο σουρεάλ σκηνικά που έχω βιώσει ήταν όταν Αφρικανός τράκαρε με Πακιστανό και προσπαθούσαν να συνεννοηθούν ο καθένας στη γλώσσα του για να δηλώσουν το τρακάρισμα. Είμαι δεμένος με την περιοχή μου και δεν θεωρώ λύση τη φυγή. Οταν ήμουν μικρός, έπαιζα με τις ώρες στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα, η μάνα μου κάθε μεσημέρι μού έραβε τις σκισμένες φόρμες. Τώρα, αν έβγαινε το παιδί μου να παίξει, θα του… έραβα το κεφάλι. Τότε παίζαμε πετροπόλεμο, σήμερα παίζουν με αληθινά όπλα. Τέλος εποχής και τέλος της αθωότητας. Πριν από δύο χρόνια έλεγες “μετά τις 8.00 το βράδυ δεν βλέπεις Ελληνα”. Τώρα πια λες “μετά τις 11.00 το πρωί δεν βλέπεις Ελληνα”. Το χειρότερο, όμως, είναι όχι ότι δεν βλέπεις Ελληνα, αλλά ότι δεν βλέπεις κανέναν να μιλάει ελληνικά. Και κάπως έτσι, νιώθεις ότι δεν μπορείς να συνεννοηθείς στην ίδια σου την πόλη».

Σοφία Μουτίδου, ηθοποιός

«Αγόρασα το σπίτι μου στην πλατεία Αμερικής με τον άνδρα μου πριν από τρία χρόνια σε εξευτελιστική τιμή, αν σκεφτεί κανείς πόσο όμορφο και ευρύχωρο είναι, επωφεληθήκαμε από το ότι κανείς δεν θέλει να μετακομίσει εδώ. Ολοι με αποθάρρυναν. Μου έλεγαν, αν κάνεις παιδί, πού θα το στείλεις σχολείο, πώς θα το μεγαλώσεις μέσα στην εγκληματικότητα; Εδώ, όμως, υπάρχει ατμόσφαιρα ξεχασμένης γειτονιάς. Αν πας αλλού, δεν βλέπεις παιδιά να παίζουν στον δρόμο, ούτε ανθρώπους να βγάζουν καρέκλες έξω. Απλώς τυγχάνει να είναι παιδιά και καρέκλες μεταναστών. Τη ζωή που κάναμε εμείς κάποτε, τη ζουν οι ξένοι για εμάς. Και εμάς μας ενοχλεί επειδή έχουμε υιοθετήσει άλλη ζωή. Οι Ελληνες ζουν σαν Γάλλοι, σαν Γερμανοί. Ενώ έχουν μυαλό Τούρκου – προς την Ανατολή κατοικοεδρεύει το DNA μας – και πολιτισμό Ουγκάντας. Η εγκληματικότητα στα Κάτω Πατήσια είναι ορατή. Οχι όμως εναντίον μας, αλλά περισσότερο μάχονται μεταξύ τους. Η περιοχή με λίγη φύλαξη – όχι με ρατσιστική εξολόθρευση – θα ήταν πιο ασφαλής. Μας έχουν εντελώς ριγμένους, με απώτερο σκοπό να ρίξουν ακόμη περισσότερο τις τιμές των ακινήτων. Προτού μετακομίσω στην πλατεία Αμερικής, έμενα στα Εξάρχεια, τα οποία και πάλι τα mediα παρουσίαζαν σαν εμπόλεμη ζώνη, ενώ δεν είναι. Τις προάλλες οι Αφρικανοί της περιοχής έκαναν στην πλατεία φεστιβάλ φαγητού και υπήρχε τόση Αστυνομία, που νόμιζες ότι έγινε πραξικόπημα. Υπάρχουν πλέον ρατσιστές δεύτερης γενιάς, είναι οι μετανάστες που προηγήθηκαν χρονικά. Στη γειτονιά μένει αλβανίδα επιχειρηματίας με το τρίχρονο παιδί της να εκδηλώνει τρομερή αποστροφή για τους μαύρους. Στην παιδική χαρά υπάρχουν δύο κούνιες όλες κι όλες και αυτές ετοιμόρροπες και μέσα στις κοτρόνες. Υπάρχουν τόσα μωρά που θέλουν να παίξουν, αλλά επειδή είναι μαύρα κανείς δεν τους δίνει σημασία. Και το δικό μου, που είναι άσπρο, προτιμά να παίζει μαζί τους. Τελικά, ως Ελληνες, πάντα άλλο ήμασταν και άλλο θέλαμε να δείχνουμε. Το περιτύλιγμα είναι απελπιστικά αμερικανικό. Και κάθε φορά που πηγαίνω στο ΚΕΠ της περιοχής και βλέπω πώς αντιμετωπίζουν οι υπάλληλοι τους ξένους, εύχομαι να μην είχα γεννηθεί σε αυτήν τη χώρα».

Κωνσταντίνος Γκούφας, συνταξιούχος

«Εδώ παλιά υπήρχαν χωράφια με ελιές. Ολη η 3ης Σεπτεμβρίου ήταν μόνο τριώροφα. Τις πολυκατοικίες τις έφερε ο Καραμανλής, ο γέρος. Είχαμε αυλές με αγιόκλημα και ασβεστωμένα πεζοδρόμια. Εγώ ήμουν ξενοδοχοϋπάλληλος στη Χαλκοκονδύλη. Ως τις 4.00 τα ξημερώματα είχα ανοιχτή την είσοδο. Τώρα όλοι κλειδαμπαρώνονται. Παλιά αφήναμε ανοιχτή την πόρτα στο σπίτι για να κάνει ρεύμα. Τώρα μπαίνουν Ρουμάνοι από τον φωταγωγό. Δεν έχω κινδυνεύσει εδώ, αλλά προσέχω. Περπατάω γρήγορα, δεν κοντοστέκομαι πουθενά. Τώρα είμαστε εμείς και οι ξένοι. Δεν θέλω να ζω με φόβο. Τι να κάνω; Να πάρω σιδηρογροθιά; Θα μου την αρπάξουν και θα με χτυπήσουν. Δεν είμαι ρατσιστής, υπάρχουν και καλοί μετανάστες. Και τα παιδιά μας πήγαν στη Γερμανία και στην Αμερική. Αυτό που με στενοχωρεί είναι ότι μαζί με τους Ελληνες θα φύγουν και οι καλοί μετανάστες, αυτοί που δουλεύουν. Εγώ θέλω να φύγουν αυτοί που κλέβουν. Ο Ελληνας δεν ήταν ποτέ ρατσιστής με τις οικογένειες. Αν όμως εγώ σου χαρίσω ένα πανωφόρι και αντί να πεις ευχαριστώ θέλεις να μπεις μέσα στο σπίτι για να μου κλέψεις και αυτό που φοράω, δεν μπορώ παρά να κλειστώ στον εαυτό μου και στο καβούκι μου».

Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino, τεύχος 535, σελ. 26-31, 16/01/2011.

Σχόλια