Οι πλατείες το βράδυ γίνονται απειλητικές

Εννέα περιοχές της Αθήνας μετατράπηκαν σε κέντρα διακίνησης ναρκωτικών, αγοραίου έρωτα, πεδία συγκρούσεων λαθρομεταναστών

Των Λινας Γιανναρου, Ελενας Καρανατση, Κωστα Ονισενκο

Ας κάνουμε το τεστ της πλατείας. Ας πάρουμε ορισμένες από τις κεντρικότερες πλατείες της Αθήνας –Ομόνοιας, Κουμουνδούρου, Βάθης, Θεάτρου, Εξαρχείων κ.ά.– και ας προσπαθήσουμε να θυμηθούμε την τελευταία φορά που τις διασχίσαμε. Προσοχή: όχι που περάσαμε με το αυτοκίνητο, όχι που σταματήσαμε μια στιγμή για να αγοράσουμε εφημερίδες, όχι που βρεθήκαμε «εκεί κοντά», αλλά που κυριολεκτικά τις διασχίσαμε. Και μάλιστα –για να αυξήσουμε το βαθμό δυσκολίας– που το κάναμε νύχτα.

Οι περισσότεροι δυσκολευόμαστε να θυμηθούμε. «Μα τι δουλειά έχω εγώ εκεί;». Πράγματι, για μια σειρά από ιστορικές, κεντρικότατες πλατείες της πρωτεύουσας έχουν σχεδόν εξαλειφθεί οι λόγοι για τους οποίους κάποιος θα τις επισκεπτόταν. Πολύ περισσότερο τη νύχτα. Στην Ομόνοια σταματάμε πια μόνο για να αγοράσουμε εφημερίδες, στα Εξάρχεια για να πιούμε ποτό, αλλά δεν περνάμε το «σύνορο» προς την «αμιγή» πλατεία, ακόμα χειρότερα στις Κουμουνδούρου, Βάθης, Θεάτρου, όπου η διακίνηση και χρήση ναρκωτικών ξεκινά με το πρώτο φως της ημέρας, την ώρα που οι γυναίκες αφήνουν την «πιάτσα», ή στον Αγιο Παντελεήμονα, την Κολιάτσου, τη Βικτώρια, πάλαι ποτέ όμορφες, αστικές πλατείες που έχουν πια εγκαταλειφθεί από τους «παλαιούς» κατοίκους για να μεταμορφωθούν σε γκέτο μεταναστών, παράνομων και μη.

«Το βράδυ εδώ είναι σφαγείο», λέει χαρακτηριστικά περιπτερούχος για την πλατεία Κοτζιά. «Θέλει κότσια να διασχίσεις την Ομόνοια το βράδυ», διαβεβαιώνει ένας μικροπωλητής. «Και η αστυνομία τι κάνει;», παρατηρεί καταστηματάρχης στη Βάθης.

Τι κι αν σε πολλές περιπτώσεις, δαπανήθηκαν υπέρογκα ποσά για την ανάπλασή τους; Στο μυαλό όλων, των ελαχίστων κατοίκων που έχουν απομείνει στις παρυφές τους και των καταστηματαρχών που «επιμένουν» κεντρικά, βρίσκεται η ίδια σκέψη: «Ποιον συμφέρει η υποβάθμιση της περιοχής μου;».

Ομόνοια

«Το πρωί υποφέρεται. Το βράδυ όμως η κατάσταση είναι αποκαρδιωτική. Ανυπόφορη». Ο κ. Γιώργος Δημητρακόπουλος τακτοποιεί τα περιοδικά στον πάγκο του, γωνία Αγίου Κωνσταντίνου και Ομονοίας. Είναι 11 το πρωί και η κίνηση είναι αυξημένη. Η κίνηση, δηλαδή, περιφερειακά της Ομόνοιας. Η πλατεία είναι άδεια – υπάρχει καλύτερο πειστήριο για την αποτυχία μιας ανάπλασης που κόστισε 1,5 εκατ. ευρώ και ολοκληρώθηκε μόλις το 2003; «Αυτή καθεαυτή η πλατεία ζωντανεύει μόνο το βράδυ. Αν και η λέξη “ζωντανεύει” μάλλον δεν καθρεφτίζει την πραγματικότητα...», λέει. «Κάποια παιδιά που κυκλοφορούν εδώ τη νύχτα έχουν δεν έχουν λίγους μήνες ζωής. Ζωντανοί - νεκροί. Πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, πήγε κάτι να γίνει, κάτι να αλλάξει, αλλά γυρίσαμε πάλι πίσω στο μηδέν. Και πιο κάτω. Και όσο πάει, κατηφορίζουμε».

Ο ίδιος μας προκαλεί να θυμηθούμε: «Εχετε ποτέ σκεφτεί να διασχίσετε βράδυ την πλατεία; Να σας πω εγώ: όχι. Για να διασχίσεις την πλατεία πρέπει να είσαι πολύ θαρραλέος. Είτε θα σου την “πέσουν” είτε θα δεις πράγματα που δεν θέλεις να δεις. Ολοι πια περνούν με τα αυτοκίνητά τους και σταματούν ίσα ίσα για να αγοράσουν εφημερίδα.

Ετσι κατάντησε η Ομόνοια». Αν είναι έτσι τα πράγματα, πώς κι έχουν κοπάσει οι διαμαρτυρίες των καταστηματαρχών της περιοχής που κάποτε κουνούσαν γη και ουρανό για να αλλάξει πρόσωπο η πλατεία; «Δες γύρω. Τα μικρά καταστήματα έχουν φύγει. Ολο αλυσίδες, απρόσωπες επιχειρήσεις, πολυεθνικές είναι πια η Ομόνοια. Τι τους νοιάζει αυτούς; Απλοί υπάλληλοι είναι», λέει ο κ. Δημητρακόπουλος που από το 1980 στο ίδιο πόστο έχει ζήσει όλες τις φάσεις της πλατείας.

Το ίδιο και ο κ. Στάθης Μεταξάς, του γνωστού καταστήματος οπτικών λίγο παρακάτω, στη γωνία της Πειραιώς. «Τα πράγματα δεν είναι καλά», λέει στην «Κ». «Υπάρχει πρόβλημα αστυνόμευσης. Παλιά υπήρχε μόνιμα μια διμοιρία στην πλατεία. Τώρα ούτε αυτό. Εάν γίνονταν πεζές περιπολίες θα είχαμε αυτή την κατάσταση; Ομως, χρόνια τώρα, το αστυνομικό τμήμα Ομονοίας είναι υποστελεχωμένο. Ο Δήμος, από την άλλη, δεν μπορεί να ασκήσει καθήκοντα, γιατί η πλατεία ανήκει στο ΥΠΕΧΩΔΕ. Μην το ψάχνεις... Η Ομόνοια, κι εμείς όλοι, έχουμε αφεθεί στη τύχη μας...».

Κοτζιά

«Ρεπορτάζ για τις πλατείες; Γιατί αυτό λέγεται πλατεία;». Ο κ. Θόδωρος διατηρεί περίπτερο επί της πλατείας Κοτζιά, ακριβώς απέναντι από το δημαρχιακό μέγαρο. Μόλις τρία χρόνια «μετράει» στο συγκεκριμένο πόστο, ωστόσο θυμάται την πλατεία όπως ήταν πριν από 40 χρόνια. «Είχα και τότε περίπτερο εδώ, αλλά τα ’φερε αλλιώς η ζωή και έφυγα. Τότε, ναι, ήταν πλατεία. Με τα ανθοπωλεία της, τη δροσιά της, τον ωραίο κόσμο. Επέστρεψα πριν από λίγα χρόνια στη “νέα” Κοτζιά και βρήκα μπετόν».

Και να ’ταν μόνο αυτό. Κάθε βράδυ στις 9, ο κ. Θόδωρος κλείνει το περίπτερο. «Να το κρατήσω και τη νύχτα; Γιατί; Για να με βρείτε τέζα το πρωί; Εδώ είναι σφαγείο! Η Κοτζιά έχει γίνει προέκταση της Ομόνοιας – κι ακόμα χειρότερα. Το βράδυ κυκλοφορούν μόνο ύποπτες φάτσες, κυρίως ξένοι. Οσοι είναι Ελληνες είναι πρεζόνια. Κάνουν τη δόση τους δίπλα σου, μες στα μάτια σου. Δεν αντέχεται». Μα και το πρωί, λέει ο κ. Θόδωρος, η εικόνα δεν είναι καλύτερη. «Δεκάδες φορές μ’ έχουν κλέψει. Πρέπει να ’χεις συνεχώς το νου σου – λίγο να αφαιρεθείς, σου την πέσανε τα κλεφτρόνια».

Βάθης

Η υποβάθμιση έγινε εντονότατη από το 1990 και μετά. Ελάχιστοι παλαιοί κάτοικοι έχουν απομείνει στη λαϊκή πλατεία, όπου άλλοτε οικογένειες μεσοαστών τής έδιναν ένα «χρώμα». Τοξικομανείς «τρυπιούνται» μέρα μεσημέρι και οι περαστικοί αποστρέφουν τα βλέμματα. Ο αγοραίος έρωτας βασιλεύει στα ξενοδοχεία πέριξ της πλατείας. Κοπέλες από Αλβανία, Ρουμανία αλλά και κάποιες Ελληνίδες βρίσκονται σε αναζήτηση του πελάτη, ακόμα και για 10 ευρώ, προκειμένου να εξασφαλίσουν τη δόση τους. Και πάντα υπό το άγρυπνο βλέμμα του προαγωγού που κάθεται στο καφενείο της πλατείας και... κόβει κίνηση.

Τη νύχτα, ο ανταγωνισμός αυξάνεται, καθώς «κάνουν πιάτσα» και τραβεστί. «Πολλές φορές τσακώνονται μεταξύ τους για τους πελάτες. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι στο δρόμο βρίσκουμε μαχαιρωμένους, τοξικομανείς. Και η αστυνομία πουθενά», λέει στην «Κ» καταστηματάρχης της περιοχής.

Κουμουνδούρου

Η πλατεία Κουμουνδούρου αντανακλά την αποτυχία των αρμόδιων αρχών να λύσουν τα προβλήματα στην καρδιά της πόλης. Ακόμα και τις ημέρες που υπάρχει ισχυρότατη αστυνομική δύναμη στην περιοχή, η πλατεία απλώς αδειάζει από κόσμο. Δεν υπάρχουν παιδιά που παίζουν, ηλικιωμένοι ή ζευγαράκια. Οι κάτοικοι εγκαταλείπουν την περιοχή, ενώ από τους καταστηματάρχες μένουν κυρίως εκείνοι που είναι κοντά στη σύνταξη ή δεν έχουν δυνατότητα να μεταστεγάσουν την επιχείρησή τους.

«Οταν περνάω από την Κουμουνδούρου, πολλοί νομίζουν ότι είμαι τοξικομανής διότι σήμερα οι περισσότεροι νέοι που διασχίζουν την πλατεία είναι τοξικομανείς». Με αυτά τα λόγια ο 30χρονος Κώστας Σουλτανιάς περιγράφει την κατάσταση. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της περιοχής έχει να κάνει με ναρκωτικά. Εθισμένα άτομα συγκεντρώνονται στην πλατεία κάνοντας χρήση μπροστά στα μάτια περαστικών αλλά και μέσα σε πολυκατοικίες. Επιπλέον, τα βράδια πολλοί πρόσφυγες κοιμούνται στην πλατεία, ενώ η κατάσταση επιβαρύνεται από τις πιάτσες αγοραίου έρωτα στα στενά της περιοχής. Σύμφωνα με κατοίκους της περιοχής αλλά και αστυνομικούς, λόγω του μεγάλου αριθμού τοξικομανών στην περιοχή έχουν συγκεντρωθεί και πολλοί έμποροι ναρκωτικών: «Εχουμε παρατηρήσει ότι σε πολλές από τις πολυκατοικίες μένουν έμποροι ναρκωτικών, τους χτυπάνε τα κουδούνια και αυτοί κατεβαίνουν για να πουλήσουν ναρκωτικά», αναφέρει χαρακτηριστικά στην «Κ» κάτοικος.

Θεάτρου

«Κανονικά θα έπρεπε να λέγεται Πλατεία Θεάτρου του Παραλόγου», λέει στην «Κ» με το «καλημέρα» ένας άνδρας ιδιωτικής αστυνομίας (security), ο οποίος εργάζεται στην περιοχή. «Το αλισβερίσι των ναρκωτικών ξεκινά γύρω στις 6 το πρωί, οπότε και εμφανίζεται ο έμπορος με τις τσάντες. Να δείτε πώς μαζεύονται τα πρεζόνια γύρω του. Σαν τις μύγες. Είναι θλιβερό το θέαμα. Μου κάνει εντύπωση που η αστυνομία ξέρει τους διακινητές αλλά σπάνια γίνονται συλλήψεις». Λίγο παρακάτω, διεξάγονται οι «εμφύλιες διαμάχες» μεταξύ αλλοδαπών, κυρίως Αφρικανών, οι οποίοι ξεκαθαρίζουν τους δικούς τους λογαριασμούς με μαχαιριές, τσεκουριές και άγριους ξυλοδαρμούς. Και το βράδυ, το σκηνικό «διανθίζεται» από τα όμορφα κορίτσια της Νιγηρίας και της Αιθιοπίας που εξωθούνται στην πορνεία.

Αγ. Παντελεήμονας

«Δεν πρόκειται να μετακομίσω, εδώ μεγάλωσα και έζησα όλα τα χρόνια μου. Πριν από 30 χρόνια ήταν μια περιοχή για οικογένειες, τα παιδιά έπαιζαν έξω. Τώρα είναι αλλιώς, έχει πολύ θόρυβο και καθώς περπατάς ακούς 15 διαφορετικές γλώσσες. Εχει αλλάξει πολύ η πλατεία. Ολη η Αθήνα έχει αλλάξει όμως», μάς λέει ο κ. Δημήτρης. Τα προβλήματα έχουν να κάνουν με τον μεγάλο αριθμό λαθρομεταναστών που ζουν σε άθλιες συνθήκες σε παλιά κτίρια της περιοχής, τα σοβαρά αδικήματα που διαπράττονται, και τα συχνά περιστατικά συγκρούσεων μεταξύ ομάδων μεταναστών. «Πριν από μερικούς μήνες είχαν χτυπήσει χωρίς λόγο τον περιπτερά της πλατείας», μάς λέει μια κάτοικος και εργαζόμενη της περιοχής, αλβανικής καταγωγής. Μετά τις διαμαρτυρίες των κατοίκων αλλά και τα συνεχή δημοσιεύματα η αστυνόμευση έχει βελτιωθεί, ωστόσο οι κάτοικοι μιλούν για τα επικίνδυνα βράδια και «τον χειμώνα δεν τολμάμε να ξεμυτίσουμε».

Εξάρχεια

Και οι πλέον καλόπιστοι από τους κατοίκους και τους καταστηματάρχες των Εξαρχείων έχουν πάψει να τρέφουν αυταπάτες: «Λυπόμαστε, αλλά δεν πιστεύουμε πια ότι απλώς “δεν γίνεται τίποτα”. Πιστεύουμε ότι για κάποιο λόγο συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν στα Εξάρχεια. Κάποιον συμφέρει να παραμένει υποβαθμισμένη η περιοχή. Είναι βέβαιο», λένε με αυτά τα –ή παρεμφερή– λόγια και πάντα με την υπόμνηση «όχι όνομα, παρακαλώ».

Παρ’ όλα αυτά, η πλατεία Εξαρχείων «κρατάει» ακόμα. Τα μπαρ και τα καφέ, τα σινεμά και οι άλλες επιχειρήσεις πέριξ της πλατείας είναι κάθε ώρα της ημέρας γεμάτες ζωή – να ’ναι καλά οι φοιτητές. «Οι εναπομείναντες φοιτητές. Γιατί την περιοχή έβλαψε πολύ η μεταφορά του Πολυτεχνείου στου Ζωγράφου και η μετεγκατάσταση του Χημείου. Μόνο κάποια τμήματα κρατάνε ακόμα ζωντανή την πλατεία», λέει στην «Κ» ιδιοκτήτης καφετέριας επί της πλατείας. Δεν είναι τυχαίο ότι δύο - τρία «ιστορικά» καταστήματα, όπως το «Φλοράλ», έχουν κλείσει. «Οδηγήθηκαν στο κλείσιμο, είναι πιο ακριβές. Και για πάνω από ένα χρόνο, οι χώροι παραμένουν ξενοίκιαστοι. Κανείς δεν θέλει μπλεξίματα». Τι είδους μπλεξίματα; «Εάν σκεφτείς ότι ανά πάσα στιγμή πάνω στην πλατεία βρίσκονται 100 τοξικομανείς και ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας περνούν από δω εκατοντάδες άλλοι για να “γίνουν”, παίρνεις μια εικόνα», συνεχίζει. «Είναι απελπισμένα παιδιά. Οταν περνάς μέσα από την πλατεία, πρέπει να βρίσκεσαι σε ετοιμότητα. Θα σου την πέσουν από παντού για λίγα χρήματα ή για την τσάντα σου ή για τη μηχανή σου ή για το κινητό σου. Οσοι είχαν ιδιοκτησίες έφυγαν. Οι ναρκομανείς γνωρίζουν ακόμα και πότε είναι η ημέρα πληρωμής των συντάξεων και τη στήνουν έξω από τις τράπεζες».

Η πλατεία είχε πάρει μια «ανάσα» από τη διασπορά των τοξικομανών σε άλλα στέκια (εάν μπορεί να θεωρηθεί «ευτύχημα» κάτι τέτοιο…), και κυρίως στην οδό Τοσίτσα, ανάμεσα στο ΕΜΠ και το Αρχαιολογικό Μουσείο. Μετά τον θάνατο της αρχαιολόγου Ηούς Ζερβουδάκη στην Τοσίτσα, όμως (σ.σ. παρασύρθηκε από δίκυκλο που οδηγούσε άτομο υπό την επήρεια ουσιών) πραγματοποιήθηκε επιχείρηση–σκούπα και η πλατεία Εξαρχείων ξαναγέμισε σύριγγες. «Για την ακρίβεια, υπάρχουν κλούβες περιμετρικά της πλατείας για να εμποδίζουν τα παιδιά να φύγουν, να πάνε αλλού. Τους κρατάνε εδώ!», λέει κάτοικος της περιοχής. «Γιατί να μην πιστέψουμε ότι πρόκειται για παιχνίδι να πέσουν οι τιμές για να μπουν στα Εξάρχεια οι μεγάλοι επενδυτές;»

Κολιάτσου

Ξύλο, μαχαιρώματα, κλοπές, αλλά και φονικά. Στην άλλοτε περιποιημένη μικρή πλατεία Κολιάτσου, που αντανακλούσε τη ζωντάνια της οδού Πατησίων, τα βράδια κυκλοφορούσαν άφοβα άτομα όλων των ηλικιών. Κι αν κάποτε, στους δρόμους γύρω από την πλατεία ζούσαν ήσυχα σε περιποιημένες μονοκατοικίες μικροαστοί και μεσοαστοί Αθηναίοι, σήμερα η πλατεία αποτελεί μια πολυεθνική χοάνη, στην οποία βασιλεύουν συγκρούσεις μεταξύ αλλοδαπών.

«Τώρα, μετά τις 10 το βράδυ είναι καλύτερα να αποφεύγει κανείς την πλατεία. Ερχονται πολλοί αλλοδαποί, οι οποίοι ξεκινούν να πίνουν μεγάλες ποσότητες αλκοόλ από το πρωί και το βράδυ γίνονται φασαρίες. Εχει χαλάσει πολύ η πλατεία μας», λέει στην «Κ» ο κ. Παναγιώτης Παπαμιχαήλ, ιδιοκτήτης εστιατορίου που βρίσκεται στην πλατεία από το 1948. Κάποτε ήταν ήσυχα. «Καθόμασταν το βράδυ και πίναμε το ουζάκι μας στα τραπεζάκια έξω και το φχαριστιόμασταν. Τώρα, η γειτονιά είναι πια επικίνδυνη. Εμένα μου έκλεψαν δυο φορές το πορτοφόλι. Μέρα μεσημέρι. Του φίλου μου του σπάσανε το μαγαζί και τον έκλεψαν 3 - 4 φορές. Εγινε απλησίαστη πια η πλατεία. Το Σαββατοκύριακο είναι ακόμα χειρότερα», συμπληρώνει ο κ. Σωκράτης Τσολάκης.

Βικτωρίας

Ακόμα και μετά την απομάκρυνση των πλανόδιων μικροπωλητών, οι οποίοι μετέτρεπαν τον χώρο σε υπαίθριο παζάρι, η πλατεία δίνει εικόνα υποβάθμισης. «Νεαροί αλλοδαποί μαζεύονται και πίνουν μπίρες, κάνουν φασαρίες. Κάποιες φορές μεθάνε τόσο που πέφτουν κάτω ή κοιμούνται στα παγκάκια» λέει η κ. Μαρία Γκιώνη, κάτοικος της περιοχής. «Οσα χρόνια είμαι εδώ δεν ήταν ποτέ καλή η κατάσταση, ενώ η αστυνόμευση δεν είναι επαρκής», αναφέρει ο Γιάννης Κ., που διατηρεί καφετέρια στην πλατεία. Μάλιστα, η εικόνα που παρουσιάζει η πλατεία διαφέρει από τη μια μέχρι την άλλη άκρη της: Ενώ η πλευρά που εφάπτεται στην 3ης Σεπτεμβρίου δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα, αντιθέτως, η πλευρά της Αριστοτέλους, που «χρησιμοποιείται» κυρίως από μετανάστες, είναι εγκαταλελειμμένη. Τα λίγα όμορφα νεοκλασικά υποκύπτουν στον φθοροποιό χρόνο.

Σχόλια