Η βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας

Από τον 5ον αι. π.Χ. η Αθήνα πρωτοστατεί, σε μια τεράστια αναπαραγωγή και εκτεταμένη διακίνηση, του ήδη υπάρχοντος μέχρι τότε βιβλίου.
Πρέπει ακόμη να επισημάνουμε ότι και κάθε σημαντική ελληνική πόλη από τον 3ον αι. π.Χ. διέθετε βιβλιοθήκη. Φυσική ιστορική συνέχεια αυτής της δραστηριότητας, υπήρξε η μεγάλη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.
Ο Πτολεμαίος Σωτήρ (πιθανός νόθος υιός του Φιλίππου), αφού μετέφερε την σορό του Αλέξανδρου στην Αλεξάνδρεια και ανήγειρε σχετικόν μαυσωλείον, θέλησε να καταστήση το βασίλειόν του Πνευματικό Κέντρο της ελληνικής αυτοκρατορίας, ιδρύοντας την Μεγάλη αυτή βιβλιοθήκη, η οποία θα συμπεριλάμβανε την οικουμενική γνώση και πνευματική δράση. Η ίδρυσίς της υπήρξε σύμβολον πνευματικής κυριαρχίας και στοιχείον ενότητος, του τότε ελληνικού Υπερκράτους.
Ο μαθητής του Αριστοτέλους, Δημήτριος ο Φαληρέας, υιός του Φανοστράτου, δούλου στο σπίτι του Κόνωνος, έφθασε να γίνη και μονάρχης της Αθήνας με την βοήθεια του Κασσάνδρου. Ο Φαληρέας υπήρξε ρήτωρ και φιλόσοφος υψηλού επιπέδου. Διέφυγε όμως εις Αίγυπτον κατόπιν της πιέσεως που υπέστη από τον στόλον του Δημητρίου Πολιορκητού, ο οποίος είχε εξεγείρει την δημοκρατική μερίδα των Αθηναίων εναντίον του και οι οποίοι τον είχαν καταδικάσει εις θάνατον. Ο Φαληρέας λέγεται ότι υπήρξε ο εισηγητής εις τον Πτολεμαίον Σωτήρα, της ιδέας δημιουργίας της Αλεξανδριανής Βιβλιοθήκης.
Ως μας πληροφορεί ο Πλούταρχος, οι Πτολεμαίοι περιφρονούσαν την αιγυπτιακήν γλώσσαν και απέφευγαν ακόμη και το «ΜΑΚΕΔΟΝΙΖΕΙΝ». Ήσαν εραστές της πιο καθαρής ελληνικής γλώσσας (της Αττικής Διαλέκτου) την οποίαν και επιθυμούσαν να καταστήσουν παγκόσμια στον χώρο της σκέψης και διανοητικής δημιουργίας.
Εστόχευσαν λοιπόν στην συγκέντρωση όλης της λόγιας παράδοσης της Ανατολής, σε μια προσπάθεια να την συζεύξουν με την αντίστοιχη ελληνική γραμματεία. Αυτήν την καθολική συγκέντρωση του πνευματικού πλούτου της τότε γνωστής ανθρωπότητος, την εβάσισαν στην υποδομή της καθαρής ελληνικής γλώσσας που άλλωστε επικρατούσε απολύτως στην εποχή τους.
Σημειωτέον, ότι η Αρμενική παράδοσις αποδίδει στον Μεγάλο Αλέξανδρο την αρχική σχετική ενοποιητική πρωτοβουλία. Τούτο προκύπτει από τα Αρχεία της Νινευή, τα οποία πληροφορούν ότι ο Μέγας Αλέξανδρος είχε δώσει εντολή και μεταφράσθηκε από τα χαλδαϊκά στα Ελληνικά, η ιστορία των προγόνων των Αρμενίων. Αυτό συνέβη αφού ο Μ. Αλέξανδρος είχε επισκεφθή προηγουμένως την Βιβλιοθήκη του Ασσουρμπανιμπάλ (Σαρδανάπαλος εις τα Ελληνικά) ιδρυμένη τον 7ον αι. π.Χ. στην Νινευί. Η Βιβλιοθήκη αυτή συγκέντρωνε τους πνευματικούς θησαυρούς όλης της Μεσοποταμίας.
Ο Ασσουρμπανιμπάλ υπήρξε μέγας εραστής των γραμμάτων και πρόδρομος της λογοτεχνικής βιβλιοθήκης. Τότε ήταν που ο Αλέξανδρος συνέλαβε την ιδέα της Οικουμενικής Βιβλιοθήκης και στην ίδια μάλιστα πόλη, την Νινευή.
Η ίδια πάντως πηγή που αναφέρεται στην αρμενική παράδοση, καταγγέλλει τον Σέλευκο Νικάτορα ότι επεχείρησε να κάψη όλα τα μέχρι τότε βιβλία σ΄ όλες τις γλώσσες του κόσμου, ώστε η μέτρηση του χρόνου ν΄ αρχίζη απ΄ αυτόν. Άλλη εξ αντιθέτου πηγή, εμφανίζει τον Νικάτορα ως σωτήρα της 1ης Αθηναϊκής δημόσιας βιβλιοθήκης, που είχε σφετερισθή ο Ξέρξης το 484 π.Χ. Ανάλογη καταγγελία σχετική με αυτήν, που αφορά τον Νικάτορα, υπήρχε και για τον Κινέζο βασιλιά Σι Χουάνγ Τι (245 π.Χ.) ο οποίος την εποχή που κτιζόταν το Σινικό Τείχος και αφού ένωσε τα 6 βασίλεια υπό το σκήπτρον του, πρόσταξε να καούν όλα τα προ αυτού βιβλία, ώστε ο ιστορικός χρόνος να αρχίζη από αυτόν. Πρόκειται ασφαλώς για εκδήλωση κορυφαίου εγωισμού, που έχουμε χρέος να καταγράψουμε.
Η Βιβλιοθήκη συστεγαζόταν με το Μουσείο, οργανωμένο κατά το πρότυπον του Λυκείου του Αριστοτέλους, όπως αυτό διαμορφώθηκε στην εποχή του μαθητή του Τύρταμου. Τον Τύρταμον ο Αριστοτέλης «δια το θεσπέσιον της φράσεως» είχε μετωνομάσει εις Θεόφραστον. Το Μουσείον αποτελούσε πνευματικό κέντρο προς θεραπείαν των Μουσών και όσων αυτές εκπροσωπούσαν.
Ο Πτολεμαίος Σωτήρ προσπάθησε να μεταφέρει και την περιπατητική μεθοδολογία και φιλοσοφική έρευνα στην Αλεξάνδρεια (τον περίπατο) και προς τούτο συγκέντρωσε τους σημαντικότερους εκπροσώπους του πνεύματος της εποχής του (Στράτων ο Αθηναίος, Φιλητάς από την Κω, Ζηνόδοτος ο Εφέσιος, Δημήτριος Φαληρέας κ.α.).
Εις το ενεργητικόν του Πτολεμαίου Σωτήρος είναι και η εντολή που έδωσε στον Μανέθωνα, ο οποίος και συνέταξε τα «Αιγυπτιακά» του από στοιχεία που βρήκε σε ναούς, βασιλικά αρχαία, λογοτεχνικά, σπάνια θρησκευτικά, αστρολογικά και μαθηματικά κείμενα.
Η μετάφρασις της Αγίας Γραφής των 70 που έγινε σ΄ αυτήν την περίοδο, δεν είναι διευκρινισμένο εάν έγινε επί Πτολεμαίου Σωτήρος ή του υιού του Φιλαδέλφου.
Στην εργώδη προσπάθεια που καταβάλλει ο Πτολεμαίος Σωτήρ αλληλογραφεί με όλους τους βασιλείς και ηγεμόνες για να του στείλουν κάθε σύγγραμμα που περιλαμβάνουν οι βιβλιοθήκες και τα αρχεία τους.
Η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας ήταν Ανακτορική ως προς την ιδιοκτησία και την χρήση, αλλά είχε και την θυγατρική της, που εστεγάζετο στον ναό του Σέραπι και η οποία ήταν και δημόσια και δανειστική. Το Σεραπείον είχε 42.800 παπύρινους κυλίνδρους, ενώ η μεγάλη ανακτορική αριθμούσε περί τους 500.000 κυλίνδρους. Κατά τον Αμμιανό Μαρκελλίνο μάλιστα οι κύλινδροι έφθαναν τις 700.000. Το Σεραπείον κατά τον Αφθόνιον, περιείχε μικρά δωμάτια πλήρη συγγραμμάτων, προσιτά «τοις φιλοπονούσιν φιλοσοφείν».
Μετά τον Πτολεμαίο Σωτήρα, ο υιός του Φιλάδελφος, υπήρξε ένθερμος συνεχιστής του έργου του πατέρα του. Ο Φιλάδελφος ήταν πνεύμα βαθειά ερευνητικό και συνέλεγε και σπάνια ζώα, προκειμένου να μελετά τις συνήθειές τους. Ακολούθησε ο Ευεργέτης ο Α΄ ο οποίος υπήρξε η ευτυχής συνέχεια των δύο προηγουμένων. Προσπαθώντας να διατηρήση τα πρωτεία έναντι της ανταγωνιστρίας Περγάμου, είχε οργανώσει ομάδα ελέγχου των βιβλίων ταξιδιωτών και πλοιοκτητών, όσων πλοίων κατέπλεαν στην Αλεξάνδρεια. Τα κατέσχε και απέδιδε στους κατόχους τους αντίγραφα. Δια τον σκοπόν αυτόν είχε συγκροτηθή ειδική ομάδα ταχυγράφων-αντιγραφέων.
Πρέπει ακόμη να πούμε ότι η Βιβλιοθήκη διέθετε σημαντικόν αριθμόν πολλαπλών αντιτύπων, δεδομένου ότι ήταν έως και της αραβικής κατακτήσεως -τον 7ον αι. μ.Χ.- κέντρον παραγωγής, διαθέσεως, αλλά και εξαγωγής παπύρινων κυλίνδρων.
Αναφερόμενοι τώρα στις βιβλιοθήκες της Ελληνιστικής εποχής πρέπει να μην παραλείψουμε το έντονο αρχιτεκτονικό και φιλολογικό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν η Βιβλιοθήκη των Ατταλιδών στην Πέργαμο και η αρχειακή Βιβλιοθήκη της Αι-Κανούμ στις εσχατιές της ελληνικής επικράτειας, στην Βακτριανή -στα βορειοανατολικά του Αφγανιστάν- περιοχή βουδιστικής επιρροής. Η Αι-Κανούμ είναι η αρχαιότερη βιβλιοθήκη όπου ευρέθησαν ελληνικά λογοτεχνικά κείμενα.
Ας σημειωθή ότι η Πέργαμος από τον 2ον αι. π.Χ. προσπάθησε να αναδειχθή σε πνευματικό, αλλά και σε καλλιτεχνικό κέντρο. Ιδρυτής της Βιβλιοθήκης της Περγάμου θεωρείται ο Ευμένης Β΄ ο οποίος προσέλαβε τον περιπατητικό Κράτη Μαλλώτη, που ήταν οπαδός της αλληγορικής ερμηνείας της ποίησης και ιδιαίτερα του Ομήρου. Από τους μαθητές του ονομαστότερος υπήρξε ο Παναίτιος. Η μεγάλη συνεισφορά του Κράτη συνίσταται εις την εισαγωγή της γραμματικής τέχνης στην ρωμαϊκή λογοτεχνία.
Στα πλαίσια της αντιζηλίας Αλεξανδρείας-Περγάμου ο Βάρρων (που του είχε αναθέσει ο Ιούλιος Καίσαρ την δημιουργία Μεγάλης Βιβλιοθήκης στην Ρώμη) μας πληροφορεί ότι ο Πτολεμαίος είχε απαγορεύσει την εξαγωγήν παπύρων στην Πέργαμο πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα την εφεύρεση της Περγαμηνής εκ μέρους της Περγάμου. Στην κατασκευή της περγαμηνής αυτής συνέβαλε πολύ και ο Κράττης.
Οφείλουμε επίσης να αναφέρουμε ότι στην Πέργαμο λειτούργησε τον 2ον αι. μ.Χ. και άλλη αξιόλογη βιβλιοθήκη προερχομένη από δωρεά της πλούσιας Φλάβιας Μελιτηνής.
Διευθυντές της Βιβλιοθήκης που η ιστορία μάς έχει παραδώσει υπήρξαν ο Ζηνόδοτος ο Εφέσιος με τους συνεργάτες του Αλέξανδρο και Λυκόφρονα.

Ο Καλλίμαχος από την Κυρήνη αν και υπήρξε η ψυχή της Βιβλιοθήκης και ανώτερο στέλεχός της δεν έγινε ποτέ διευθυντής της.

Διάδοχος του Ζηνόδοτου ωρίσθη ο μαθητής του, Απολλώνιος ο Ρόδιος. Εν συνεχεία και διαδοχικά την διεύθυνση ανέλαβαν ο Ερατοσθένης, Αριστοφάνης ο Βυζάντιος, Απολλώνιος ο Ειδογράφος (1), ο Αρίσταρχος και ο Κύδας (αξιωματικός του Στρατού την εποχή που είχε αρχίσει να παρατηρείται μία γενικότερη υποβάθμιση της πνευματικής ζωής).
Οι βασικές πηγές που έχουμε για την Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας είναι:
α. Η επιστολή του Ιουδαίου ελληνιστή Αριστέα που συντάχθηκε περί το 160 π.Χ.
β. Ο Στράβων (1ος αι. π.Χ.).
γ. Ο Έλλην χριστιανός και ιατρός Γαληνός (2ος αι. μ.Χ.) (2)
δ. Αυτόπτες εκκλησιαστικοί συγγραφείς όπως ο Επιφάνιος και ο Αφθόνιος (4ος αι. μ.Χ.).
ε. Ο Ιωάννης Τζέτζης (12ος αι. μ.Χ.)
στ. Οι βίοι των κατά καιρούς προϊσταμένων της Βιβλιοθήκης.
Ο Στράβων κάνει μνεία και σε ιδιωτικές βιβλιοθήκες που είχαν δημιουργηθεί από αξιόλογους πνευματικούς ανθρώπους. Η ιστορική δικαιοσύνη υποχρεώνει να μνημονεύσουμε εκείνους των οποίων τα ονόματα διεσώθησαν. Μερικοί εξ αυτών ήσαν:
1. Ο Έλλην δούλος Τυραννίων το 30 π.Χ. ο οποίος είχε 30.000 κυλίνδρους (3).
2. Ο Ρωμαίος Σερένιος Σαμμώνιος που κληροδότησε την βιβλιοθήκη του πατέρα του στον Αυτοκράτορα Γορδιανό Β΄ και που είχε 62.000 κυλίνδρους.
3. Ο Έλλην απελεύθερος Μάρκος Μέττιος Επαφρόδριτος που είχε επίσης 30.000 βιβλία (4).
4. Κατά την ιστόριση του Αθηναίου την πλουσιωτέραν όλων την είχε ο Λίβυος Λαρνήσιος.

Εκδοχές καταστροφής της Βιβλιοθήκης

1. Όταν ο Ι. Καίσαρ πολιορκήθηκε από τον Πτολεμαίο και τον στρατηγό Αχιλλά το 47 π.Χ. έκαψε τελικά μαζί με τα 60 Πτολεμαϊκά πλοία και εγκαταστάσεις στο λιμάνι και - κατά πάσαν πιθανότητα - 40.000 βιβλία ή κατ΄ άλλους 400.000 κυλίνδρους σύμφωνα με τον αυτόπτη δωδεκαετή τότε Τίτο Λίβυο - ιστορικόν αργότερα - από τον οποίον αρύσθηκε ο Σενέκας την πληροφορίαν και απ΄ αυτόν στην συνέχεια ο ιστορικός Δίων Κάσσιος. Τα βιβλία αυτά εχαρακτηρίζοντο ως «αρίστης ποιότητος» και προωρίζοντο βασικά για εξαγωγή. Εν πάση όμως περιπτώσει αφορούσαν το Σεράπειον και όχι την Μεγάλην Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη.
2. Όταν ο Εμίρης Αμρ - Ιμπν - αλ - Ας κατέκτησε την Αλεξάνδρεια, καλλιεργημένος ως ήτο δεν επέτρεψε την λεηλασία της, στο σημείο δε όπου έπεισε τους στρατιώτες του να μην καταστρέψουν την πόλη, έκτισε το «Τέμενος της Επιείκειας».
Στην συνέχεια απευθύνθηκε στον Χαλίφη Ομάρ τον οποίον ερώτησε τι να κάνει με τα βιβλία. Η απάντησις ήταν ότι αν τα βιβλία συμφωνούν με το Κοράνιον, τότε περιττεύουν εάν δε αντιτίθενται, τότε θα πρέπει να τα κάψουν. Ο Αμρ αφού εξαίρεσε τα βιβλία του Αριστοτέλη, διένειμε - κατά τον Ευτύχιο - 4.000 βιβλία στα δημόσια λουτρά της Αλεξανδρείας προς χρήσιν των ως καυσίμων. Τούτο συνέβη το 642 μ.Χ.
3. Το 168 π.Χ. η Αίγυπτος υπήχθη εις την Ρωμαϊκήν Αυτοκρατορία και η Ελλάδα το 146 π.Χ. έγινε επαρχία της Ρώμης.
Από τον 1ον αιώνα π.Χ. η Ρώμη τείνει να γίνει το νέο μεγάλο πνευματικό κέντρο του βιβλίου, ενώ τα ελληνικά κέντρα ήδη είχαν αρχίσει να παρακμάζουν.
Πρώτος ο Ιούλιος Καίσαρ είχε συλλάβει την ιδέα της ρωμαϊκής πνευματικής πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας.
Ο Κικέρων ενίσχυσε την βιβλιοφιλίαν των Ρωμαίων και εκαλλιέργησε την καθιέρωσιν ιδιωτικών βιβλιοθηκών στον Ρωμαϊκό κόσμο.
Ήδη το 12 π.Χ., οι Ρωμαίοι κτίζουν ναό στον «DIVUS JULIUS» ονομασθέντα Σεβαστείον και δίπλα από τον ναό ιδρύουν μίαν διπλοβιβλιοθήκη.
Σ΄ αυτήν υπήρχαν ξεχωριστά τμήματα για τα ελληνικά και για τα λατινικά Βιβλία.
Επιχειρείται δηλαδή υποκατάστασις της Ανακτορικής Βιβλιοθήκης του Μουσείου, καθώς και της θυγατρικής της του Σεραπείου χωρίς αυτές να καταστραφούν, αλλά με την μέθοδο της αποδυναμώσεώς τους και της βαθμιαίας απογυμνώσεώς τους. Στο χρονικό αυτό σημείο σφοδρώς πιθανολογείται η μετακίνησις χιλιάδων ελληνικών κυλίνδρων από την Μεγάλη Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη στην Ρωμαϊκή Διπλοβιβλιοθήκη.
4. Ο Ρωμαίος Αυτοκράτωρ Καρακάλλας μέγας θαυμαστής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και θεωρών τον Αριστοτέλη υπεύθυνο του θανάτου του Αλεξάνδρου, απειλούσε τους Αριστοτελικούς όχι μόνον με κατάργηση των ποικίλων προνομίων τους, αλλά ότι και θα κάψει τα βιβλία τους. Δεν καταγράφει η Ιστορία κατά πόσο η απειλή αυτή έγινε πράξις και εις ποίαν έκτασιν.
5. Ο Αυρηλιανός όταν υπέταξε την Παλμύρα το 272 μ.Χ. και ανακατέλαβεν την Αλεξάνδρειαν επήλθαν σοβαρές ζημίες εις το Μουσείον. Κατά τον Αμμιανό Μαρκελλίνο μάλιστα ο χώρος κατεστράφη ολοσχερώς.
6. Η Αυτοκρατορική βιβλιοθήκη στην Κωνσταντινούπολη άρχισε συγκροτούμενη το 357 μ.Χ. από τον Κωνστάντιον Β΄ με σκοπόν τον εμπλουτισμόν της με την κλασική Γραμματεία. Πιθανολογείται εν προκειμένω και πάλιν σοβαρή αφαίμαξις της Βιβλιοθήκης της Αλεξανδρείας.
7. Κατά τον 4ον αι. μ.Χ. παρατηρείται μία ειρηνική σύλησις της Βιβλιοθήκης με μοναδικό σκοπό την αξιοποίηση του υλικού της (έσβηναν τα γραμμένα κείμενα των παπύρων για να τους επαναχρησιμοποιήσουν). Είναι τα λεγόμενα παλίμψηστα.
8. Με εντολή του Αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος Α΄ και εχθρός του Ιωάννη Χρυσοστόμου, ξεσήκωσε πλήθος φανατικών πιστών σε εκστρατεία κατά των Εθνικών και των μνημείων τους. Εσώθη μόνον ο ναός της Ίσιδος. Η οργή του πλήθους κατέληξε στον ναό του Σέραπη τον οποίον και απεγύμνωσε απ΄ όλο το μεγαλείο που διέθετε. Ο ναός του Σέραπη εθεωρείτο το δεύτερο σε λαμπρότητα οικοδόμημα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μετά το Καπιτώλιον. Ο διάδοχος του Θεόφιλου Α΄ Πατράρχης Κύριλλος, αφού εξεδίωξε πληθώρα Ισραηλιτών οικούντων εις την Αλεξάνδρειαν διότι είχαν δολοφονήσει πολλούς Χριστιανούς, συνεπλήρωσε την καταστροφή. Επί των ημερών αυτού θανατώθηκε κατά τρόπον οικτρόν (διαμελισμός) η ωραιοτάτη νεοπλατωνική φιλόσοφος Υπατία, κόρη του νεοπλατωνικού Μαθηματικού Θέωνα, τελευταίου γνωστού μέλους του Μουσείου.
Η τόση μήνις εναντίον της εξεπήγαζε εκ του ότι οι φανατικοί επίστευαν πως επηρέαζε τον ειδωλολάτρη μαθητή της και Έπαρχο της Αλεξανδρείας Ορέστη, εναντίον των Χριστιανών (415 μ.Χ.).
Η κριτική αντιμετώπισις τού πότε και πώς κατεστράφη η Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας είναι δύσκολο να καταλήξει σε κάποια κοινά αποδεκτή εκδοχή.
Πιθανώτερον είναι - ως συνάγεται και από τα προαναφερθέντα στοιχεία - ότι συνέβησαν κατά καιρούς τμηματικές καταστροφές και υπήρξε σταδιακή αποδυνάμωσις εκ διαφόρων αιτίων. Ίσως αυτό να εξηγεί καλύτερα αυτό που λέγουν οι εσωτερικές παραδόσεις που ισχυρίζονται ότι υπάρχουν αρκετά σωσμένα αντίτυπα σε μυστικές και απρόσιτες βιβλιοθήκες ανά τον κόσμο (Θιβέτ, Βατικανό, Άγ. Όρος, Σινά, Κωνσταντινούπολις).

1. Ονωμάσθη Ειδογράφος επειδή κατέτασσεν τα λυρικά ποιήματα κατά είδος σε Δωρικά, Φρυγικά, Λυδικά κ.λπ.
2. Ο πατέρας του Νίκων, γνωστός διά την ευρυμάθειάν του, τού έδωσε το όνομα Γαληνός (=Γαλήνιος) επειδή επίστευε ότι η σημασία του ονόματος επηρεάζει την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του ανθρώπου.
3.Ο Τυραννίων ως αιχμάλωτος πολέμου είχε δωρηθεί εις την σύζυγον του Κικέρωνος η οποία εκτιμώντας τις αρετές του και το ότι υπήρξε διδάσκαλος των παιδιών της, τον απελευθέρωσε. Αργότερα ο Τυραννίων υπήρξε και διδάσκαλος του γεωγράφου Στράβωνος.
4. Ο Μάρκος Μέττιος Επαφρόδιτος ως αιχμάλωτος πολέμου επωλήθη εις τον Γραμματικόν Αρχίαν ο οποίος, αφού τον εξεπαίδευσε τον επώλησε εις τον Μ. Μ. Μόδεστον εις τον οποίον εχρημάτισε και διδάσκαλος των παιδιών του. Ο Μ. Μ. Μόδεστος εκτιμήσας την προσωπικότητα και τις υπηρεσίες του Επαφρόδιτου, του εχάρισε την ελευθερίαν του.

Νίκος Φιδέλης

Σχόλια