Άλκηστη του Ευριπίδη

Ο Απόλλωνας, τιμωρημένος από τον Δία, αναγκάστηκε να υπηρετήσει σαν κοινός θνητός τον βασιλιά των Φερών, Άδμητο. Ως αντάλλαγμα για τη φιλόξενη και ευγενική συμπεριφορά του βασιλιά, ο θεός τού χάρισε το μοναδικό προνόμιο να ξεφύγει από τον πρόωρο θάνατο, αρκεί κάποιος άλλος να πεθάνει αντί γι’ αυτόν με τη θέλησή του.
Οι ηλικιωμένοι γονείς του αρνούνται να τον υποκαταστήσουν στον Άδη. Η μόνη που δέχεται να πεθάνει στη θέση του είναι η γυναίκα του, η Άλκηστη.
Το νεκρό της σώμα είναι ακόμα άταφο, όταν η αναπάντεχη επίσκεψη του Ηρακλή αλλάζει τα δεδομένα. Ο Άδμητος κρύβει το βαρύ πένθος από τον φίλο του και τον φιλοξενεί στο παλάτι. Ο Ηρακλής, χωρίς να γνωρίζει τη συμφορά που βαραίνει το σπίτι, πίνει και γλεντά, εξοργίζοντας με την προκλητική συμπεριφορά του τον υπηρέτη που του αποκαλύπτει τον θάνατο της Άλκηστης. Ντροπιασμένος ο ήρωας αποφασίζει να πράξει το αδύνατο: να φέρει πίσω τη νεκρή από το σκοτεινό βασίλειο του Άδη. Επιστρέφοντας από εκεί, παραδίδει στον Άδμητο την πεπλοφορεμένη γυναίκα που συνοδεύει. Όταν το πέπλο σηκωθεί, ο Άδμητος βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα βουβό αίνιγμα.
Η συνύπαρξη τραγικών και κωμικών στοιχείων στο έργο, καθώς και το αινιγματικό τέλος του, προκάλεσε ατελεύτητες συζητήσεις για το είδος στο οποίο ανήκει. Παράλληλα, η εμφανής σοφιστική επίδραση στο έργο πυροδότησε μια σειρά από θέματα ηθικής των διαπροσωπικών σχέσεων, δίνοντας αφορμή στον συγγραφέα του «Αθηναϊκού Διαφωτισμού» να θίξει διαχρονικά ζητήματα: ποιος αξίζει περισσότερο να ζήσει, ποιος να πεθάνει, και για ποιο λόγο; Μπορεί η πραγματικότητα του θανάτου να ανατραπεί χωρίς συνέπειες;
Η Άλκηστη του Ευριπίδη, ακόμα κι όταν σηκώσει το πέπλο της, παραμένει ανεξιχνίαστη, έχοντας ως θεμελιακές της αρχές την αμφισημία και την πικρή ειρωνεία …
 

Σχόλια