«Ταξίδι στη σκιά του Βυζαντίου»


''Αδελφός ηρώτησε τον Αββάν Ποιμένα, λέγων: τα υψηλά τι έστί;

Λέγει ο γέρων: το δικαίωμα." (1)

"Ο χριστιανικός ασκητισμός και η ενσάρκωση του στον μοναχισμό αποτελεί ιστορική έκφραση, σε θρησκευτικό πλαίσιο, της άσκησης ως συστατικού στοιχείου της ανθρώπινης ύπαρξης και του πολιτισμού" λέει ο καθηγητής Κωνσταντίνος Δεληκωσταντής, στο βιβλίο του 'Η γοητεία του ασκητισμού '. Σημειώνει τις απόψεις του μητροπολίτη Διοκλείας Καλλίστου Ware ότι "οι μοναχοί εξακολουθούν να είναι είναι οι μάρτυρες της Εκκλησίας του Θεού, σε μιά εποχή που η Εκκλησία διατρέχει τον κίνδυνο να συγχέει τα του Καίσαρος με τα του Θεού, υπενθυμίζοντας στους ανθρώπους ότι η Εκκλησία του Θεού δεν είναι εκ του κόσμου τούτου" και τις απόψεις του π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ ότι "οι μοναχοί στην πραγματικότητα δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να διατηρούν αμείωτο, το ιδεώδες της χριστιανικής ζωής των πρώτων ημερών ανά τους αιώνες".
Αυτούς τους μοναχούς και ασκητές ζήτησαν να συναντήσουν οι δύο πρωταγωνιστές του βιβλίου, οι δύο καλόγεροι, ο Ιωάννης Μόσχος και ο μαθητής του Σωφρόνιος, μετέπειτα πατριάρχης Ιεροσολήμων, όταν ξεκίνησαν ένα ανοιξιάτικο πρωινό του έτους 587 μ.Χ από την Μονή του Αγίου Θεοδοσίου με θέα την Βηθλεέμ για να περιπλανηθούν μέσα από την έρημη γη της Ιουδαίας σε όλη την έκταση του Ανατολικού Βυζαντίου και να συλλέξουν την σοφία των πατέρων της ερήμου, των σοφών και των μυστών της Ανατολής, πρωτού καταρρεύσει και χαθεί ο εύφραστος κόσμος τους.
Καρπός του ταξιδιού αυτού είναι το "Λειμωνάριο" ένα εξαιρετικό ταξιδιωτικό αφήγημα, ένα μοναδικό δείγμα γραφής που θεωρείται αριστούργημα της βυζαντινής ιστορικής λογοτεχνίας. Είναι ένα κείμενο που περιέχει ιστορίες για την επαρχία του Βυζαντίου, για να γνωρίσουμε και να κατανοήσουμε τους πολίτες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Και να δούμε κυρίως την μεγάλη έκταση της στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, της αληθινής καρδιάς της Χριστιανοσύνης και του χριστιανικού πολιτισμού, πριν επικρατήσει εκεί οριστικά το ισλάμ. Να νοιώσουμε τον θαυμασμό του για την Αντιόχεια και την Αλεξάνδρεια, οι δύο άλλες μητροπόλεις του Βυζαντίου όπου ήκμαζαν τα γράμματα και οι τέχνες.

Αυτό το Λειμωνάριο είχε λοιπόν σαν οδηγό του, ο Ουίλλιαμ Νταλρίμπλ, όταν αποφάσισε να περπατήσει στα αχνάρια του Μόσχου και να δεί τι έχει απομείνει από την τρανή αυτοκρατορία. "Σκοπός μου ήταν να ξεκινήσω από τον Άθω και να φτάσω μέχρι τα κοπτικά μοναστήρια της Άνω Αιγύπτου για να δώ με τα δικά μου μάτια όσα είδαν ο Ιωάννης Μόσχος κι ο Σωφρόνιος. Ήθελα να περάσω τις νύχτες μου στα ίδια μοναστήρια, να προσευχηθώ κάτω από τις ίδιες τοιχογραφίες και τα ψηφιδωτά , να ανακαλύψω ό,τι είχε απομείνει, να ζήσω το λυκόφως του Βυζαντίου" λέει στο ξεκίνημα του βιβλίου ο συγγραφέας. Μόνο που ο Νταλρμίπλ ξεκινάει από τον Άθω για να αναζητήσει το πρωτότυπο του Λειμωναρίου στην Μονή Ιβήρων και συνεχίζει το ταξίδι του στην Πόλη, ουσιατικά ο πρώτος του σταθμός, σε αντίθεση με τον Μόσχο, ο οποίος καταλήγει στην Κωνσταντινούπολη μετά την περιπλάνηση του για την συγγραφή του σπουδαίου έργου του.
Καθώς ξεκινάει το ταξίδι του ο συγγραφέας πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες αποφασιστικά και αψηφώντας τους υπαρκτούς κινδύνους μάς περιγράφει  με προφητική διαίσθηση και με διαύγεια όλες του τις διαπιστώσεις. Όλη η πορεία του , οι επαφές του και οι επισκέψεις του ξετυλίγουν θαρρεί κανείς το νήμα των όσων πρόκειται να συμβούν στη συνέχεια, δηλαδή τα τελευταία 19 χρόνια. Αυτό το στοιχείο καθιστά το βιβλίο εξαιρετικά επίκαιρο και αναμφισβήτητα πολύ ενδιαφέρον.
Ένα ταξίδι λοιπόν στην Κωνσταντινούπολη, στην Αντιόχεια, στην Έδεσσα της νοτιοανατολικής Τουρκίας, στο Τουρ Αμπντίν, στο Χαλέπι, στη Δαμασκό, στη Βηρυτό, στην Ιερουσαλήμ, στην Αλεξάνδρεια, στην έρημο της Άνω Αιγύπτου. Στους τόπους που γεννήθηκε και άνθισε ο μοναχισμός κι ο ασκητισμός, εκεί που συναντήθηκε η ανατολή με το ελληνικό πνεύμα.

Ο συγγραφέας ξεκινάει την ιστόρηση του από το μεγαλείο της πρωτεύουσας του Βυζαντίου, κυρίως στα γράμματα και τις τέχνες και των επιβλητικών οικοδομήματων της που στέκονται ακόμη όρθια. Στη συνέχεια τονίζει την ανοχή της οθωμανικής Κωνσταντινούπολης απέναντι σε ανθρώπους διαφορετικών εθνοτήτων και θρησκειών για να καταλήξει στην μονοεθνική πια τωρινή μεγαλούπολη 99% τουρκική, χωρίς τους Έλληνες, τους Εβραίους και τους Αρμεναίους της, στείρα από το κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της που βαστούσε από την εποχή του Μόσχου. Τότε πού όταν έφθανε ο Μόσχος για να τελειώσει το ταξίδι του κατοικούσαν 750,000 άνθρωποι, και στους δρόμους της ακουγόνταν 72 διαφορετικές γλώσσες. Η συνομιλία του μέ εναν ιερέα του Οικουμενικού Πατριαρχείου θα του αποκαλύψει μεταξύ άλλων ότι στο Φανάρι, το αλλοτινό κέντρο της ελληνικής Πόλης , δεν ζει πιά ούτε ένας Ελληνας και ότι το κλείσιμο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης το 1971 τους έχει κόψει τα πόδια, κυνδινεύοντας  να σβήσει τον ορθόδοξο κλήρο μετά από ιστορία 1500 χρόνων. Και η συνομιλία του με μια ρωμιά μαθήτρια στην σκάλα της Πριγκήπου, μετά από το προσκήνυμα του στην θαυματουργή μονή του Αγίου Γεωργίου του Κουδουνά, που σφίζει από επισκέψεις μουσουλμάνων, θα τον ξαφνιάσει στο άκουσμα ότι οι Τούρκοι νομίζουν ότι ο Αη Γιώργης είναι Τούρκος, κι ότι όλα είναι τουρκικά, ακόμη κι ο Όμηρος!

Η εισαγωγή αυτή για την αντίληψη των πραγμάτων στην Τουρκία κορυφώνεται στη συνέχεια με την επαφή του με τους συρορθόδοξους χριστιανούς της νοτιοανατολικής Τουρκίας. Αυτή η κοινότητα που έχει συρρυκνωθεί κυριολεκτικά ανάμεσα στις διαμάχες  Κούρδων και Τούρκων τα τελευταία χρόνια. Ο συγγραφέας διαπιστώνει με τι ταχύτητα και μεθοδικότητα εξαφανίζονται οι μαρτυρίες της χριστιανικής παρουσίας στη χώρα. Χριστιανικές εκκλησίες είτε συρορθοδόξων είτε αρμεναίων μετατρέπονται σε τζαμιά ή αφήνονται σαν ερείπια, ακόμη και ονόματα στις πλάκες των νεκροταφείων καταστρέφονται για να μην μείνει ίχνος της ύπαρξης τους.

Ο πρώτος σταθμός του Ουίλλιαμ Νταλρίμπλ στην νοτιοανατολική Τουρκία είναι η Αντιόχεια (Αntakya). Η γενέτειρα του Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Ο τόπος της ασκητικής ζωής του Αγίου Συμεών του Στυλίτη. Την εποχή του Μόσχου όλες οι κορυφές της Αντιόχειας κατοικούνταν από στυλίτες, ερημίτες που ασκήτευαν σε όλη την ζωή τους πάνω σ-ένα στύλο. Οι δρόμοι ανάμεσα στη Αντιόχεια και τις ακτές ήταν ασφυκτικά γεμάτοι από προσκυνητές και πιστούς που έρχονταν απ΄ όλα τα μέρη της Μεσογείου. Μια χούφτα χριστιανοί τώρα δεν θυμίζουν τίποτε από την τρίτη μεγαλούπολη του Βυζαντίου, που κυβερνούσε την Ευρώπη, τις ακτές της Βορείου Αφρικής και ένα κομμάτι της Μέσης Ανατολής. Ψυχή δεν πατάει σήμερα στο ξακουστό προσκύνημα του Συμεών.
Η ίδια εικόνα και στην Έδεσσα (Ούρφα), η πατρίδα του Αγίου Εφραίμ του Σύρου, όπου βρισκόταν ένα από τα σπουδαιότερα πανεπιστήμια του Βυζαντίου κι οι αίθουσες διδασκαλίας ήταν τόπος γόνιμης ανταλλαγής ιδεών. Όπου τα εκκλησιατικά άσματα ήταν τα παλαιότερα της χριστιανικής παράδοσης και η δυτική μουσική παράδοση έπαιρνε τις ρίζες της από τους ύμνους του Αγίου Εφραίμ του Σύρου.  Η ίδια εικόνα και στο Ντιγιαμπακίρ, τόπος πολυπληθής με Αρμεναίους όπου έχει μείνει πια μια αρμενική εκκλησία με την τελευταία και ολομόναχη αρμένισσα να την προσέχει. Ο συγγραφέας σημειώνει ιδιαίτερα με πόσο γρήγορο ρυθμό χάνεται η αρμένικη κληρονομιά της Τουρκίας.

Συνεχίζοντας το ταξίδι του ο Νταλρίμπλ, εισέρχεται στην περιοχή των Κούρδων, σε περίοδο έξαρσης του ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα που διεξάγει το ΡΚΚ εναντίον του τουρκικού κράτους και των συνεργατών του. Και γι’ αυτό η πορεία του στα βουνά γίνεται εξαιρετικά επικίνδυνη, με την κρατική ασφάλεια και το στρατό να τον ακολουθεί από κοντά.

Ο επόμενος σταθμός του είναι η περιοχή του Τουρ Αμπτίν όπου στα τέλη του 19ου αιώνα σε αυτά τα μέρη ζούσαν ακόμη 200,000 συρορθόδοξοι. Η έδρα της συρορθόδοξης εκκλησίας βρισκόταν στη μονή του Ντερ ελ-Ζαφεράν, όπου σε «τριακόσια μοναστήρια συνέχιζε να τελείται η παλιά λειτουργία της Αντιόχειας σε αραμαϊκή γλώσσα» Οι συρορθόδοξοι βρέθηκαν απομονομένοι όταν το 451 μ.Χ αρνήθηκαν της αποφάσεις της Συνόδου της Χαλκηδώνας, και αποτραβήχθηκαν στούς έρημους λόφους του Τουρ Αμπτιν μακρυά από το μένος των βυζαντινών αυτοκρατόρων κρατώντας την αραμαϊκή γλώσσα, την γλώσσα του Χριστού. Τον 20ο αιώνα βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα δεινά της εκκαθάρρησης όπως και οι Αρμεναίοι. Μετά τους βίαιους εκτοπισμούς του πληθυσμού στην Τουρκία, εκδιώχθηκε και ο συρορθόδοξος πατριάρχης, ο οποίος κατέφυγε στην Δαμασκό. Το 1978, το τουρκικό κράτος έκλεισε το αραμαϊκό σχολείο της μονής δίνοντας το τελειωτικό κτύπημα στην κοινότητα τους. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, δεν είχαν απομείνει ούτε 900 συρορθόδοξοι και δεκαπέντε μοναχοί μόνο στα πέντε σωζόμενα  μοναστήρια της περιοχής. Ο Ντάριμπλ όμως θέλει να περάσει την επόμενη νύχτα του ακριβώς όπως κι ο Ιωάννης Μόσχος, ανάμεσα σε καλόγερους ντυμένους όπως ο ίδιος, ακούγοντας τους ίδιους ύμνους που τον 6ο αιώνα ψάλλονταν κάτω από τα ίδια ψηφιδωτά. Να μπει στο περίφημο Μορ Γκάμπριελ, την παλαιότερη ίσως μονή της Ανατολής που χτίστηκε το 512 από τον αυτοκράτορα Αναστάσιο. Η επιθυμία του συνδέεται επίσης και με τις σπουδές του στο Κέμπριτζ, όταν ειδικεύθηκε στη μελέτη της ινβερνοσαξονικής τέχνης, η οποία οφείλει τα μέγιστα στους καλλιτέχνες που δούλευαν στα μοναστήρια του Τουρ Αμπτίν. Ένα πολιτισμικό χρέος λέει ο Νταλρίμπλ, ελάχιστα γνωστό και σίγουρα ανεξόφλητο, καθώς από εδώ γεννήθηκαν τα πρώτα έργα της χριστιανικής εικονικής τέχνης των Βρετανικών Νήσων
.
Οι μαρτυρίες των αββάδων του Μορ Γκάμπριελ για την εξόντωση ολόκληρων χωριών στην περιοχή αυτή και ο πόνος των ανθρώπων για το χάσιμο των δικών τους καθώς και της γής τους και των κήπων τους περιγράφονται πολύ έντονα και παραστατικά από την πέννα του συγγραφέα. Η επιμονή των άτυχων αυτών ανθρώπων να μην αφήσουν τις πατροπαράδοτες εστίες τους, να μην το βάλουν κάτω, να ελπίζουν πάντα για την σωτηρία τους είναι στοιχεία πολύ ελάχιστα γνωστά στον Δυτικό κόσμο. "Οι Χριστιανοί της Δύσης δεν έχουν κάνει ποτέ τίποτε για εμάς, είπε ο γυιός ενός πολύ ηλικιωμένου ιερέα- του αμπούνα Σάμπο που ήθελε οπωσδήποτε να επισκεφθεί ο Νταλρίμπλ. Οι Τούρκοι βοηθάνε τους άλλους Μουσουλμάνους όταν έχουν προβλήματα  στο Αζερμπαϊτζάν ή στη Βοσνία, αλλά οι Χριστιανοί της Ευρώπης ποτέ δεν νοιάστηκαν για τα αδέρφια τους στο Τουρ Αμπτίν".

Το οδοιπορικό του Νταλρίμπλ συνεχίζεται με την είσοδο του στην Συρία, όπου το τοπίο είναι πιο φιλικό και πολιτισμένο. Η Συρία ουδεμία σύγκριση επιδέχεται με την εχθρική και καχύποπτη στάση της Τουρκίας, της αστυνομίας, του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών της στις νοτιοανατολικές επαρχίες, όταν η περιήγηση του συγγραφέα συχνά κρεμόταν από μια κλωστή τύχης ή καλής συγκυρίας. Η Συρία του Χάβεζ αλ Άσαντ, Κήπος της Εδέμ σε σχέση με την Τουρκία, αν και αστυνομικό και μονοκομματικό κράτος, αφήνει τους πολίτες της στην ησυχία τους, αρκεί να μην ασχολούνται με την πολιτική λέει ο Νταλρίμπλ. Αλλά σημειώνει επίσης, μετά από επαφές που έχει κυρίως με αρμεναίους επιχειρηματίες και μαρωνίτες χριστιανούς, ότι οι Χριστιανοί έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν πως μπορεί να έρθουν αντιμέτωποι μ'ένα νέο, πολύ πιό άγριο, κύμα αντιδράσεων αν πεθάνει ό Άσαντ ή καταρρεύσει το σημερινό καθεστώς. "Οι Χριστιανοί της Συρίας παρακολουθούν με μεγάλη ανησυχία, λέει ένας από αυτούς, τα ισλαμικά κινήματα που κερδίζουν έδαφος και τον φονταμενταλισμό που ανέρχεται. Όσο το μπουκάλι παραμένει σφραγισμένο όλα θα πηγαίνουν καλά, όταν πεταχτεί όμως ο φελλός κανείς δεν ξέρει τι μάς περιμένει".

Το Χασεκέ και το Χαλέπι είναι οι πρώτοι του σταθμοί στη χώρα. "Αν δεν υπήρχε η Συρία, θα'μασταν τελειωμένοι θα του πει ο συρορθόδοξος μητροπολίτης Χαλεπίου Γκρεγκόριο. Πράγματι η Συρία είναι ένα καταφύγιο για όλους τους Χριστιανούς, για τους Νεστοριανούς και τους Χαλδαίους που εκδιώχθηκαν από το Ιράκ, τους Συρορθόδοξους και τους Αρμεναίους που εκδιώχθηκαν από την Τουρκία, ακόμη και για τους Παλαιστίνιους Χριστιανούς που έφτασαν από τους Αγίους Τόπους διωγμένοι από τους Ισραηλινούς."

Εδώ ο Νταλρίμπλ θα γνωρίσει την Νεστοριανή Εκκλησία. Την αρχαία αυτή Εκκλησία που κάποτε έφερε στο Βυζάντιο τα μυστικά της καλλιέργειας του μεταξιού και στο ισλάμ την ιατρική και βοήθησε να διαδοθεί στη Δύση η ξεχασμένη φιλοσοφία της αρχαίας Αθήνας με το πανεπιστήμιο τους στην πόλη Νισαϊμπίν. Την Εκκλησία που λόγω της διαφωνίας της για τον ακριβή χαρακτήρα της ανθρώπινης υπόστασης του Χριστού (οι Νεστοριανοί δήλωναν οτι ο Χριστός ενσάρκωνε δύο εντελώς ξεχωριστά πρόσωπα, το ένα θεϊκό και το άλλο ανθρώπινο, σε αντίθεση με την ορθόδοξη πίστη στη μια και αδιαίρετη φύση του Χριστού, ταυτόχρονα θεϊκή και ανθρώπινη), εκδιώχθηκε από την γη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και αποτραβήχθηκε βαθύτερα στην Ανατολή και ρίζωσε ταχύτατα σε τόπους μακρινούς όπως την Κίνα. Και αν οι Μογγόλοι Χαν είχαν ασπαστεί τις αρχές της, θα ήταν σήμερα η ισχυρότερη θρησκευτική δύναμη σ'ολόκληρη την Ασία. (ο κηδεμόνας του Τζενγκιζ Χαν ήταν Νεστοριανός αναφέρει ο συγγραφέας). Αντ' αυτού δέχθηκαν σκληρά χτυπήματα στις αρχές του 20ου αιώνα που πήραν διατάσεις γενοκτονίας. Σήμερα ζούν σε καταβλισμούς γύρω στους 10,000 στο Χασεκέ διατηρώντας πολλές από τις παραδόσεις της πρώτης Εκκλησίας, παραδόσεις που σε άλλους τόπους έχουν εκλείψει εντελώς.

Εδώ όμως και κυρίως στο Χαλέπι ο συγγραφέας συναντά πολύ κόσμο, και χριστιανούς και μουσουλμάνους μέσα στα παζάρια, σεϊχιδες και αββάδες και απλούς καταστηματάρχες και συνειδητοποιεί πόσο στενοί είναι οι δεσμοί μεταξύ των δύο θρησκειών. "Αν επέστρεφε σήμερα ο Μόσχος λέει το πιθανότερο είναι ότι πιο οικείες θα του φαινόταν οι λατρευτικές συνήθειες ενός Σούφι, παρά εκείνες ενός αμερικανού Ευαγγελιστή.  Είναι αλήθεια ότι όταν οι Βυζαντινοί πρωτοήρθαν σε επαφή με τους πολεμιστές του Πορθητή, υπέθεσαν ότι το ισλάμ ήταν απλώς ένα αιρετικό παρακλάδι του χριστιανισμού και δεν βρίσκονταν πολύ μακριά από την αλήθεια. Κι όμως αυτές οι απλές αλήθειες παραβλέπονται, εξ αιτίας της τάσης να βλέπουμε τον χριστιανισμό ως δυτική θρησκεία παρά ως πίστη που γεννήθηκε στην Ανατολή. Επίσης η δαιμονοποίηση του ισλάμ από τη Δύση, αλλά και η έξαρση του μουσουλμανικού φονταμενταλισμού έχουν δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα μέσα στην οποία λίγοι γνωρίζουν ή επιθυμούν να γνωρίσουν την βαθειά συγγένεια που συνδέει τις δύο θρησκείες."

Στη συνέχεια ο συγγραφέας θα κινηθεί προς την Χομς, την αρχαία Έμεσα, την πατρίδα του Ρωμανού του Μελωδού για να φτάσει στη Μονή Σεϊντνάϊα, μέσα από δρόμους και κοιλάδες γεμάτες με άθικτες βυζαντινές κατοικίες ξεχασμένες εκεί που μαρτυρούν όμως την ύπαρξη ενός ολόκληρου κόσμου- εκείνου της βυζαντινής αυτοκρατορίας που ζούσε στις επαρχίες. Στη μονή όπου φυλλάσονται σπουδαίες εικόνες και κυρίως το θαυματουργό εικόνισμα της Κυράς μας της Σεϊντνάϊα που λέγεται ότι είχε ζωγραφίσει ο Άγιος Λουκάς. Μέσα η ατμόσφαιρα είναι τόσο αυθεντικά βυζαντινή όσο και στο Αγιο Όρος. Ενώ ψάλλουν καλόγριες και λειτουργεί ο ιερέας στον εσπερινό  ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι οι σκέψεις του επαληθεύονται. Εδώ βλέπει και μαθαίνει ότι σμίγουν καθημερινά χριστιανοί και μουσουλμάνοι. Εδώ πιστεύουν οι μουσουλμάνοι στα θαύματα της Κυράς. Η Σεϊντνάϊα ένα από τα σπάνια προσκηνύματα που η Κυρά μας η Παναγιά προσφέρει γιατριά και παρηγοριά σε όσους την παρακαλούν από καρδιάς.

Το ταξίδι στη σκιά του Βυζαντίου συνεχίζεται με τον Λίβανο, την γη των Μαρωνιτών, που δεν εμφανίζονται μεν στο Λειμωνάριο, αποτελούν όμως την ψυχή της χριστιανικής Βηρυτού και την καρδιά των προβλημάτων που προκάλεσε ο εμφύλιος πόλεμος στο Λίβανο την δεκαετία του 1980. Οι Μαρωνίτες , μια ομάδα ανθρώπων που συσπειρώθηκαν γύρω από τον  βυζαντινό ερημίτη Άγιο Μάρωνα, ασπάσθηκαν τον μονοθελιτισμό, που υποστήριξε ο αυτοκράτορας Ηράκλειος για να ενώσει ορθοδόξους και μονοφυσίτες, καταδικάστηκαν από την επίσημη βυζαντινή Εκκλησία ως αιρετικοί, και με τον καιρό μετανάτευσαν στις δυσπρόσιτες πλαγιές του όρους Λίβανος. Αποτελούν σήμερα με την γαλλική τους κουλτούρα,  την πάλαι ποτέ υποστήριξη της Γαλλίας και την οικονομική τους ευρωστία την άρχουσα τάξη της Βηρυτού. Είναι όμως οι ουσιατικοί υπαίτιοι του εμφυλίου πολέμου, της διαμάχης μεταξύ χριστιανών και σουνιτών/σιιτών και κυρίως των Παλαιστινίων, με τους Φαλλαγγίτες τους να μάχονται όμως εναντίον όλων ακόμη και των ντόπιων Αρμεναίων, Ελληνορθοδόξων, Δρούζων και χριστιανών Παλαιστινίων για την επικράτηση τους. "Τελικά όμως οι Άραβες Χριστιανοί είναι που κάνουν τον αραβικό κόσμο 'αραβικό' αντί για 'μουσουλμανικό'  θα πει στον Νταλρίμπλ ένας καθηγητής του πανεπιστημίου της Βηρυτού και είναι αυτοί που θεμελίωσαν τον κοσμικό αραβικό εθνικισμό". Όλα αυτά όμως μακριά από την επίσκεψη στις τρεις λιβανέζικες πόλεις του  Μόσχου, την Τύρο, τον Πορφυρεώνα και το Μπάαλμπεκ, στις οποίες ακόμη υπάρχουν καλοδιατηρημένα βυζαντινά μοναστηριακά ερείπια, εκκλησίες, ξενώνες και αγροτικές κατοικίες. Ο Νταλρίμπλ θα θαυμάσει τα μωσαϊκά σε παλάτι του Πορφυρεώνα, που είχε επισκεφθεί και ο Μόσχος και αναφέρει στο Λειμωνάριο. Στη συνέχεια θα επισκεφθεί το αρχαίο πατριαρχείο των Μαρωνιτών στο Μπσάρε, θεμελιωμένο από τον  Μέγα Θεοδόσιο τον τέταρτο αιώνα και θα συναντήσει εκεί στην κοιλάδα των Αγίων τον τελευταίο ερημίτη του Λιβάνου ή και της Εγγύς Ανατολής, αφησμένο στην προστασία του Θεού, μόνο ολόμονο να κρατάει τον τόπο του. Και ακόμη θα γνωριστεί με τους Παλαιστίνιους χριστιανούς στο στρατόπεδο του Μαρ Έλιάς, χτισμένο σε γη της ελληνορθόδοξης Εκκλησίας, αυτούς τους  κατετρεγμένους ανθρώπους, που βασανίστηκαν και ξεκλρηρώθηκαν από τους βομβαρδισμούς  Μαρωνιτών και Ισραηληνών.

Έχει ήδη κλείσει 4 μήνες πορείας ο Ουίλλιαμ Νταλρίμπλ όταν φτάνει στον προτελευταίο του προορισμό. Είναι η έρημος της Ιουδαίας, η κατεχόμενη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη και η Ιερουσαλήμ. Είναι οι Άγιοι Τόποι για τους οποίους έχει χυθεί πολύ αίμα και έχει δωθεί άνισος αγώνας για να δημιουργηθεί και να κρατηθεί το νέο κράτος του Ισραήλ. Είναι εδώ, στην έρημο της Ιουδαίας που ο Ιωάννης Μόσχος πέρασε το μεγαλύτερο κομμάτι του μοναστικού του βίου και  είναι οι ιστορίες των μοναχών που κατοικούσαν σ'αυτούς τους γυμνούς λόφους που γεμίζουν τις περισσότερες σελίδες του Λειμωναρίου. Ο Νταλρίμπλ θα επισκεφθεί πρώτα απ'όλα την μονή του Αγίου Θεοδοσίου, εκεί που έζησε και αναπαύεται ο Μόσχος, την μονή που έκτισε ο Θεοδόσιος πάνω στη σπηλιά που κρύφτηκαν οι Τρεις Μάγοι για να αποφύγουν τον Ηρώδη. Πότε; Όχι και πολύ παλιά το 614 μ.Χ θα του πει η μόνη καλόγρια της μονής που τον υποδέχεται! Ο Νταλρίμπλ θα κάτσει δίπλα στα ονόματα του Σωφρονίου και του Ιωάννη Μόσχου γραμμένα σε καθαρά βυζαντινά ελληνικά και θα αφουγγραστεί τα όσα είδε μέχρι τότε, τα όσα ακούει από την καλόγρια για το φημισμένο μοναστήρι των Αγίων Τόπων και θα παρακαλέσει από την καρδιά του μπροστά στον τάφο του Ιωάννη Μόσχου γιά όσους τον βοήθησαν στους 4 αυτούς μήνες, για τους μοναχούς του Άθω που του έδειξαν το χειρόγραφο, για τους τρομαγμένους σύρους μοναχούς του Μορ Γκάμπριελ, για τους χριστανούς του Χαλεπίου,  της Βηρυτού. Και θα ζητήσει την ευλογία του Μόσχου για την συνέχεια και κυρίως την προστασία του για το πιο επικίνδυνο κομμάτι  του ταξιδιού , στις ξερές εκτάσεις της Άνω Αιγύπτου.

Η διαμονή στο Ισραήλ όμως δεν είναι εύκολη δουλειά. Έχει πάλι πόνο που συνδέεται με τον επικοισμό της Δυτικής Όχθης και την απάνθρωπη αντιμετώπιση του ντόποιου πληθυσμού, με τον αφανισμό κυριολεκτικά των χριστιανών Παλαιστινίων από την παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ και των χριστιανών Αράβων από την Ναζαρέτ, με την μερολυπτική στάση του κράτους εις βάρος του χριστιανικού στοιχείου και των χριστιανικών μνημείων, με την εχθρική αντιμετώπιση των φανατικών εβραίων χαρεντίμ αλλά και των ακραίων μουσουλμάνων εναντίον των χριστιανών. Παρ' όλα αυτά όμως ο Νταλρίμπλ θα βρεί τα βυζαντινά μνημεία που ψάχνει και θα συνομιλήσει με τους εναπομείναντες χριστιανούς της Ιερουσαλήμ. Θα επισκεφθεί το σπουδαίο μοναστήρι του Μαρ Σάμπα - Άγιος Σάββας- που κατοικείται χωρίς διακοπή μέχρι σήμερα από την θεμελίωση του στα τέλη του 5ου αιώνα! Αυτό το βυζαντινό μοναστήρι που αν και υπέστη σεισμούς και επιδρομές Βεδουίνων, ορθώνεται ακόμη έτσι όπως το ήξερε ο Ιωάννης Μόσχος. Εδώ πού έζησε μια σπουδαία μορφή της βυζαντινής τέχνης και θεολογίας, ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. στον οποίο οφείλει το Βυζάντιο την καλλιτεχνική του ελευθερία της ars sacra και η Δύση την πορεία της Αναγέννησης. Θα βρεθεί με τους Αρμεναίους, που έχουν καταφέρει να επιβιώσουν στην παλιά πόλη, όταν καμιά από τις πολυπληθείς κοινότητες των Γεωργιανών, Σύρων, Γαλάτων, Ιταλών και Γάλλων δεν μπόρεσε να κρατηθεί. "Οι Ισραηλινοί θέλουν με κάθε τρόπο να μάς αναγκάσουν να φύγουμε, ακόμη και με το φορολογικό σύστημα προσπαθούν να μας οδηγήσουν σε πτώχευση, ανησυχούμε σοβαρά για το μέλλον μας, ζούμε εδώ και 1600 χρόνια σ'αυτό τον τόπο, κι όμως δεν ξέρουμε τι μάς περιμένει" θα του πει ο επίσκοπος τους. Οι Παλαιστίνιοι χριστιανοί αλλά και οι μουσουλμάνοι έχουν εκδιωχθεί κι αυτοί από τις εστίες τους. Οι Έλληνες επίσης. "Όλα αυτά έχουν σοβαρές συνέπειες, γράφει ο συγγραφέας, ο χριστιανισμός δεν θα υφίσταται πλέον στους Αγίους Τόπους ως ζωντανή πίστη, στην καρδιά της Χριστιανοσύνης θα υπάρχει ένα τεράστιο κενό." Ο πατριάρχης Διόδωρος όμως θα σταθεί μάλλον αγέρωχος: "Εχουμε εδώ μία αποστολή, θα του πει, πρέπει να συνεχίσουμε να υπάρχουμε."
Μετά από τις εντάσεις και τα μίση του Ισραήλ, την απελπισία των Παλαιστινίων και την αιμορραγία των υπόλοιπων χριστιανικών κοινοτήτων, το επόμενο και τελευταίο πόστο του συγγραφέα φαντάζει σαν Ευρώπη. Είναι η δύσκολη επίσκεψη στην Αίγυπτο που ξεκινάει όμως με την ελληνική Αλεξάνδρεια.  Μια από τις πιο χαλαρές στιγμές του μακρινού αυτού ταξιδιού.   Η θρυλική Αλεξάνδρεια θα τον γεμίσει με μνήμες της αρχαίας της ιστορίας, της βυζαντινής της παρακαταθήκης, της νεότερης κοσμοπολίτικης ατμόσφαιρας της και τα μεγαλεία της την δεκαετία του '30. Θα θυμηθεί τον Κωνσταντίνο Καβάφη, θα μάθει γι αυτόν από ανθρώπους που έζησαν στην ίδια γειτονιά και τον θυμούνται στην προχωρημένη ηλικία του. Βλέποντας μια άλλη Αλεξάνδρεια όμως, μια αληθινά αιγυπτιακή πόλη με το βλέμμα της στραμμένο μάλλον στον μουσουλμανικό φονταμενταλισμό παρά στη Δύση θα αποχαιρετήσει την αλλοτινή βασίλισσα της Μεσογείου. Την πόλη που έκανε τον Ιωάννη Μόσχο και τον Σωφρόνιο να πουν σε γραπτά κείμενα τους "για εμάς τους Αλεξανδρινούς", καθώς η Αλεξάνδρεια υπήρξε η βάση απ'όπου  ξεκινούσαν τις εξερευνήσεις τους για τα μοναστήρια της αιγυπτιακής ερήμου, και της Μεγάλης Όασης στο νότο. Ο συγγραφέας θα επισκεφθεί στη συνέχεια τη Μονή του Αγίου Αντωνίου, όπου γεννήθηκε ο χριστιανικός μοναχισμός. Τότε που έβριθε η έρημος μέχρι την Ιερουσαλήμ από τα 700 βυζαντινά μοναστήρια. Θα συνομιλήσει με Κόπτες χριστιανούς στο Νταρ ουλ- Μουχάρακ οι οποίοι έμαθαν να ζουν πια με σκυφτό το κεφάλι. "Στην Αίγυπτο οι αρχές φέρονται πολύ άσχημα στους Κόπτες, η κυβέρνηση δεν κάνει απολύτως τίποτε, η αστυνομία δεν συλλαμβάνει κανένα, δεν υπάρχει δικαιοσύνη" θα του πουν οι μοναχοί που πρόσφατα έχουν δει τις εκκλησίες τους να καίγονται, τους ιερείς και τους κοσμικούς τους να δολοφονούνται. Στη συνέχεια θα νοιώσει στο Καϊρο, που αναφέρεται στα πεταχτά από τον Μόσχο, την απειλή της Γκαμάα αλ Ισλαμίγια  στο καθεστώς Μουμπάρακ  και  θα μάθει για τις συνεχείς επιθέσεις και δολοφονίες εναντίον απεγνωσμένων Κοπτών. Τα ίδια και χειρότερα και στην πόλη Ασιούντ, η Λυκόπολις του Βυζαντίου και η άκρη του κόσμου για τους Βυζαντινούς. Εδώ που κινδύνευσε αρκετές φορές σε μπλόκα τρομοκρατών ή στρατιωτικών ο Νταλρίμπλ με τον οδηγό του, προσπερνώντας μικρές βυζαντινές πόλεις ή μονές, που αναφέρονται στο Λειμωνάριο ή  εκκλησίες που πρόσφατα πυρπολήθηκαν από φανατικούς ισλαμιστές.
Η αγαλλίαση όμως δεν θα αργήσει να φανεί στο πρόσωπο του συγγραφέα. Στα μέσα του έκτου μήνα και λίγο πριν γυρίσει πίσω στην πατρίδα του ο Νταλρίμπλ ετοιμάζει τον εαυτό του προς την πορεία για την Μεγάλη ΄Οαση, την Χάργκα της Άνω Αιγύπτου. Εκεί που έφτασε στο τέρμα του ταξιδιού του ο Ιωάννης Μόσχος. Για εκατοντάδες μίλια η έρημος εκτεινόταν μπροστά του αδιάσπαστη και επίπεδη, ένα επιβλητικό θέαμα που θα φάνταζε το ίδιο, σκέφτεται και στους  δύο ταξιδιώτες  μοναχούς στις αρχές του 7ου αιώνα. Αγναντεύοντας το τοπίο θα συναντήσει τα ερείπια ενός αρχαίου φαραωνικού ναού, και λίγο πιο πέρα μια κοπτική βυζαντινή νεκρόπολη με σπίτια, τάφους κι εκκλησάκια. Ετούτοι οι τάφοι πρέπει να ήταν το τελευταίο πράγμα που είδε ο Ιωάννης Μόσχος πριν εγκαταλείψει την Μεγάλη Όαση για την Αλεξάνδρεια και έπειτα την Κωνσταντινούπολη. Λίγο μετά η Μεγάλη Όαση θα έπεφτε στα χέρια των Περσών και μετά από μικρή επανάκτηση της από τους  Βυζαντινούς το 641μ.Χ θα περνούσε όπως και το μεγαλύτερο μέρος της Μέσης Ανατολής στα χέρια του Ισλάμ.

Ο χριστιανικός κόσμος τον οποίο γνώριζε και για τον οποίο έγραφε ο Μόσχος, όλοι οι άνθρωποι που περιπλανώνται στις σελίδες του Λειμωναρίου, οι ερημίτες που ζήτησαν τα υψηλά και οι απλοί που έζησαν την καθημερινότητα, καθυποτάχθηκαν και υποδουλώθηκαν στο πέρασμα των αιώνων. Η φθίνουσα πορεία συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς στις μέρες μας. Αυτή την πορεία παρακολούθησε ο Νταλρίμπλ στο δικό του ταξίδι.
"Στη διάρκεια του ταξιδιού μου πάνω στα δικά του χνάρια είδα τα τελευταία σημάδια αυτού του ξεριζωμού. Ήταν μια διαδικασία που συνεχίστηκε μέσα στον χρόνο για μιάμιση σχεδόν χιλιετία. Ο Μόσχος είδε την αρχή της. Εγώ είδα την αρχή του τέλους της." 
Ουίλλιαμ Νταλρίμπλ, Νοέμβριος 1996                                                                                                          
                                                                                         Ρέα Ξενιάδου Πουρνάρα
                                                                                            13 Δεκεμβρίου 2013 

(1) Κωνσταντίνου Δεληκωσταντή, Η γοητεία του ασκητισμού, Αθήνα 2011, εκδόσεις Έννοια, σ.64

http://pammakaristos.com/frontend/article.php?aid=210&cid=90

Σχόλια