Ράτσα ναι, ρατσισμός όχι

Οι τελευταίες επιστημονικές αναλύσεις δείχνουν ότι οι φυλές των ανθρώπων όντως υπάρχουν και όταν αρνούμαστε αυτό το γεγονός γινόμαστε περισσότερο ρατσιστές από ό,τι πριν
Ράτσα ναι, ρατσισμός όχι!
ΙΩΑΝΝΑ ΣΟΥΦΛΕΡΗ Κυριακή 3 Απριλίου 2005
Yπάρχει άραγε λόγος να αγάλλεται κανείς και να πανηγυρίζει όταν διαπιστώνει το αυτονόητο; Τα τελευταία 30 χρόνια η επιστημονική κοινότητα είχε υιοθετήσει την άποψη ότι ο όρος «φυλή» είναι κοινωνικός και στερείται βιολογικής βάσης. Γιατί λοιπόν πριν από τέσσερα χρόνια ο εκδότης της έγκριτης ιατρικής επιθεώρησης «New England Journal of Medicine», επικαλούμενος ευρήματα που προέκυψαν από τη συγκριτική ανάλυση του γενετικού υλικού ανθρώπων διαφορετικών «φυλών», ένιωσε την ανάγκη να πανηγυρίσει επαναλαμβάνοντας εμφατικά ότι «η λέξη "φυλή" στερείται βιολογικού νοήματος»; Γιατί αντίστοιχα εμφατικό άρθρο της επιθεώρησης «Science» τόνιζε πως «ο μύθος των μεγάλων γενετικών διαφορών μεταξύ των "φυλών" αποκαθηλώνεται υπό το βάρος των γενετικών δεδομένων»; Δεν ήταν λυμένα αυτά τα θέματα; ή μήπως οι πανηγυρισμοί δεν ήταν τίποτε άλλο παρά έκφραση ανακούφισης; Επιτέλους οι επιστήμονες είχαν βρει έναν τρόπο να δείξουν στην ανθρωπότητα ότι τα δεδομένα τους υπηρετούν και στηρίζουν τα αντιρατσιστικά αισθήματά μας και να σβήσουν την ντροπή της ευγονικής! Τι θα γίνει όμως τώρα που ενδελεχής επιστημονική ανάλυση δείχνει ότι ανθρώπινες φυλές υπάρχουν και πως το να το αρνηθούμε μας καθιστά περισσότερο ρατσιστές από πριν;
Τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν η ανθρωπότητα ολόκληρη παρατηρούσε άφωνη τις καταστροφές που επέφερε η επέλαση του τσουνάμι στον Ινδικό Ωκεανό, ορισμένοι ανθρωπολόγοι διερωτήθηκαν για την τύχη καμιά τετρακοσαριά ατόμων που κατοικούσαν στα νησάκια Andaman. Οταν χάνονται 150.000 ζωές σε λίγες ώρες, ακούγεται πολυτέλεια να εκφράζει κανείς ξεχωριστό ενδιαφέρον για 400 από αυτές. Οι κάτοικοι των νησιών αυτών όμως είναι πολύ ιδιαίτεροι: ανήκουν στην αρχαία φυλή Negrito, η οποία κάποτε ζούσε σε όλη τη Νοτιοανατολική Ασία και είναι απευθείας απόγονοι των πρώτων σύγχρονων ανθρώπων (οι οποίοι εμφανίστηκαν στην Αφρική πριν από 100.000 χρόνια). Σύμφωνα με τους ανθρωπολόγους, οι Negrito εκτοπίστηκαν αρχικά από τους γεωργούς της Νεολιθικής Εποχής, ενώ η επέλαση των βρετανών, ισπανών και ινδών αποικιοκρατών τούς εκτόπισε σε λίγα νησιά του Ινδικού. Οι σημερινοί Negrito είναι κυνηγοί, μιλούν τρεις διαφορετικές γλώσσες, οι οποίες, σύμφωνα με τους γλωσσολόγους, δεν έχουν καμία συγγένεια με τις υπόλοιπες της περιοχής και αποτελούν έναν αρχαίο γενετικό κρίκο στην ανθρώπινη εξελικτική αλυσίδα. Για την ιστορία, οι ανθρωπολόγοι ηρέμησαν όταν πληροφορήθηκαν ότι το ινδικό ελικόπτερο που εστάλη στην περιοχή για να εξετάσει την ασφάλεια των κατοίκων των νησιών Andaman αντιμετωπίστηκε με επίθεση από βέλη τόξων και αναγκάστηκε να αποχωρήσει...
Για το καλό πληθυσμών όπως οι Negrito αλλά και όλων των μειονοτήτων του «πολιτισμένου» κόσμου πρέπει να παραδεχθούμε ότι υπάρχουν ανθρώπινες φυλές! Αυτό λένε τώρα όλο και περισσότεροι επιστήμονες βασιζόμενοι σε γενετικά δεδομένα και προσπαθούν να πείσουν τους συναδέλφους τους ότι υπό το φως των νέων δεδομένων ρατσισμός είναι να μην παραδεχόμαστε την ύπαρξη ανθρωπίνων φυλών, αφήνοντας έτσι αναξιοποίητη (κυρίως για θεραπευτικούς λόγους) τη διαφορετικότητα των ανθρώπων μεταξύ τους.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και ας αναζητήσουμε τις ρίζες της φιλοσοφικής και επιστημονικής διαμάχης σχετικά με το αν υφίστανται ή όχι ανθρώπινες φυλές (με τη βιολογική και όχι κοινωνική έννοια του όρου). Δεν είναι καθόλου περίεργο που στις αρχές της δεκαετίας του '70 η επιστημονική κοινότητα ήταν περισσότερο από έτοιμη να δεχθεί την άποψη του Ρίτσαρντ Λιουόντιν (Richard Lewontin), γενετιστού του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, ο οποίος δήλωνε ότι οι διαφορές μεταξύ ενός Αφρικανού και ενός Ευρωπαίου δεν ήταν μεγαλύτερες από αυτές δύο τυχαίων Ευρωπαίων ή Αφρικανών μεταξύ τους και πως η συνεχιζόμενη πίστη στην ύπαρξη ράτσας «δεν ήταν παρά ένδειξη της δύναμης μιας κοινωνικοοικονομικά στηριζόμενης ιδεολογίας που επικρατούσε, παρά τα αντίθετα επιστημονικά δεδομένα». Στη συλλογική συνείδηση των επιστημόνων τα τραύματα της ευγονικής ήταν ακόμη νωπά: ο ιδεαλισμός των επιστημόνων που θεώρησαν ότι μπορούσαν να βελτιώσουν το ανθρώπινο είδος μέσω της ευγονικής είχε ισοπεδωθεί βάναυσα από την μπότα του Γ´ Ράιχ και όχι μόνο. «Πολιτισμένες» χώρες όπως η Σουηδία εφήρμοζαν προγράμματα στείρωσης ατόμων με διανοητικά προβλήματα ως τη δεκαετία του '70!
Πώς να μην αρπάξουν λοιπόν οι επιστήμονες την ευκαιρία για εξιλέωση που τους έδινε ο Λιουόντιν; Πολλώ δε μάλλον όταν οι ιδέες του αμερικανού γενετιστή ήταν βασισμένες σε ατράνταχτα γενετικά δεδομένα. Το αίμα των αθώων είναι βαρύ, όπως βαρύ είναι να βιώνει κανείς ως τις ημέρες του τα αποτελέσματα διδαχών μεγάλων επιστημόνων του 19ου αιώνα που επιβεβαίωναν την κατωτερότητα των μαύρων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του διάσημου ζωολόγου του Χάρβαρντ Λουί Αγκασί (Louis Agassiz) ο οποίος σημείωνε ότι οι εγκεφαλικές ραφές των μωρών των μαύρων κλείνουν νωρίτερα από αυτές των λευκών και έτσι ο εγκέφαλός τους παγιδεύεται και θα ήταν επικίνδυνο να τους διδάσκονται πολλά πράγματα! H επιβεβαίωση λοιπόν των επιχειρημάτων του Λιουόντιν από την αποκωδικοποίηση του ανθρωπίνου γονιδιώματος γιορτάστηκε από τους επιστήμονες με άρθρα σαν αυτά που αναφέρθηκαν στην αρχή.
Περίπου δύο χρόνια μετά τους πανηγυρισμούς ένα άρθρο του Νιλ Ριτς (Neil Risch) και των συνεργατών του στο Τμήμα Γενετικής του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ το οποίο δημοσιεύθηκε στο τεύχος Ιουλίου 2002 της επιθεώρησης «Genome Biology» ήρθε να ανακινήσει το θέμα εκ νέου. Ορμώμενος από την εκπεφρασμένη ανάγκη των επιστημόνων να εντοπιστούν τα άτομα ενός πληθυσμού που είναι πιο ευαίσθητα σε ορισμένες ασθένειες (αφού στόχος της ιατρικής του 21ου αιώνα είναι η εξατομικευμένη θεραπεία των ασθενειών και, ει δυνατόν, η πρόληψή τους), ο Ριτς διερωτάται κατά πόσον η φυλετική καταγωγή δεν είναι μια καλή πυξίδα που θα οδηγήσει στην ανεύρεση αυτών των ατόμων. H πρόταση του Ριτς στηρίζεται σε πρόσφατες μελέτες που δείχνουν ότι εθελοντές που δέχθηκαν να εξετασθούν γενετικά βρέθηκαν να εμπίπτουν σε μία από τις πέντε παραδοσιακά οριζόμενες ανθρώπινες φυλές [αφρικανική, ευρωπαϊκή (καυκάσια), ασιατική, της Ωκεανίας και των αμερικανών ιθαγενών].
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα δεδομένα του Λιουόντιν δεν ήταν λάθος και ισχύουν ακόμη. Μόνο που η προσέγγιση για τη στατιστική ανάλυσή τους ήταν λανθασμένη, όπως έδειξε πριν από δύο χρόνια ο βρετανός στατιστικολόγος του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ A. Εντουαρντς (Α.W.F. Edwards).
Και τώρα τι; Τώρα φαίνεται ότι ήρθε η ώρα ενηλικίωσης και ωριμότητας της επιστημονικής κοινότητας! H οποία πρέπει να αποδεχθεί πως, ναι, είμαστε διαφορετικοί οι άνθρωποι μεταξύ μας και αυτή η διαφορά δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αντανάκλαση της γενετικής, πολιτισμικής και κοινωνικής ποικιλότητας του είδους μας. Επιπλέον η επιστημονική κοινότητα αλλά και όσοι έχουν δυνατότητα λήψης αποφάσεων πρέπει να χειριστούν κατάλληλα τη γνώση της διαφορετικότητάς μας. Πάντως οι ενδείξεις είναι προς το παρόν καλές: πρόσφατα κυκλοφόρησαν στις ΗΠΑ φάρμακα που προορίζονται ειδικά για ασθενείς με αφρικανική καταγωγή αφού ο διαφορετικός μεταβολισμός τους είχε ως αποτέλεσμα να υποφέρουν περισσότερες παρενέργειες λαμβάνοντας τα «λευκά» φάρμακα.
Οσο για τους Negrito, αυτοί επέζησαν μεν του τσουνάμι αλλά απειλούνται με εξαφάνιση από την πείνα. Και αυτό δεν έχει καμία σχέση ούτε με τη γενετική ούτε με την επιστήμη γενικότερα...

Σχόλια