ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

Πρόλογος: Κίτσιος Μάνος
Απόφοιτος Χρηματοοικονομικού
Μεταπτυχιακός Φοιτητής Πολυτεχνείου Κρήτης
Ήταν κάπου το 1998 όταν με τον ενθουσιασμό του πρωτοετή και την ανεξαρτησία του επαρχιώτη φοιτητή κοιτούσα ξανά και ξανά το πρόγραμμα σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά. Ένα από τα 8 πρώτα μαθήματα που θα διδασκόμουν με την "ταμπέλα" του φοιτητή ήταν εκείνο της Φιλοσοφίας. Καθηγητής μας στο μάθημα αυτό θα ήταν ο κύριος Δεληκωσταντής. Αν και θα το ήθελα, τελικά δεν θα μακρηγορήσω για την εμπειρία μου να βρίσκομαι σε εκείνη την αίθουσα, εκείνο το εξάμηνο. Εξάλλου η εμπειρία είναι κάτι που δύσκολα μπορεί να μεταδοθεί... Πιστεύω ότι σε αυτό το κείμενο τον κύριο λόγο πρέπει να τον έχει ο καθηγητής, ο δάσκαλος, ο κύριος Δεληκωσταντής. Για μένα οι τρεις ώρες του μαθήματος είχαν τη διάρκεια του λεπτού. Δεν ήταν αρκετές. Κάθε σχόλιο του κ. Δεληκωσταντή, κάθε αναφορά του, ήταν κι άλλο ένα ερέθισμα για σκέψη, κι άλλο ένα βήμα προς την αλήθεια, κι άλλο ένα βήμα προς την ομορφότερη πτυχή της ανθρώπινης σκέψης, τη φιλοσοφία.
Τέσσερα χρόνια μετά ζήτησα από τον κ. Δεληκωσταντή να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις, οι οποίες πιστεύω ότι απασχολούν αρκετούς φοιτητές. Κάποιες από αυτές είναι οι παρακάτω:

1. Σε τι πιστεύετε ότι βοηθάει η διδασκαλία του μαθήματος της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο και σε Σχολές με φαινομενικά καμία σχέση με αυτήν (θετικές και οικονομικές επιστήμες);
2. Με ποιον τρόπο μπορούν οι καθηγητές να αντιληφθούν αν η ποιότητα της διδασκαλίας τους συναντά τις προσδοκίες των φοιτητών τους;
3. Ποια είναι τα πρόσθετα εφόδια που θα πρέπει να φροντίσει να αποκτήσει ένας φοιτητής, προκειμένου να αντιληφθεί την κοινωνική του αποστολή σε μια εποχή όπου προβάλλεται ο άκρατος ατομισμός;

Οι ερωτήσεις που τέθηκαν ήταν περισσότερες, αλλά πιστεύω πως οι παραπάνω είναι εκείνες που προσδιορίζουν καλύτερα το περιεχόμενο αυτής της ιδιότυπης "συνέντευξης". Θέλω να ευχαριστήσω τον κ. Δεληκωσταντή για το χρόνο που αφιέρωσε στο να γράψει μια ενιαία απάντηση σε όλα τα παραπάνω. Προσωπικά με χαροποίησε το γεγονός ότι είχα την ευκαιρία, χάρη στο παρακάτω κείμενο, να ξαναγίνω πρωτοετής φοιτητής και να κάνω μια αναδρομή σε όλα αυτά που είχα διδαχθεί στο μάθημα της Φιλοσοφίας από τον κ. Δεληκωσταντή.


Αγαπητέ Μάνο, Με καθυστέρηση σου στέλνω κάτω από τον τίτλο "Εγκώμιον Φιλοσοφίας" μια "συνολική" απάντηση σε μερικά από τα ερωτήματα που μου έθεσες, κυρίως σχετικά με την αξία της φιλοσοφίας σήμερα-σε μια εποχή όπου η ¨μεγάλη δύναμη¨ είναι η επιστήμη και η τεχνολογία-και ειδικότερα για τη σημασία της διδασκαλίας της φιλοσοφίας σε πανεπιστημιακές Σχολές και Τμήματα θετικής, τεχνολογικής και οικονομικής κατεύθυνσης.

Με τον χαρακτήρα της δικής μου "σωκρατικής" φιλοσοφικής τοποθέτησης συνδέεται το γεγονός ότι το απαντητικό κείμενο εμπεριέχει πολλά ερωτήματα και προβληματισμούς. Γενικότερα βέβαια μια τοποθέτηση μπορεί να χαρακτηριστεί ως φιλοσοφική, εφόσον περιέχει περισσότερα ανοικτά ερωτήματα παρά απαντήσεις. "Έν οίδα, ότι ουδέν οίδα" έλεγε ο Σωκράτης και ο Μητρόδωρος ο Χίος υποστήριζε "μηδ΄αυτό τουτ' ειδέναι ότι ουδέν οίδε". Ο Jean - Francois Lyotard πίστευε ότι ο φιλόσοφος, σε αντίθεση προς τον ειδικό, "δεν ξέρει τι ξέρει και τι δεν ξέρει". Γι' αυτόν τον λόγο ο φιλόσοφος έχει συνεχώς επισκευές στη σκέψη του, όπως ο ιδιοκτήτης ενός σπιτιού, στο σπίτι του. Ορθότατα γράφει και ο Ε. Παπανούτσος: "Φιλοσοφώ σημαίνει ότι ξανακάνω κάτι πρόβλημα. Ενώ δηλαδή κατά την "κοινή αντίληψη" ένα θέμα είναι ξεκαθαρισμένο, διευθετημένο, λυμένο, εγώ το ξανακάνω πρόβλημα. Πώς; -Το σκέπτομαι πάλι από την αρχή". Ο φιλόσοφος είναι ένας ¨αντιστασιακός¨, ένας άνθρωπος με κριτική διάθεση, με πολλές απορίες, με ευαισθησία και ζωντάνια, με ανοιχτοσύνη και όρεξη για διάλογο.

Σαφέστατα υπάρχουν και άλλες απόψεις για το νόημα του φιλοσοφικού στοχασμού, τη λειτουργία και τη χρησιμότητά του. Εγώ επιμένω ¨σωκρατικά¨ και έχω αρκετούς ομοϊδεάτες, οι οποίοι μάλιστα κατάφεραν να αγγίξουν με τα βιβλία τους τις υπαρξιακές χορδές του σύγχρονου ανθρώπου. Είναι όντως τεκμήριο για την ανθρωπολογική ρίζα του φιλοσοφικού στοχασμού το γεγονός ότι έγινε μπεστσέλερ το έργο της Jostein Gaarder "Ο κόσμος της Σοφίας", το οποίο συζητήσαμε όταν δίδασκα στο Τμήμα σας. Γράφει ο Gaarder: "Ο φιλόσοφος δεν κατάφερε ποτέ να σταθεί απέναντι στον κόσμο χωρίς απορία και θαυμασμό. Δεν κατάφερε ποτέ να συνηθίσει τον κόσμο. Για έναν ή για μία φιλόσοφο, ο κόσμος εξακολουθεί να είναι κάτι ακατανόητο, κάτι μυστηριώδες και αινιγματικό. Οι φιλόσοφοι, λοιπόν, και τα μικρά παιδιά έχουν κάτι κοινό. Με άλλα λόγια, ο φιλόσοφος μένει, για όλη του τη ζωή, παιδί και συνεχίζει, όσο ζει, να θαυμάζει και να απορεί με τον κόσμο, όπως κι ένα παιδί".

Το θεωρώ υπέροχο να διαβάζει κανείς στον Karl Popper, ¨κλασσικό¨ σύγχρονο στοχαστή στον χώρο της επιστημολογίας και της πολιτικής σκέψης, ότι εμπνεύστηκε τις πιο βασικές του ιδέες από την πλατωνική "Απολογία" του Σωκράτη: "Η φιλοσοφία μου για την πολιτική, το ίδιο όπως και η θεωρία μου για τον υποθετικό χαρακτήρα όλης της επιστημονικής γνώσης, είναι εμπνευσμένη από τον Σωκράτη-ή απ΄ αυτό που θεωρώ ως διδασκαλία του Σωκράτη, τον Σωκράτη της πλατωνικής Απολογίας. Εννοώ τη διδασκαλία του ότι σοφία σημαίνει να γνωρίζουμε πως δεν γνωρίζουμε, ή πως γνωρίζουμε πολύ λίγα και την άποψή του ότι η δελφική ρήση "γνώθι σαυτόν" θα 'πρεπε να ερμηνευθεί με τη σημασία "γνώριζε πόσο λίγα γνωρίζεις".

Είναι πολύ σημαντικό για μας τους Έλληνες ότι αυτό το εκπληκτικό πνευματικό κίνημα, η φιλοσοφία ξεκίνησε στην αρχαία Ελλάδα. Ο Luciano de Crescenzo παρομοιάζει τη γέννηση της φιλοσοφίας με το Big Bang. "Για την ιστορία της δυτικής σκέψης η αρχαία Ελλάδα αποτέλεσε ό,τι για το σύμπαν υπήρξε το Μπιγκ Μπανγκ, δηλαδή η μεγάλη έκρηξη από την οποία θεωρείται ότι προέκυψαν οι γαλαξίες και οι αστερισμοί".

Σε ένα πρόσφατο κείμενό μου έγραφα τα εξής: Η φιλοσοφία είναι ένα από τα μεγάλα κατορθώματα του ανθρώπινου πνεύματος, μια ιστορία πάλης με τα έσχατα ερωτήματα της ανθρώπινης ζωής, αλλά και η μήτρα της κριτικής σκέψης και των επιστημών. Και σήμερα, παρόλο που η φιλοσοφία έχει εκχωρήσει στις επιμέρους επιστήμες πλείστα όσα και παρά την κυρίαρχη τάση για εξειδίκευση, ο φιλοσοφικός στοχασμός αποκαλύπτει το υπαρξιακό βάθος και την καίρια σημασία του όταν στοχάζεται το καθόλου και το ανθρωπολογικό ερώτημα, αρμοδιότητα την οποία καμία ειδική επιστήμη δεν μπορεί να του αφαιρέσει. Προφανώς δεν πρόκειται εδώ για ψευδοερωτήματα� για τον λόγο αυτό οι φιλόσοφοι δεν ανησυχούν για το δήθεν επικείμενο "τέλος της φιλοσοφίας". Ο Michael Landmann γράφει χαρακτηριστικά: "Στην εποχή της ειδίκευσης, η αρμοδιότητα που διατηρεί ο φιλόσοφος είναι, ίσως, ότι, παραμένοντας ένας αρχαϊκός άνθρωπος, δεν αφήνει να του αφαιρέσουν την θεώρηση του καθόλου". Η "φιλοσοφική ματιά", βέβαια, πέρα από το έμφυτο χάρισμα, προϋποθέτει και υψηλή κουλτούρα, πολυδιάστατη παιδεία, σκληρή και μεθοδική δουλειά, σπουδή των μεγάλων φιλοσόφων και άλλα πολλά. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο φιλόσοφος παρομοιάζεται με πενταθλητή: "Ως πεντάθλω έοικεν ο φιλόσοφος".

Αναμφίβολα η τεχνολογία άλλαξε το πρόσωπο του πλανήτη και των κοινωνιών μας, -και το αλλάζει ακόμη εντονότερα με την παγκοσμιοποίηση του πολιτισμού της πληροφορίας-, επηρεάζει καταλυτικά την εργασίας μας, τις κοινωνικές μας σχέσεις, την ιδιωτική μας ζωή, τον ψυχισμό μας, το ηθικό μας αισθητήριο, ολόκληρο τον πολιτισμό μας.

Ο Neil Postman αποκαλεί τον σύγχρονο υποταγμένο στην τεχνολογία πολιτισμό "τεχνοπώλιο". Δύο από τα βασικά χαρακτηριστικά του τεχνοπώλιου είναι η αποθέωση της πληροφορίας και η κυριαρχία των ¨ειδικών¨. Επικρατεί η εντύπωση ότι η πληροφορία είναι "καθαρή ευλογία" και ότι η αύξηση των πληροφοριών θα λύσει τα περισσότερα προβλήματα που μας ταλανίζουν. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υπολογιστής θεωρείται το κυρίαρχο σύμβολο του τεχνοπώλιου. Στο τεχνοπώλιο οι ειδικοί "περιβάλλονται με το χάρισμα της ιεροσύνης". "Ορισμένοι από τους ειδικούς-κληρικούς μας ονομάζονται ψυχίατροι, άλλοι ψυχολόγοι, άλλοι κοινωνιολόγοι και άλλοι στατιστικολόγοι. Ο Θεός τον οποίο υπηρετούν δεν μιλάει για το σωστό, την καλοσύνη, τη συγχώρηση ή τη χάρη. Ο θεός τους μιλάει για αποτελεσματικότητα, ακρίβεια, αντικειμενικότητα". ¨Όποιος ασχολείται με υπολογιστές, βλέπει τα πάντα ως δεδομένα". Λησμονείται βέβαια ότι τα μεγάλα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα δεν οφείλονται στην έλλειψη πληροφοριών, ότι δεν λύνονται με την Πληροφορική.

Εν μέσω των ειδικών ο φιλόσοφος εμφανίζεται ως ο άνθρωπος της πνευματικής μετριοφροσύνης και του ανθρωπολογικού στοχασμού. Όσο και αν αλλάζει σήμερα ριζικά ο τρόπος του βίου προς κατευθύνσεις που ορίζει η τεχνολογική εξέλιξη, ο άνθρωπος και μέσα στο τεχνοπώλιο δεν μπορεί να απωθήσει το ερώτημα για το νόημα της ύπαρξής του, για τη ζωή και τον θάνατο, για την ολοκλήρωσή του και την αστοχία του, για την ελευθερία και την ανελευθερία του, για την ευδαιμονία και την κακοδαιμονία του, για το δίκαιο και το άδικο, για το καλό και το κακό κ.α.. Αυτά τα ερωτήματα δεν θα απαντηθούν αυτομάτως όταν ολοκληρωθεί η επιστημονική αποκωδικοποίηση του κώδικα της ζωής. Ακόμα και αν παρατείνουμε τη ζωή μας πολύ περισσότερο από όσο μπορούμε αυτή τη στιγμή να φαντασθούμε, δεν θα είχε δοθεί απάντηση στην αναζήτηση νοήματος πέρα από τον θάνατο, στον πόθο της αιωνιότητας. Ίσα ίσα το ανθρωπολογικό ερώτημα θα γινόταν τότε πιο πιεστικό, πιο ριζοσπαστικό. Σύμφωνα με τον Martin Buber το ανθρωπολογικό ερώτημα τίθεται με μεγαλύτερη έμφαση σε εποχές ανεστιότητας, σε χρονικές στιγμές, όπου "κατά κάποιο τρόπο το αρχέγονο συμβόλαιο μεταξύ του κόσμου και του ανθρώπου λύεται και ο άνθρωπος βρίσκεται στον κόσμο ξένος και μοναχικός". Ενώ στις εποχές, όπου ο άνθρωπος αισθανόταν ασφάλεια, ζούσε δηλαδή στον κόσμο "όπως σ' ένα σπίτι" ("εποχές ένοικες"), η ανθρωπολογική σκέψη "υφίσταται μόνο ως τμήμα της κοσμολογικής", σε ανέστιες περιόδους, κατά τις οποίες ο άνθρωπος "ζει στον κόσμο όπως στο ύπαιθρο και κάποτε δεν έχει ούτε τέσσερις πασσάλους για να στήσει μια σκηνή", ο ανθρωπολογικός στοχασμός αποκτά "βαθύτητα" και "ανεξαρτησία". Μια τέτοια εποχή ανεστιότητας φαίνεται να είναι η δική μας.

Ο φιλόσοφος διαπιστώνοντας τον διάχυτο νέο ενθουσιασμό για τις δυνατότητες της επιστήμης και τεχνολογίας, θα υπενθυμίζει, αντλώντας από τη μεγάλη παράδοση της φιλοσοφικής σκέψης, μιαν αλήθεια, η οποία αφορά την ίδια την επιβίωση μας: Το καίριο μήνυμα του αρχαίου μύθου του Πρωταγόρα (Πλάτων, Πρωταγόρας, 320d-322d). Σύμφωνα με αυτόν τον μύθο, η "έντεχνος σοφία συν πυρί", η ικανότητα του ανθρώπου να δημιουργεί τεχνικό πολιτισμό, δεν αντισταθμίζει τις ελλείψεις του σε σύγκριση με τα ζώα και δεν εγγυάται την επιβίωση του ανθρωπίνου γένους. Ο ίδιος ο Ζευς χαρίζει σε όλους τους ανθρώπους πρόσθετα την "αιδώ" και την "δίκην", την ηθική και την τέχνη της πολιτικής, για να μπορούν να συμβιώνουν, εξασφαλίζοντας το ζην και το ευ ζην. Δεν μπορούμε λοιπόν να εναποθέτουμε τις ελπίδες μας στην μονοκρατορία της τεχνολογίας, αλλά οφείλουμε να αγωνιζόμαστε για ηθική και αξίες, για το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, για την ανοικτή κοινωνία και τη δημοκρατία. Το "Don't worry, be digital" δεν είναι στην εποχή της ψηφιακής επανάστασης καλή συμβουλή. Η πρόοδος της τεχνολογίας πρέπει να συμβαδίζει με την ανάπτυξη του ανθρωπισμού.

Προς Θεού, δεν θα μας έλυνε αυτά τα προβλήματα η διδασκαλία της φιλοσοφίας στα πανεπιστήμιά μας, σε όλους τους φοιτητές, όλων των κλάδων. Θα ήταν όμως κάτι πολύ σημαντικό, θα άνοιγε νέους ορίζοντες στη παιδεία μας, στην αυτοαντίληψή μας ως ανθρώπων και επιστημόνων. Είναι όντως λυπηρό που η εκπαίδευσή μας μετά από τόσους τολμηρούς πειραματισμούς στον χώρο της αγωγής, μετά από τις πολλές πρωτοποριακές παιδαγωγικές θεωρίες, την πλημμυρίδα παιδαγωγικών δημοσιευμάτων και -στη χώρα μας- μετά από τις ατέλειωτες μεταρρυθμίσεις, φαίνεται να υποκύπτει στον ολοκληρωτισμό της χρησιμοθηρικής λογικής και του πραγματισμού και να θέλει να διαπλάττει μονοδιάστατους ανθρώπους, με πολλές χρηστικές γνώσεις, αλλά τελικά ανυποψίαστους για τα θεμελιώδη της ανθρώπινης ύπαρξης και συνύπαρξης. Εκπαιδεύουμε ¨παράγοντες¨, οικονομικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς, εκπαιδευτικούς κ.λ.π. και για τον λόγο αυτό παρέχουμε γνώσεις χρήσιμες στους μελλοντικούς "παράγοντες", όχι γνώση για τον "τζέντλεμαν", δηλαδή για τον ελεύθερο άνθρωπο, γνώση που μας εξανθρωπίζει. Όπως ορθά σημειώνει ο J. Pieper, κάθε επαγγελματική εκπαίδευση αναφέρεται σε ένα τμήμα του ανθρώπου και σε ένα απόσπασμα του κόσμου. Η παιδεία όμως αφορά πάντοτε το όλο: ολόκληρο τον άνθρωπο, το νόημα της ύπαρξής του και το βάθος της πραγματικότητας.

Ενώ κατά τον N. Postman η τεχνολογία βλέπει "μόνον αυτό που βρίσκεται μπροστά στα μάτια της", είναι χαρακτηριστικό ότι στην αρχή της ιστορίας της φιλοσοφίας-και της παιδείας-βρίσκεται η διήγηση για τον Θαλή τον Μιλήσιο και τη Θράκισσα κόρη: "Όπως και με το Θαλή, Θεόδωρε, που αστρονομούσε και κοίταζε επάνω, καθώς έπεσε μέσα σ' ένα πηγάδι, λένε ότι τον ειρωνεύτηκε κάποια υπηρέτρια Θρακιώτισσα, έξυπνη και χαριτολόγα, και του είπε πως όσα είναι στον ουρανό προθυμοποιείται να τα μάθη, όσα όμως είναι μπροστά του και μέσα στα πόδια του δεν τα βλέπει. Η ίδια ειρωνεία ταιριάζει σε όλους όσοι ζουν μέσα στη φιλοσοφία...Ο άνθρωπος αυτός και στις ιδιωτικές του συναναστροφές και όταν εμφανίζεται δημόσια, αν αναγκασθή να μιλήση στο δικαστήριο ή αλλού πουθενά για όσα είναι μέσα στα πόδια του και μπροστά στα μάτια του, γίνεται γελοίος όχι μόνο στις Θρακιώτισσες αλλά και στον άλλο όχλο, καθώς από απειρία πέφτει μέσα σε πηγάδια και σκοντάφτει σε κάθε άλλη δυσκολία". Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι ο φιλόσοφος - παιδαγωγός είναι αιθεροβάμων, αλλά ότι αναφέρεται στο όλον και όχι στο αποσπασματικό, ότι ασχολείται με αυτό που αφορά ουσιαστικά τον άνθρωπο. "Τι όμως είναι πραγματικά ο άνθρωπος και τι αρμόζει στη φύση του όντος αυτού να κάνη ή να πάσχη αντίθετα με όλα τα' άλλα ζώα, αυτό είναι που ζητεί ο φιλόσοφος και γι' αυτό κοπιάζει". Ούτε ο φιλόσοφος ούτε ο αληθινός παιδαγωγός μπορούν να τελειώσουν μια πρόταση χωρίς να αναφερθούν και στην ανθρώπινη φύση.

Γι' αυτό και οι πρόγονοί μας συνέδεαν τη φιλοσοφία και την παιδεία με το "σχολή άγειν". "Σχολή" σημαίνει τρόπο ζωής, όπου ισχύει η προτεραιότητα της ελευθερίας απέναντι στην ανάγκη, διευρύνεται ο νους, ξεπερνιέται η λογική της καθημερινότητας και ο πραγματισμός της. Αν δεν θέλουμε το σχολείο να έχει με τη "σχολή", που αποτελεί κατά τον J. Pieper "ένα από τα θεμέλια του δυτικού πολιτισμού", μόνον το όνομα κοινό, αλλά να διασώζει και το πνεύμα της παιδείας, τότε πρέπει να είναι χώρος υπέρβασης της χρησιμοθηρικής λογικής, και όχι καλλιέργειας και προβολής της. Είναι καταστροφικό, στο όνομα της ένταξης των παιδιών στην κοινωνία της χρησιμοθηρίας, η "παιδεία" να συρρικνώνεται σε κάποια "δευτερεύοντα" μαθήματα. Η παιδεία όμως δεν ευδοκιμεί ως εξάρτημα της εκπαίδευσης.

Κατανοούμε γιατί η παιδεία ταυτίζεται με τον εξανθρωπισμό του ανθρώπου. Όταν ένας πατέρας, θεωρώντας πολύ υψηλά τα δίδακτρα που ζήτησε ο φιλόσοφος Αρίστιππος ο Κυρηναίος, για να αναλάβει τη διαπαιδαγώγηση του γιού του, είπε: " Μα με τόσα χρήματα θα μπορούσα να αγοράσω ένα δούλο", ο φιλόσοφος του απάντησε: "Αγόρασε τον δούλο και τότε θα έχεις δύο (δούλους)". Ο ίδιος φιλόσοφος έλεγε: "Άμεινον επαίτην ή απαίδευτον είναι� οι μεν γαρ χρημάτων οι δ' ανθρωπισμού δέονται".

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον διάβασα το κείμενο του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γ. Μπαμπινιώτη με τίτλο " Για μια ουσιαστική καλλιέργεια των φοιτητών μας", που δημοσιεύτηκε στο "Καποδιστριακό". Παραθέτω ένα απόσπασμα: "Οι φοιτητές μας, αυστηρά επιλεγμένοι για να γίνουν δεκτοί στα πανεπιστήμια της χώρας και μάλιστα στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών, έχουν την ευκαιρία μέσα στο Πανεπιστήμιο για μια ευρύτερη και ουσιαστική καλλιέργεια τού πνεύματος τους που να ξεπερνά τα όρια της συγκεκριμένης επιστήμης; Η απάντηση είναι προφανώς αρνητική. Τα ελληνικά πανεπιστήμια με τα υπάρχοντα προγράμματα σπουδών δεν δίνουν την ευκαιρία στους φοιτητές τους να καλλιεργήσουν το πνεύμα τους, να ευαισθητοποιηθούν, να εμβαθύνουν και να αποκτήσουν ευρύτερα ενδιαφέροντα, σε μια ηλικία, σε μια ωριμότητα σκέψεως και σε ένα κλίμα τα οποία επιτρέπουν ιεραρχήσεις ενδιαφερόντων και στάσεις ζωής που δεν μπορεί να έχει ο νέος στις προηγούμενες βαθμίδες της Εκπαίδευσης...Διάσημα Πανεπιστήμια της Αμερικής και ορισμένων χωρών της Ευρώπης έχουν καθιερώσει γι' αυτό τον σκοπό τα λεγόμενα "μεγάλα βιβλία" (great books). Υποχρεούται( δεν επιλέγει απλώς...) ο φοιτητής να μελετήσει (και να εξεταστεί) στο περιεχόμενο έργων που σημάδεψαν την ιστορία της ανθρωπότητας: στην Αγία Γραφή (Παλαιά και, κυρίως, Καινή Διαθήκη), στα σημαντικότερα βιβλία του Πλάτωνος και του Αριστοτέλη, στον Όμηρο, στον Μαρξ, στον Σαίξπηρ, στον Έγελο, στον Ρακίνα κ.α. Έτσι του δίδεται η ευκαιρία να έλθει σε άμεση επαφή με μεγάλα πνεύματα, να ακονίσει τη σκέψη του και να διευρύνει τους ορίζοντές του".

Σωστές επισημάνσεις στην εποχή της ειδίκευσης! Ενθυμούμαι κατά το μάθημα της Φιλοσοφίας στο Τμήμα σου, τις διαμαρτυρίες κάποιων συμφοιτητών σου. Έλεγαν ότι δεν τους ενδιαφέρει η φιλοσοφία, ότι θέλουν να ασχολούνται μόνον με τα οικονομικά και τα σχετικά θέματα και μαθήματα, αφού θα γίνουν χρηματιστές, τραπεζικοί ή ακόμη και τραπεζίτες, οικονομικοί παράγοντες κλπ.. Ξεχνούσαν βέβαια πως, ό,τι και να γίνουν θα παραμείνουν "άνθρωποι", που πρέπει να έχουν παιδεία, να απορούν και να θέτουν ερωτήματα, να μπορούν να διαβάσουν τα αξονικά κείμενα της ανθρωπότητας, στα οποία είναι συσσωρευμένη η πανάρχαια ανθρωπολογική γνώση. Θα ήταν πολύ λυπηρό αν ίσχυαν όσα κατέθεσε ο J. K. Galbraith το 1999: "Η πλέον μανιώδης καλλιτεχνική προσπάθεια σήμερα δεν είναι αφιερωμένη στις τέχνες, αλλά στην προώθηση των πωλήσεων αγαθών και υπηρεσιών. Προς αυτή την κατεύθυνση είναι επίσης στραμμένες και οι προσπάθειες των επιστημόνων. Οι επίγονοι του Δαρβίνου για το μόνο που ενδιαφέρονται είναι να παράγουν νέα προϊόντα για την αγορά".

Η φιλοσοφία μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε ότι υπάρχουν χώροι της ζωής μας και διαστάσεις των προβλημάτων, όπου οι αριθμοί δεν έχουν τίποτε να πουν, ότι υπάρχουν ζητήματα, η αντιμετώπιση των οποίων απαιτεί κάτι παραπάνω από την ικανότητα να χρησιμοποιούμε μετρήσεις και στατιστικές. Ο σύγχρονος, ευρύτατα διαδεδομένος "επιστημονισμός" φαίνεται να το λησμονεί αυτό. Προφανώς στο είναι μας υπάρχει κάτι, το οποίο δεν είναι προσπελάσιμο με αριθμούς και με στατιστικά δεδομένα. Ο Oscar Wilde γράφει: "Το τελικό μυστήριο είναι ο εαυτός μας. Ακόμα κι αν ζύγιζε κανείς τον ήλιο σε μια ζυγαριά, μέτραγε τα βήματα της σελήνης και χαρτογραφούσε τους εφτά ουρανούς απ' άστρο σε άστρο, πάλι θα έμενε ο εαυτός του. Ποιος μπορεί να υπολογίσει την τροχιά της ψυχής του;". Ο Carl Friedrich von Weizsδcker θεωρεί την ανθρώπινη πράξη " πιο πολύπλοκη από την τροχιά των πλανητών και τη δομή του ατόμου". Θα πρόσθετα από τη μεριά μου: η ανθρώπινη ύπαρξη είναι πιο πολύπλοκη από τη διπλή έλικα του DNA. Το ανθρώπινο πρόσωπο και η ελευθερία του αντιστέκονται σε κάθε προσπάθεια "επιστημονικής" προσέγγισής τους, σε κάθε κίνηση αντικειμενοποίησής τους. Ο άνθρωπος είναι πάντοτε κάτι περισσότερο από αυτό που μπορεί να συλλάβει η επιστήμη, η οποία βλέπει την ανθισμένη αμυγδαλιά με τα μάτια του ξυλοκόπου.

Γι' αυτό, παρά τα "θαύματα" της επιστήμης, οι "υπαρξιακές αντιφάσεις" του ανθρώπου και οι απορίες της ελευθερίας του θα παραμείνουν. Η ανθρωπιά ποτέ δεν θα είναι αυτονόητη, πάντοτε θα απειλείται, πάντοτε θα κερδίζεται με προσωπικό αγώνα και αυθυπέρβαση. Ο άνθρωπος θα συνεχίσει να αναζητεί νόημα ζωής, αξίες, θα αφουγκράζεται τη φωνή του ουρανού, θα θέλγεται από την ομορφιά. Για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της ύπαρξης και συνύπαρξης θα απαιτείται και η συμβολή της φιλοσοφίας, της τέχνης, της θρησκείας. Προφανώς, πέρα από την επιστήμη "δεν υπάρχει μόνον αυταπάτη", και, αντίθετα προς την άποψη του Freud, δεν είναι διόλου αυταπάτη να περιμένουμε από αλλού λύσεις που δεν μπορεί να μας δώσει η επιστήμη.

Το κρίσιμο ερώτημα για το μέλλον του ανθρώπου και του πολιτισμού θα είναι, πώς μέσα στο "τεχνοπώλιο" και την κουλτούρα των υπολογιστών, πώς στο επερχόμενο προμηθεϊκό "αιώνα της βιοτεχνολογίας", πως μέσα στις γιγαντιαίες απρόσωπες δομές της αγοράς και της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας θα διασωθεί ο "πολιτισμός του προσώπου", η αλήθεια ως σχέση, η προτεραιότητα της ελευθερίας απέναντι στην ανάγκη, της "πράξης" απέναντι στην "ποίηση" (Αριστοτέλης) κ.ά.

Δεν προχωρώ παραπέρα γιατί θα έμπαινα σε άλλους χώρους. Απλά υπενθυμίζω, κλείνοντας, ότι ακόμη και στο πανεπιστήμιο, η ανθρώπινη, προσωπική σχέση καθηγητή-φοιτητή είναι ένα από τα μεγάλα μυστικά για να αναπτυχθεί το μεράκι της σπουδής και η δημιουργικότητα. Μέσα από απρόσωπες, μηχανικές, χλιαρές σχέσεις δεν είναι δυνατόν να ασκηθεί έργο παιδείας, το οποίο είναι πάντοτε συνάντηση "δασκάλου" και "μαθητή" και όχι "εκπαιδευτικού" και "εκπαιδευόμενου". Με ιδιαίτερη ικανοποίηση διάβασα και σου ανακοινώνω τα συμπεράσματα μιας έρευνας για το πώς περιγράφουν οι φοιτητές τον "ιδανικό" πανεπιστημιακό δάσκαλο, η οποία δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Σύγχρονη Εκπαίδευση": " Οι φοιτητές έχουν απαιτήσεις από τους καθηγητές τους. Τους θεωρούν πρώτα απ' όλα δασκάλους με την κυριολεκτική σημασία του όρου και με όλα εκείνα τα ψυχολογικά και κοινωνικά στοιχεία που συνδέονται με το συγκεκριμένο επάγγελμα. Οι φοιτητές υπήρξαν μαθητές και φαίνεται ότι έχουν μεγάλη πείρα από κάθε λογής δασκάλους. Όταν περνούν τις πύλες των Α.Ε.Ι., κουβαλούν μαζί τους εμπειρίες ευχάριστες και δυσάρεστες. Κάνουν όνειρα, τρέφουν ελπίδες και περιμένουν από τους νέους τους δασκάλους να φανούν αντάξιοι του κύρους που τους περιβάλλει. Τους φαντάζονταν τέλειους και έρχεται η στιγμή ή να τους παραδεχτούν ή να τους απορρίψουν. Περιμένουν πολλά από αυτούς ή τελικά αυτοί οι "υψηλού επιπέδου" εκπαιδευτικοί δεν καταφέρνουν να είναι καλοί δάσκαλοι; Οι απαντήσεις των φοιτητών δείχνουν ότι στο πρόσωπο του πανεπιστημιακού καθηγητή περιμένουν να δουν τον καταπληκτικό δάσκαλο. Οι απαιτήσεις τους είναι υψηλές: να κατέχει το γνωστικό του αντικείμενο, να διαθέτει ευρύτερες γνώσεις, να προάγει την έρευνα, να διαθέτει διδακτικές και επικοινωνιακές ικανότητες, να διαθέτει μια ολοκληρωμένη και έντονη προσωπικότητα και να αγγίζει κάποια πρότυπα εξωτερικής εμφάνισης που θέτουν οι φοιτητές. Τελικά ζητούν πολλά ή λίγα; Δύσκολη η απάντηση, αλλά προφανής η ένδειξη: Οι πανεπιστημιακοί θα πρέπει να είναι πρωτίστως δάσκαλοι. Δάσκαλοι με ήθος και ταλέντο. Δάσκαλοι που θα εμπνέουν τους φοιτητές τους τόσο στην εξερεύνηση και στην κατάκτηση της γνώσης όσο και στην ανάπτυξη του επιστημονικού τους ήθους".

Μέσα από το μάθημα της φιλοσοφίας στο Τμήμα σας προσπάθησα να σας δώσω τέτοιες διαστάσεις της φιλοσοφικής-παιδαγωγικής κουλτούρας. Οι φοιτητές που συναντώ τυχαία και με αναγνωρίζουν, διασώζουν, όπως μου δηλώνουν τουλάχιστον, από το μάθημά μας μια ανάμνηση δημιουργικής "συνάντησης" και "σχέσης". Πιστεύω ότι αν και σε άλλα Τμήματα του Πανεπιστημίου σας εισαχθεί το μάθημα της φιλοσοφίας, θα έπρεπε να διδάσκεται όχι στο πρώτο εξάμηνο, αλλά ίσως στο τρίτο ή το τέταρτο. Βέβαια σε τέτοιες παραδόσεις ο τύπος του διδάσκοντος είναι καθοριστικότερος για την έκβαση της προσπάθειας, απ' όσο σε άλλα μαθήματα. Ούτως ή άλλως πάντως, αυτό που χάνεται όταν δεν διδάσκεται το μάθημα της φιλοσοφίας, δεν αντισταθμίζεται με τη διδασκαλία άλλων μαθημάτων από τον χώρο των Κοινωνικών Επιστημών. Δηλαδή δεν σημαίνει ότι δεν χρειαζόμαστε τη φιλοσοφία, αφού στο πρόγραμμα μας υπάρχει π.χ. η κοινωνιολογία.

Όποιος ανακαλύψει πραγματικά τη φιλοσοφία μοιάζει να έχει φορτωθεί ένα βάρος, το οποίο ούτε να σηκώσει μπορεί, αλλά ούτε και να αποθέσει. Ο Επίκουρος, στην αρχή της περίφημης επιστολής του "Προς Μενοικέα", μας δίνει το ανεξίτηλο υπαρξιακό στίγμα της φιλοσοφίας: "Ούτε όταν κάποιος είναι νέος να αναβάλλει το φιλοσοφείν, ούτε όταν γηράσει να λυπάται τον κόπο να φιλοσοφεί. Γιατί κανείς δεν είναι άωρος ούτε πάρωρος γι' αυτό που κάνει την ψυχή να υγιαίνει. Όποιος λέγει ότι ακόμη δεν είναι καιρός ή ότι πέρασε ο καιρός για να φιλοσοφεί, μοιάζει μ' αυτόν που λέγει πως δεν ήρθε ακόμη ή ότι παρήλθε ο χρόνος για την ευδαιμονία". Όταν κυκλοφόρησε στην Ιταλία πριν δέκα χρόνια η επιστολή προς Μενοικέα, αγοράσθηκαν σε μερικούς μήνες 400.000 αντίτυπα.

Κωνσταντίνος Δεληκωσταντής

Σχόλια