Μόνον οι μισοί ευρωπαίοι διαβάζουν τουλάχιστον ένα βιβλίο τον χρόνο.
Οι έλληνες δεν ξεφεύγουν από τον κανόνα αλλά έχουν χαμηλά ποσοστά (7,8%)
στο πεδίο των σκληρών αναγνωστών- αυτών που διαβάζουν τουλάχιστον 10
βιβλία το χρόνο.
Πόσο διαβάζουν οι ευρωπαίοι και ποια είναι η θέση της χώρας μας σε αυτή την κατάταξη φανερώνει μια έρευνα της Eurostat, την οποία μας δίνει ο ΟΣΔΕΛ σε μια πολύ όμορφη και λειτουργική έκδοση. Η έρευνα αναζητά ποιο είναι τo ποσοστό των ανθρώπων που έχουν διαβάσει τουλάχιστον ένα βιβλίο τον περασμένο χρόνο και εκείνων οι οποίοι έχουν διαβάσει 10 ή περισσότερα βιβλία το ίδιο χρονικό διάστημα. Παρά το ότι ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού διαβάζει πράγματι βιβλία, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες μόνο το ήμισυ του πληθυσμού ή και ακόμα λιγότεροι είχαν διαβάσει τουλάχιστον ένα βιβλίο κατά τον χρόνο πριν την έρευνα, και σε πολλές χώρες η αναλογία μειωνόταν μεταξύ των διαδοχικών ερευνών.
Οι δυνατοί αναγνώστες (πάνω από 10 βιβλία)
Οι πίνακες δείχνουν ότι στην Ελλάδα το ποσοστό των ανθρώπων που διάβασαν πάνω από 10 βιβλίο τον χρόνο (ηλικίες 25-64) ήταν 7,8%. Στην κορυφή της κατάταξης των «δυνατών αναγνωστών» βρίσκονται η Ισλανδία (35,1%), το Λουξεμβούργο(24,4%) και η Φινλανδία(24,4%), ακολουθούμενες από τη Γερμανία(22,1%) , την Εσθονία και την Αυστρία (δεν υπάρχουν στοιχεία για τη Σουηδία). Πρόσφατα στοιχεία από τη Νορβηγία (και πάλι μη συγκρίσιμα) υποδεικνύουν ότι η αναλογία ατόμων ηλικίας άνω των 15 ετών που διαβάζουν τουλάχιστον 10 βιβλία βρίσκεται στο 40% το 2015 –μακράν το υψηλότερο ποσοστό– αριθμός που είναι εντυπωσιακός εάν λάβουμε υπόψη την καθοδική τάση των τελευταίων χρόνων σε πολλές χώρες (για το 2016 το ποσοστό «δυνατών αναγνωστών» στην Ισλανδία, για παράδειγμα, έπεσε στο 23,7%)
Όσοι διάβασαν ένα βιβλίο μόνον
Αυτοί που διάβασαν τουλάχιστον ένα βιβλίο στη χώρα μας είναι 48,8%. Η Ισλανδία(93%), η Νορβηγία (90% με διαφορετικό εύρος) και η Σουηδία(83,5%) βρίσκονται στην κορυφή της γενικής κατάταξης, ακολουθούμενες από το Λουξεμβούργο(81,9%), τη Φινλανδία(79,3%), την Εσθονία(75%),την Αυστρία(74,8%), και τη Γερμανία(72,83%).
Οι τζίροι των εκδοτών
Το συνολικό ετήσιο εισόδημα των εκδοτών βιβλίου από πωλήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο για το 2015 ήταν περίπου €22,3 δις. Ο αριθμός αυτός εμφανίζει μια μικρή αύξηση ως προς την προγενέστερη εκτίμηση ύψους €22 δις και είναι αποτέλεσμα μιας ανάμεικτης εικόνας, με πολλές αγορές να σημειώνουν χαμηλότερο κύκλο εργασιών από το προηγούμενο έτος, ενώ άλλες να επιβεβαιώνουν προγενέστερες θετικές τάσεις ή να αντιστρέφουν καθοδικές τάσεις. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες συνεισέφεραν σημαντικά στο θετικό αποτέλεσμα. Η συνολική αξία της αγοράς εκτιμάται σε €36-40 δις. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, αναμένουμε ότι το 2016 θα υπάρχει περαιτέρω αύξηση, η σχετική δε εκτίμηση ανέρχεται σε ύψος €22,5 δις.
Πόσοι τίτλοι
Το 2015 εκδόθηκαν από ευρωπαϊκούς εκδοτικούς οίκους περίπου 575.000 νέοι τίτλοι. Ο αριθμός αυτός προέρχεται από διάφορες πηγές –ορισμένες εκ των οποίων περιελάμβαναν νέες εκδόσεις μη εμπορικών τίτλων– και είναι ανάλογα ελαφρώς στρογγυλοποιημένος. Κατά την περίοδο της έρευνας σημειώθηκε σταθερή αύξηση της παραγωγής τίτλων με πολύ λίγες εξαιρέσεις. Οι Ευρωπαίοι εκδότες είχαν ένα απόθεμα περίπου 22 εκατομμυρίων τίτλων (εκ των οποίων περισσότεροι από 4 εκατομμύρια σε ψηφιακή μορφή), οι δε χώρες οι οποίες ανέφεραν τη μεγαλύτερη διαθεσιμότητα ήταν το ΗΒ, η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία. Ο αριθμός αυτός, που αυξάνεται συνεχώς, τροφοδοτήθηκε από την αύξηση των ηλεκτρονικών εκδόσεων (σε διάφορες μορφές), την ψηφιοποίηση των τίτλων παλαιότερων καταλόγων, την ανάπτυξη των υπηρεσιών print-on demand και την άνοδο των αυτοεκδόσεων (κυρίως στο ΗΒ).
Οι μεγαλύτερες χώρες –ειδικά εκείνες με ευρέως ομιλούμενες γλώσσες– εκδίδουν τους περισσότερους τίτλους (ΗΒ, Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία) αλλά οι αριθμοί οι σχετικοί με τον πληθυσμό αποτυπώνουν μια εικόνα σύμφωνα με την οποία και κάποιες μικρότερες αγορές παρουσιάζουν έναν ιδιαίτερα δραστήριο εκδοτικό κλάδο.
Η μεγάλη παραγωγή τίτλων συνοδεύτηκε κατά τα πρόσφατα έτη από ένα άλλο φαινόμενο: μια σταθερή μείωση του μέσου όρου των τιράζ στις περισσότερες (αν όχι σε όλες) περιοχές. Πολλοί είναι οι παράγοντες που μπορούν να ερμηνεύσουν τη συγκεκριμένη τάση: από τη λογική συνέπεια της αύξησης των υπαρχόντων τίτλων στην αύξηση της αστάθειας των πωλήσεων, σε μια αυξημένη δυνατότητα χειρισμού των αποθεμάτων (με τη συνδρομή των τεχνολογικών εξελίξεων στον τομέα της εκτύπωσης, όπως το print on demand).
Πόσοι εργάζονται στον χώρο του βιβλίου
Σύμφωνα με την EUROSTAT περίπου 150.000 άτομα εργάζονταν υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης στην έκδοση βιβλίων το 2014, στο ίδιο βασικά επίπεδο με ένα χρόνο πριν. Ωστόσο, πρόκειται για έναν τομέα όπου η συλλογή αξιόπιστων δεδομένων είναι πιο δύσκολη. Η έρευνα των μελών της FEP υποδεικνύει επίσης μια σταθερότητα ως προς την απασχόληση, συμπεριλαμβανομένου του 2015, και μια πιο μακροπρόθεσμη καθοδική τάση κατά τα χρόνια της κρίσης. Το σύνολο της αξιακής αλυσίδας του βιβλίου (συμπεριλαμβανομένων των συγγραφέων –το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συγγραφέων εκπροσωπεί περίπου 150.000 εξ αυτών– των βιβλιοπωλών –περίπου 125.000 άτομα εργάζονται σε εξειδικευμένα βιβλιοπωλεία σύμφωνα με τη EUROSTAT–, τυπογράφων, σχεδιαστών, κ.λπ.) εκτιμάται ότι απασχολεί επαγγελματικά, άμεσα και έμμεσα, περισσότερους από μισό εκατομμύριο ανθρώπους.
Ο ορισμός του εκδότη διαφέρει από χώρα σε χώρα, ενώ τα κριτήρια ποικίλλουν, μεταξύ άλλων και σε συνάρτηση με τα μεγέθη των εκάστοτε αγορών. Έτσι λοιπόν, αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε τα δεδομένα της EUROSTAT, σε μια απόπειρα να παραθέσουμε μια εναρμονισμένη εικόνα. Το βασικό μήνυμα εδώ είναι ότι ο κλάδος αποτελείται από έναν τεράστιο αριθμό κυρίως μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και μάλιστα σε συνεχή εξέλιξη. Η FEP, μέσω των μελών της, εκπροσωπεί περισσότερους από 6.000 μεμονωμένους εκδότες, καλύπτοντας ποσοστό 75%-90% των αντίστοιχων εθνικών αγορών.
Κρίση και αγορά
Ο κύκλος εργασιών των εκδοτών γνώρισε πολλά χρόνια σταθερής ανάπτυξης μέχρι το 2007. Από το 2008, η παγκόσμια οικονομική κρίση άρχισε να επηρεάζει τον κλάδο, παρά το γεγονός ότι αρχικά οι συνέπειες ήταν μικρότερης εμβέλειας σε σύγκριση με τους περισσότερους άλλους τομείς (κυρίως στις εξαγωγές). Το 2010, η καθοδική πορεία αντιστράφηκε και επανέκαμψε η ανάπτυξη (με άξονα αιχμής κυρίως τις εξαγωγές) παρά το ότι ευνοήθηκε από τις νομισματικές ισοτιμίες. Μεταξύ του 2011 και του 2014, η αγορά βρέθηκε πάλι σε ύφεση, παρά την ταχεία ανάπτυξη της αγοράς του ηλεκτρονικού βιβλίου και παρά τις εξαγωγές (ιδίως τα χρόνια όπου το Ευρώ ήταν πιο αδύναμο). Η ανάπτυξη επανάκαμψε το 2015 (με ισχυρές εξαγωγές) και το πιθανότερο είναι ότι το
2016 υπήρξε επίσης μια θετική χρονιά, με την ελπίδα ότι θα σημειωθεί επιστροφή σε μακροπρόθεσμα θετικές τάσεις. Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης ήταν άνισες. Οι χώρες οι οποίες επλήγησαν περισσότερο από την κρίση αντιμετώπισαν τα μεγαλύτερα προβλήματα και στην αγορά του βιβλίου και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις με απώλειες της τάξης του 20% ή 30% στα χρόνια από το 2009 έως το 2015. Σε γενικές γραμμές ωστόσο ο εκδοτικός κλάδος αντεπεξήλθε στην οικονομική κρίση δείχνοντας μεγαλύτερη ανθεκτικότητα από πολλούς άλλους κλάδους. Κατά τα τελευταία χρόνια γίναμε επίσης μάρτυρες μιας στασιμότητας στον τομέα της αγοράς ηλεκτρονικού βιβλίου.
Ψηφιακά και ηλεκτρονικά βιβλία
Οι ψηφιακές τεχνολογίες υπάρχουν στην αξιακή αλυσίδα του βιβλίου εδώ και πολύ καιρό, αλλά η αληθινή αγορά ηλεκτρονικού βιβλίου αναδύθηκε πραγματικά μόνο πρόσφατα, μια που η τεχνολογία δεν ήταν ακόμα έτοιμη να προσφέρει στον αναγνώστη μια πλήρως ικανοποιητική αναγνωστική εμπειρία. Από τότε, το μερίδιο των ψηφιακών βιβλίων στην αγορά αυξήθηκε αρχικά με εντυπωσιακούς ρυθμούς, ενώ επιβραδύνεται τα τελευταία ένα ή δύο χρόνια. Η έλλειψη αναμφισβήτητων δεδομένων από ορισμένους μεγάλους πωλητές λιανικής, όπως επίσης και η εμφάνιση των αυτοεκδόσεων, καθιστά δυσχερή τη συγκέντρωση λεπτομερών και αξιόπιστων πληροφοριών για την αγορά του ηλεκτρονικού βιβλίου. Εκτιμάται ωστόσο ότι ο τομέας αυτός αντιπροσωπεύει ποσοστό περίπου 6-7% επί της συνολικής αγοράς στην Ευρώπη, με σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των χωρών της.
Σε ορισμένες περιπτώσεις τα αριθμητικά στοιχεία διαχωρίζουν τις πωλήσεις των ηλεκτρονικών βιβλίων από τον ευρύτερο τομέα των πωλήσεων ψηφιακών προϊόντων από τους εκδότες (όπως είναι οι βάσεις δεδομένων και οι συνδρομές). Τα ηλεκτρονικά βιβλία έχουν διανύσει πολύ δρόμο εδώ και 10 χρόνια, όταν αποτελούσαν κάτι λίγο περισσότερο από έναν ενδιαφέροντα νεωτερισμό, ή ακόμα και 5 χρόνια πριν – το 2011 δεν αντιπροσώπευαν παρά μόνο κάτι περισσότερο από το 1% της απανταχού αγοράς βιβλίου (εκτός του ΗΒ, όπου οι πωλήσεις ηλεκτρονικού βιβλίου έφθαναν το 4% του συνόλου και οι ψηφιακές πωλήσεις προσέγγιζαν το 8%). Δεν είναι ωστόσο εύκολο να προβλέψουμε πώς θα εξελιχθεί η αγορά ηλεκτρονικού βιβλίου στα χρόνια που έρχονται μια που κατά το παρελθόν έχουν γίνει πολλές φορές προβλέψεις για το τέλος του χαρτιού: αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι πολλά θα εξαρτηθούν από τις προτιμήσεις των αναγνωστών και επίσης ότι θα συνυπάρξουν σίγουρα διάφοροι τρόποι υποστήριξης, μορφές και επιχειρηματικά πρότυπα κατά το προβλέψιμο μέλλον.
Στην καρδιά του ηλεκτρονικού εμπορίου
Είναι ευρέως γνωστό ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο ξεκίνησε κυρίως με πωλήσεις βιβλίων. Αυτό οφείλεται στο ότι ο κλάδος του βιβλίου είχε διαθέσιμα τα καλύτερα μεταδεδομένα για οποιαδήποτε κατηγορία προϊόντων (και βέβαια για τον πολιτισμικό τομέα). Ήταν συνεπώς πολύ εύκολο για τους αναδυόμενους πωλητές λιανικής του διαδικτύου να οργανώσουν και να αυτοματοποιήσουν τον χειρισμό των παραγγελιών και των παραδόσεων. Σήμερα, τα βιβλία παραμένουν ένα από τα βασικά προϊόντα που αγοράζονται online.
Σχεδόν ένας Ευρωπαίος στους πέντε αγόρασε βιβλία/περιοδικά/ υλικό ηλεκτρονικής εκμάθησης online το 2016 (και πάνω από το ένα τρίτο όσων αγοράζουν από το διαδίκτυο). Το Λουξεμβούργο βρίσκεται στην πρώτη θέση και εντυπωσιάζει με το ήμισυ του πληθυσμού του να αγοράζει βιβλία/περιοδικά/υλικό ηλεκτρονικής εκμάθησης από το διαδίκτυο (σχεδόν τα δύο τρίτα όσων αγοράζουν από το διαδίκτυο).
Πόσα ξοδεύουν οι Ευρωπαίοι για βιβλία;
Για να βρει η Eurostat το πόσα ξοδεύουν οι ευρωπαίοι για βιβλία δημιούργησε μια κοινή τεχνητή νομισματική μονάδα, τη Μονάδα Αγοραστικής Δύναμης (ΜΑΔ), η οποία εξαλείφει το αποτέλεσμα της διαφοράς των τιμών στις διάφορες χώρες, που προκαλείται από τις διακυμάνσεις των νομισματικών ισοτιμιών και επιτρέπει έτσι τις συγκρίσεις μεταξύ των χωρών. Οι ανισότητες μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ στον τομέα αυτό είναι αναμφισβήτητες. Σύμφωνα με αυτή την κατάταξη ο μέσος όρος που ξοδεύουν οι ευρωπαίοι είναι 103 ΜΑΔ , η Ελλάδα είναι πολύ κοντά στις 94,8 ΜΑΔ, η Κύπρος στις 169,5%, με πρώτη χώρα το Λουξεμβούργο με 197,2 ΜΑΔ και ακολουθεί η Ολλανδία με 190 ΜΑΔ.
Είναι ακριβά τα βιβλία; Μάλλον όχι
Σύμφωνα με την μελέτη της Eurostat και τα σχετικά γραφήματα παρατηρούμε ότι συγκρίνοντας την εξέλιξη της μέσης τιμής βιβλίων και του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, του δείκτη της ΕΕ για τον πληθωρισμό τιμών καταναλωτή, στην ΕΕ στο σύνολό της και στη ζώνη του Ευρώ και στις δύο περιπτώσεις βλέπουμε ότι η τιμή των βιβλίων αυξήθηκε πολύ λιγότερο από τις τιμές των άλλων προϊόντων. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές αν λάβουμε υπόψη όλη την ΕΕ των 28: η αύξηση της τιμής των βιβλίων τα τελευταία 20 χρόνια ήταν 40% μικρότερη από τον μέσο όρο του πληθωρισμού.
http://www.oanagnostis.gr/%CF%80%CF%8C%CF%83%CE%BF%CE%B9-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B2%CE%AC%CE%B6%CE%BF%CF%85%CE%BD-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1-%CF%80%CF%8C%CF%83%CE%BF%CE%B9-%CF%83%CF%84%CE%B7/
Πόσο διαβάζουν οι ευρωπαίοι και ποια είναι η θέση της χώρας μας σε αυτή την κατάταξη φανερώνει μια έρευνα της Eurostat, την οποία μας δίνει ο ΟΣΔΕΛ σε μια πολύ όμορφη και λειτουργική έκδοση. Η έρευνα αναζητά ποιο είναι τo ποσοστό των ανθρώπων που έχουν διαβάσει τουλάχιστον ένα βιβλίο τον περασμένο χρόνο και εκείνων οι οποίοι έχουν διαβάσει 10 ή περισσότερα βιβλία το ίδιο χρονικό διάστημα. Παρά το ότι ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού διαβάζει πράγματι βιβλία, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες μόνο το ήμισυ του πληθυσμού ή και ακόμα λιγότεροι είχαν διαβάσει τουλάχιστον ένα βιβλίο κατά τον χρόνο πριν την έρευνα, και σε πολλές χώρες η αναλογία μειωνόταν μεταξύ των διαδοχικών ερευνών.
Οι δυνατοί αναγνώστες (πάνω από 10 βιβλία)
Οι πίνακες δείχνουν ότι στην Ελλάδα το ποσοστό των ανθρώπων που διάβασαν πάνω από 10 βιβλίο τον χρόνο (ηλικίες 25-64) ήταν 7,8%. Στην κορυφή της κατάταξης των «δυνατών αναγνωστών» βρίσκονται η Ισλανδία (35,1%), το Λουξεμβούργο(24,4%) και η Φινλανδία(24,4%), ακολουθούμενες από τη Γερμανία(22,1%) , την Εσθονία και την Αυστρία (δεν υπάρχουν στοιχεία για τη Σουηδία). Πρόσφατα στοιχεία από τη Νορβηγία (και πάλι μη συγκρίσιμα) υποδεικνύουν ότι η αναλογία ατόμων ηλικίας άνω των 15 ετών που διαβάζουν τουλάχιστον 10 βιβλία βρίσκεται στο 40% το 2015 –μακράν το υψηλότερο ποσοστό– αριθμός που είναι εντυπωσιακός εάν λάβουμε υπόψη την καθοδική τάση των τελευταίων χρόνων σε πολλές χώρες (για το 2016 το ποσοστό «δυνατών αναγνωστών» στην Ισλανδία, για παράδειγμα, έπεσε στο 23,7%)
Όσοι διάβασαν ένα βιβλίο μόνον
Αυτοί που διάβασαν τουλάχιστον ένα βιβλίο στη χώρα μας είναι 48,8%. Η Ισλανδία(93%), η Νορβηγία (90% με διαφορετικό εύρος) και η Σουηδία(83,5%) βρίσκονται στην κορυφή της γενικής κατάταξης, ακολουθούμενες από το Λουξεμβούργο(81,9%), τη Φινλανδία(79,3%), την Εσθονία(75%),την Αυστρία(74,8%), και τη Γερμανία(72,83%).
Οι τζίροι των εκδοτών
Το συνολικό ετήσιο εισόδημα των εκδοτών βιβλίου από πωλήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο για το 2015 ήταν περίπου €22,3 δις. Ο αριθμός αυτός εμφανίζει μια μικρή αύξηση ως προς την προγενέστερη εκτίμηση ύψους €22 δις και είναι αποτέλεσμα μιας ανάμεικτης εικόνας, με πολλές αγορές να σημειώνουν χαμηλότερο κύκλο εργασιών από το προηγούμενο έτος, ενώ άλλες να επιβεβαιώνουν προγενέστερες θετικές τάσεις ή να αντιστρέφουν καθοδικές τάσεις. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες συνεισέφεραν σημαντικά στο θετικό αποτέλεσμα. Η συνολική αξία της αγοράς εκτιμάται σε €36-40 δις. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, αναμένουμε ότι το 2016 θα υπάρχει περαιτέρω αύξηση, η σχετική δε εκτίμηση ανέρχεται σε ύψος €22,5 δις.
Πόσοι τίτλοι
Το 2015 εκδόθηκαν από ευρωπαϊκούς εκδοτικούς οίκους περίπου 575.000 νέοι τίτλοι. Ο αριθμός αυτός προέρχεται από διάφορες πηγές –ορισμένες εκ των οποίων περιελάμβαναν νέες εκδόσεις μη εμπορικών τίτλων– και είναι ανάλογα ελαφρώς στρογγυλοποιημένος. Κατά την περίοδο της έρευνας σημειώθηκε σταθερή αύξηση της παραγωγής τίτλων με πολύ λίγες εξαιρέσεις. Οι Ευρωπαίοι εκδότες είχαν ένα απόθεμα περίπου 22 εκατομμυρίων τίτλων (εκ των οποίων περισσότεροι από 4 εκατομμύρια σε ψηφιακή μορφή), οι δε χώρες οι οποίες ανέφεραν τη μεγαλύτερη διαθεσιμότητα ήταν το ΗΒ, η Γερμανία, η Ιταλία, η Γαλλία και η Ισπανία. Ο αριθμός αυτός, που αυξάνεται συνεχώς, τροφοδοτήθηκε από την αύξηση των ηλεκτρονικών εκδόσεων (σε διάφορες μορφές), την ψηφιοποίηση των τίτλων παλαιότερων καταλόγων, την ανάπτυξη των υπηρεσιών print-on demand και την άνοδο των αυτοεκδόσεων (κυρίως στο ΗΒ).
Οι μεγαλύτερες χώρες –ειδικά εκείνες με ευρέως ομιλούμενες γλώσσες– εκδίδουν τους περισσότερους τίτλους (ΗΒ, Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία) αλλά οι αριθμοί οι σχετικοί με τον πληθυσμό αποτυπώνουν μια εικόνα σύμφωνα με την οποία και κάποιες μικρότερες αγορές παρουσιάζουν έναν ιδιαίτερα δραστήριο εκδοτικό κλάδο.
Η μεγάλη παραγωγή τίτλων συνοδεύτηκε κατά τα πρόσφατα έτη από ένα άλλο φαινόμενο: μια σταθερή μείωση του μέσου όρου των τιράζ στις περισσότερες (αν όχι σε όλες) περιοχές. Πολλοί είναι οι παράγοντες που μπορούν να ερμηνεύσουν τη συγκεκριμένη τάση: από τη λογική συνέπεια της αύξησης των υπαρχόντων τίτλων στην αύξηση της αστάθειας των πωλήσεων, σε μια αυξημένη δυνατότητα χειρισμού των αποθεμάτων (με τη συνδρομή των τεχνολογικών εξελίξεων στον τομέα της εκτύπωσης, όπως το print on demand).
Πόσοι εργάζονται στον χώρο του βιβλίου
Σύμφωνα με την EUROSTAT περίπου 150.000 άτομα εργάζονταν υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης στην έκδοση βιβλίων το 2014, στο ίδιο βασικά επίπεδο με ένα χρόνο πριν. Ωστόσο, πρόκειται για έναν τομέα όπου η συλλογή αξιόπιστων δεδομένων είναι πιο δύσκολη. Η έρευνα των μελών της FEP υποδεικνύει επίσης μια σταθερότητα ως προς την απασχόληση, συμπεριλαμβανομένου του 2015, και μια πιο μακροπρόθεσμη καθοδική τάση κατά τα χρόνια της κρίσης. Το σύνολο της αξιακής αλυσίδας του βιβλίου (συμπεριλαμβανομένων των συγγραφέων –το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συγγραφέων εκπροσωπεί περίπου 150.000 εξ αυτών– των βιβλιοπωλών –περίπου 125.000 άτομα εργάζονται σε εξειδικευμένα βιβλιοπωλεία σύμφωνα με τη EUROSTAT–, τυπογράφων, σχεδιαστών, κ.λπ.) εκτιμάται ότι απασχολεί επαγγελματικά, άμεσα και έμμεσα, περισσότερους από μισό εκατομμύριο ανθρώπους.
Ο ορισμός του εκδότη διαφέρει από χώρα σε χώρα, ενώ τα κριτήρια ποικίλλουν, μεταξύ άλλων και σε συνάρτηση με τα μεγέθη των εκάστοτε αγορών. Έτσι λοιπόν, αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε τα δεδομένα της EUROSTAT, σε μια απόπειρα να παραθέσουμε μια εναρμονισμένη εικόνα. Το βασικό μήνυμα εδώ είναι ότι ο κλάδος αποτελείται από έναν τεράστιο αριθμό κυρίως μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και μάλιστα σε συνεχή εξέλιξη. Η FEP, μέσω των μελών της, εκπροσωπεί περισσότερους από 6.000 μεμονωμένους εκδότες, καλύπτοντας ποσοστό 75%-90% των αντίστοιχων εθνικών αγορών.
Κρίση και αγορά
Ο κύκλος εργασιών των εκδοτών γνώρισε πολλά χρόνια σταθερής ανάπτυξης μέχρι το 2007. Από το 2008, η παγκόσμια οικονομική κρίση άρχισε να επηρεάζει τον κλάδο, παρά το γεγονός ότι αρχικά οι συνέπειες ήταν μικρότερης εμβέλειας σε σύγκριση με τους περισσότερους άλλους τομείς (κυρίως στις εξαγωγές). Το 2010, η καθοδική πορεία αντιστράφηκε και επανέκαμψε η ανάπτυξη (με άξονα αιχμής κυρίως τις εξαγωγές) παρά το ότι ευνοήθηκε από τις νομισματικές ισοτιμίες. Μεταξύ του 2011 και του 2014, η αγορά βρέθηκε πάλι σε ύφεση, παρά την ταχεία ανάπτυξη της αγοράς του ηλεκτρονικού βιβλίου και παρά τις εξαγωγές (ιδίως τα χρόνια όπου το Ευρώ ήταν πιο αδύναμο). Η ανάπτυξη επανάκαμψε το 2015 (με ισχυρές εξαγωγές) και το πιθανότερο είναι ότι το
2016 υπήρξε επίσης μια θετική χρονιά, με την ελπίδα ότι θα σημειωθεί επιστροφή σε μακροπρόθεσμα θετικές τάσεις. Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης ήταν άνισες. Οι χώρες οι οποίες επλήγησαν περισσότερο από την κρίση αντιμετώπισαν τα μεγαλύτερα προβλήματα και στην αγορά του βιβλίου και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις με απώλειες της τάξης του 20% ή 30% στα χρόνια από το 2009 έως το 2015. Σε γενικές γραμμές ωστόσο ο εκδοτικός κλάδος αντεπεξήλθε στην οικονομική κρίση δείχνοντας μεγαλύτερη ανθεκτικότητα από πολλούς άλλους κλάδους. Κατά τα τελευταία χρόνια γίναμε επίσης μάρτυρες μιας στασιμότητας στον τομέα της αγοράς ηλεκτρονικού βιβλίου.
Ψηφιακά και ηλεκτρονικά βιβλία
Οι ψηφιακές τεχνολογίες υπάρχουν στην αξιακή αλυσίδα του βιβλίου εδώ και πολύ καιρό, αλλά η αληθινή αγορά ηλεκτρονικού βιβλίου αναδύθηκε πραγματικά μόνο πρόσφατα, μια που η τεχνολογία δεν ήταν ακόμα έτοιμη να προσφέρει στον αναγνώστη μια πλήρως ικανοποιητική αναγνωστική εμπειρία. Από τότε, το μερίδιο των ψηφιακών βιβλίων στην αγορά αυξήθηκε αρχικά με εντυπωσιακούς ρυθμούς, ενώ επιβραδύνεται τα τελευταία ένα ή δύο χρόνια. Η έλλειψη αναμφισβήτητων δεδομένων από ορισμένους μεγάλους πωλητές λιανικής, όπως επίσης και η εμφάνιση των αυτοεκδόσεων, καθιστά δυσχερή τη συγκέντρωση λεπτομερών και αξιόπιστων πληροφοριών για την αγορά του ηλεκτρονικού βιβλίου. Εκτιμάται ωστόσο ότι ο τομέας αυτός αντιπροσωπεύει ποσοστό περίπου 6-7% επί της συνολικής αγοράς στην Ευρώπη, με σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των χωρών της.
Σε ορισμένες περιπτώσεις τα αριθμητικά στοιχεία διαχωρίζουν τις πωλήσεις των ηλεκτρονικών βιβλίων από τον ευρύτερο τομέα των πωλήσεων ψηφιακών προϊόντων από τους εκδότες (όπως είναι οι βάσεις δεδομένων και οι συνδρομές). Τα ηλεκτρονικά βιβλία έχουν διανύσει πολύ δρόμο εδώ και 10 χρόνια, όταν αποτελούσαν κάτι λίγο περισσότερο από έναν ενδιαφέροντα νεωτερισμό, ή ακόμα και 5 χρόνια πριν – το 2011 δεν αντιπροσώπευαν παρά μόνο κάτι περισσότερο από το 1% της απανταχού αγοράς βιβλίου (εκτός του ΗΒ, όπου οι πωλήσεις ηλεκτρονικού βιβλίου έφθαναν το 4% του συνόλου και οι ψηφιακές πωλήσεις προσέγγιζαν το 8%). Δεν είναι ωστόσο εύκολο να προβλέψουμε πώς θα εξελιχθεί η αγορά ηλεκτρονικού βιβλίου στα χρόνια που έρχονται μια που κατά το παρελθόν έχουν γίνει πολλές φορές προβλέψεις για το τέλος του χαρτιού: αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι πολλά θα εξαρτηθούν από τις προτιμήσεις των αναγνωστών και επίσης ότι θα συνυπάρξουν σίγουρα διάφοροι τρόποι υποστήριξης, μορφές και επιχειρηματικά πρότυπα κατά το προβλέψιμο μέλλον.
Στην καρδιά του ηλεκτρονικού εμπορίου
Είναι ευρέως γνωστό ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο ξεκίνησε κυρίως με πωλήσεις βιβλίων. Αυτό οφείλεται στο ότι ο κλάδος του βιβλίου είχε διαθέσιμα τα καλύτερα μεταδεδομένα για οποιαδήποτε κατηγορία προϊόντων (και βέβαια για τον πολιτισμικό τομέα). Ήταν συνεπώς πολύ εύκολο για τους αναδυόμενους πωλητές λιανικής του διαδικτύου να οργανώσουν και να αυτοματοποιήσουν τον χειρισμό των παραγγελιών και των παραδόσεων. Σήμερα, τα βιβλία παραμένουν ένα από τα βασικά προϊόντα που αγοράζονται online.
Σχεδόν ένας Ευρωπαίος στους πέντε αγόρασε βιβλία/περιοδικά/ υλικό ηλεκτρονικής εκμάθησης online το 2016 (και πάνω από το ένα τρίτο όσων αγοράζουν από το διαδίκτυο). Το Λουξεμβούργο βρίσκεται στην πρώτη θέση και εντυπωσιάζει με το ήμισυ του πληθυσμού του να αγοράζει βιβλία/περιοδικά/υλικό ηλεκτρονικής εκμάθησης από το διαδίκτυο (σχεδόν τα δύο τρίτα όσων αγοράζουν από το διαδίκτυο).
Πόσα ξοδεύουν οι Ευρωπαίοι για βιβλία;
Για να βρει η Eurostat το πόσα ξοδεύουν οι ευρωπαίοι για βιβλία δημιούργησε μια κοινή τεχνητή νομισματική μονάδα, τη Μονάδα Αγοραστικής Δύναμης (ΜΑΔ), η οποία εξαλείφει το αποτέλεσμα της διαφοράς των τιμών στις διάφορες χώρες, που προκαλείται από τις διακυμάνσεις των νομισματικών ισοτιμιών και επιτρέπει έτσι τις συγκρίσεις μεταξύ των χωρών. Οι ανισότητες μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ στον τομέα αυτό είναι αναμφισβήτητες. Σύμφωνα με αυτή την κατάταξη ο μέσος όρος που ξοδεύουν οι ευρωπαίοι είναι 103 ΜΑΔ , η Ελλάδα είναι πολύ κοντά στις 94,8 ΜΑΔ, η Κύπρος στις 169,5%, με πρώτη χώρα το Λουξεμβούργο με 197,2 ΜΑΔ και ακολουθεί η Ολλανδία με 190 ΜΑΔ.
Είναι ακριβά τα βιβλία; Μάλλον όχι
Σύμφωνα με την μελέτη της Eurostat και τα σχετικά γραφήματα παρατηρούμε ότι συγκρίνοντας την εξέλιξη της μέσης τιμής βιβλίων και του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, του δείκτη της ΕΕ για τον πληθωρισμό τιμών καταναλωτή, στην ΕΕ στο σύνολό της και στη ζώνη του Ευρώ και στις δύο περιπτώσεις βλέπουμε ότι η τιμή των βιβλίων αυξήθηκε πολύ λιγότερο από τις τιμές των άλλων προϊόντων. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές αν λάβουμε υπόψη όλη την ΕΕ των 28: η αύξηση της τιμής των βιβλίων τα τελευταία 20 χρόνια ήταν 40% μικρότερη από τον μέσο όρο του πληθωρισμού.
http://www.oanagnostis.gr/%CF%80%CF%8C%CF%83%CE%BF%CE%B9-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B2%CE%AC%CE%B6%CE%BF%CF%85%CE%BD-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1-%CF%80%CF%8C%CF%83%CE%BF%CE%B9-%CF%83%CF%84%CE%B7/
Σχόλια