Της πατρίδος μου η σημαία

Γεννήθηκα Έλληνας. Κι ήμουν ανέκαθεν πολύ υπερήφανος γι αυτό.

Από παιδί είχα τη τύχη να πηγαίνω πολύ συχνά στο εξωτερικό.
Όπου κι αν βρισκόμουν ανυπομονούσα για τη στιγμή που όποιος ξένος με γνώριζε  θα με ρωτούσε: “Where are you from?”  ώστε να απαντήσω  με το παιδικό ενθουσιασμό της περηφάνιας μου: “I’m Greek”.
Κι  ακόμα κι όταν έπαψα να είμαι παιδί, ο ενθουσιασμός μου παρέμεινε έκτοτε παιδικός, κάθε που ανέφερα την εθνικότητα μου.

Πάντα οι αντιδράσεις των «ξένων» συνοδεύονταν από χαμόγελα ευχάριστης έκπληξης, επιφωνήματα θαυμασμού και το βλέμμα τους κατ’ ευθείαν ξυπνούσε και ξεκινούσαν ένα μικρό μονόλογο, πλέκοντας το εγκώμιο για τη πατρίδα μου.
Όλοι ήξεραν την Ελλάδα, ακόμα και πιο αγεωγράφητοι και ανιστόρητοι.

Όλοι είχαν να πουν κάτι, είτε για την ιστορία της, τη μυθολογία της,  τον πολιτισμό που παρήγαγε, το Μέγα Αλέξανδρο, τους φιλοσόφους της,  τη δημοκρατία που γέννησε,  τους ολυμπιακούς της, τις παραλίες, τον ήλιο, τα νησιά, τον Παρθενώνα, το τρόπο διασκέδασης, τον Χατζηδάκη της, το σουβλάκι, το συρτάκι, το «όπα» της.

Όλοι είχαν ένα λόγο να εκφράζουν το θαυμασμό τους απέναντι στη χώρα μου κι ήταν ένα υπέροχο συναίσθημα αυτό που δεν περίμενα ποτέ να χάσω...το είχα σαν δεδομένο.

Σήμερα η πατρίδα μου έχει γίνει συνώνυμο της κρίσης, της μιζέριας, της εξαθλίωσης και της κατάθλιψης.
Πότε μου το ‘καναν αυτό;

Δεν θα μπω στη διαδικασία να χαρακτηρίσω με τη πιο χυδαία υβρεοπομπή που υπάρχει- αν και του αξίζει-  τους ιθύνοντες πολιτικούς για την άνευ προηγουμένου καταστροφική τους λαγνεία για εξουσία και τίτλους,  χωρίς καν να συνοδεύεται από στοιχειώδη ικανότητα  και νοημοσύνη, η οποία οδήγησε τους Έλληνες στο χείλος του γκρεμού, σπρώχνοντας τους στο κενό, αδιαφορώντας για την κατάληξη τους και στερώντας τους την αξιοπρέπεια.

Είναι φρικτό αυτό που αισθάνομαι.
Νιώθω σαν να έχει πέσει μια ατομική βόμβα στη χώρα μου και να χει παραλύσει, όχι μόνο τους ανθρώπους της, αλλά και τα όνειρα τους.
Οι άνθρωποι μου σκορπίσανε όπως τα πρόβατα όταν βλέπουν το λύκο.

Ο Στέλιος έφυγε στην Ισπανία γιατί δεν άντεχε τη μιζέρια, ο Δημήτρης στη Γαλλία γιατί εκεί το βιογραφικό του έχει καλύτερο αντίκτυπο.
Η Βιβιάνα ήταν άνεργη και έγινε αεροσυνοδός στο Ντουμπάι. 23 χρονών κοριτσάκι.
Δεν της αρέσει καθόλου εκεί, δεν έχει όμως την επιλογή να γυρίσει πίσω.

Ο Μιχάλης σκέφτεται να πάει στην Ελβετία, του χουν πει ότι είναι παράδεισος και η Κατερίνα θέλει να πάει στον αδερφό της στις ΗΠΑ, που έχει βγάλει καλά λεφτά επειδή απλά κάνει τη δουλειά του.
Κι αυτοί δεν είναι οι άτυχοι.
Οι άτυχοι είναι αυτοί που δε μπορούν να φύγουν γιατί δεν είναι εύκολο πράγμα ο ξεριζωμός.

Δεν ήμουν ποτέ μίζερος, δε γκρίνιαζα.
Τώρα δεν γκρινιάζω, κλαίω.
Δεν κλαίω από θυμό ή από νεύρα ή από απόγνωση για την εφορία κάθε μήνα, για την ακρίβεια, τις περικοπές, την ανεργία και τις ειδήσεις που παρακολουθώ κάθε βράδυ.
Δεν κλαίω ούτε από ντροπή και μίσος που μου προκαλεί το αίσθημα αυτό της κατάφορης αδικίας που δεν τιμωρούνται οι αυτουργοί αυτής της επιδημίας που έπεσε στη πατρίδα μου και κολλάει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και επικίνδυνα συμπτώματα.

Δεν κλαίω από συγκίνηση για τους ξενιτεμένους μου φίλους όσο κι αν μου λείπουνε.
Ούτε κλαίω από πένθος για τις μηδενικές μου προοπτικές και τα γ@μημένα μου όνειρα.

Κλαίω γιατί μου πήρανε εκείνο τη παιδικό αίσθημα περηφάνιας, που ένιωθα κάθε φορά που έλεγα “I’m Greek”.

 Δημήτρης Le Button

 http://www.eyedoll.gr/ngine/article/717/%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%AF%CE%B4%CE%B1%CF%82-%CE%BC%CE%BF%CF%85-%CE%B7-%CF%83%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CE%AF%CE%B1

Σχόλια