Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος: Είκοσι χρόνια Πατριαρχείας-Είκοσι χρόνια Διακονίας και Προσφοράς


Του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου
Μακαρίου Γρινιεζάκη.


Αινέσωμεν άνδρας ενδόξους… την σοφίαν αυτών διηγήσονται λαοί
και τον έπαινον αυτών εξαγγέλλει η Εκκλησία[1].


Πολλές φορές υποστηρίζομε ότι πρέπει να δημιουργούμε πρότυπα, ιδιαίτερα στην σύγχρονη εποχή που τα γνήσια πρότυπα έχουν ξεθωριάσει. Δεν είναι κατακριτέο αυτό. Είναι όμως ακόμα καλύτερα όταν τα πρότυπα δεν τα δημιουργούμε, αλλά τα αναγνωρίζουμε, τα αντιλαμβανόμαστε, τα παραδεχόμαστε, τα μαρτυρούμε, τα αναζητούμε και τελικά τα ανακαλύπτουμε και τα απολαμβάνουμε στη φυσική τους κατάσταση. Με τον τρόπο αυτό κάνουμε αυτό που υπαγορεύει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Θαυμάζουμε τα γεγενημένα, ζηλούμε την αρετήν, εξενέγκωμεν και ημείς εις ετέρους τας ανδραγαθίας των εκείνων»[2].
Με αυτές τις σκέψεις και έχοντας επίγνωση της προσωπικής ελαχιστότητάς μου προσπαθώ να σκιαγραφήσω μέσα στις γραμμές που ακολουθούν ένα φυσικό και υπαρκτό πρότυπο, χαρισματούχο άνθρωπο, ικανό χειριστή των υποθέσεων της Εκκλησίας, άνθρωπο του πνεύματος, ένθεο υποστηρικτή των ορθοδόξων δογμάτων, χορηγό αγάπης, υπεύθυνο στην διακονία της Εκκλησίας, γνώστη του πόνου των λαών, πνευματικό αγωνιστή και ιερουργό των θείων μυστηρίων, τον πρώτο της Ιερωσύνης των Ορθοδόξων, τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο τον Α΄. Με την πεποίθηση πάντοτε ότι «Κύριος εμοί βοηθός έσται»[3].
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος γεννήθηκε στο ιστορικό νησί της Ίμβρου στις 29 Φεβρουαρίου το 1940. Οι γονείς του Χρήστος και Μερόπη Αρχοντώνη, τον ονόμασαν Δημήτριο. Τον ανάθρεψαν «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», σε μια εποχή δύσκολη για τον Ελληνισμό της Ανατολής, μεταβιβάζοντάς του θερμή πίστη προς το Θεό και παράλληλα αγάπη και αφοσίωση προς τα υψηλά ιδανικά του Ελληνισμού.
Από πολλή μικρή ηλικία επέδειξε ζήλο για τα γράμματα και τη μάθηση. Τα εγκύκλια γράμματά του τα άκουσε στη γενέτειρά του και στο Ζωγράφειο Λύκειο της Κωνσταντινούπολης. Και κατόπιν αρχίζει με ιερό ενθουσιασμό στη νεανική του ψυχή, τη μάθηση της Ιεράς Επιστήμης της Θεολογίας, δαπανώντας το δόλιχο της εφηβείας του στη μελέτη της Αγίας Γραφής, και των Πατερικών συγγραμμάτων. Ανεβαίνει υπόπτερος τον λόφο της μυροβόλου Χάλκης, τον οποίο επιστέφει η περίπυστος Ιερά Θεολογική Σχολή και με απόλυτη αφοσίωση κατατάσσεται μεταξύ των ιεροσπουδαστών της. Τότε με την ευλογημένη συναναστροφή προτύπων και διδασκάλων, κληρικών και λαϊκών, ο έφηβος ιεροσπουδαστής Δημήτριος Αρχοντώνης πλάθει τα πρώτα του ευγενικά όνειρα για την εκκλησία και το μέλλον της Ορθοδοξίας. Και τότε εκπληρώνεται το σχέδιο του Θεού: «Της φωνής Κυρίου λέγοντος, τίνα αποστείλω και τις πορεύσεται προς τον λαόν τούτον; και είπα. Ιδού εγώ ειμί, απόστειλόν με»[4].
Το 1961 απεφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή με άριστα, εφοδιασμένος με την κατά το δυνατόν γνώση της θεολογίας και με πνευματική δύναμη για μια σθεναρή πορεία μέσα στην Εκκλησία. Η μυστική αυτή δύναμη, η ευλογία της ψυχής του, η πεφωτισμένη πίστη, η αφοσίωση στην Εκκλησία, ο έρωτας προς την διακονία του λαού του Θεού τον οδήγησαν «εις την τέχνην των τεχνών και την επιστήμην των επιστημών», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος[5]. Αμέσως μετά την αποφοίτησή του χειροτονήθηκε διάκονος από τον πνευματικό του διδάσκαλο Μητροπολίτη Ίμβρου και Τενέδου και μετέπειτα Μητροπολίτη Γέροντα Χαλκηδόνος Μελίτωνα στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Ίμβρου, στις 13 Αυγούστου 1961.
Προικισμένος με σπάνια φυσικά και πνευματικά προσόντα και ενδυναμούμενος από τη ζώσα χάρη του Παναγίου Πνεύματος εισέρχεται σε μία νέα πνευματική περίοδο, βιώνει μια άλλη ζωή που θα σηματοδοτήσει τον πορεία της Ορθοδοξίας. Η περίοδος εκείνη της ζωής του αποβαίνει πολύτιμη, διότι παράλληλα με τη θύραθεν παιδεία που προσπαθεί να αποκτήσει, σμιλεύει στο χαρακτήρα του τη μορφή του εκκλησιαστικού ποιμένος, επιλέγοντας «όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, εί τις αρετή και ει τις έπαινος»[6]. Έτσι ακόμα και στη νεαρή του ηλικία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κανείς το χαρακτηρισμό του Ιερού Χρυσολόγου Πατρός για να περιγράψει την φυσιογνωμία του νεαρού Διακόνου Βαρθολομαίου: «Και φοβερός και προσηνής, και αρχικός και κοινωνικός, και αδέκαστος και θεραπευτικός, και ταπεινός και αδούλωτος, και σφοδρός και ήρεμος»[7].
Εμφορούμενος από σεμνά και υψηλά ιδεώδη προς το λαό του Θεού, όπως την διάσωση των Ευαγγελικών διδαγμάτων, την ομολογία της πίστεως, την μετάδοση της αγάπης, το κήρυγμα της μετανοίας και της συγγνώμης και εμπνεόμενος από την διάθεση φιλομαθείας που είχε, αποφασίζει να συνεχίσει τις σπουδές του στον χώρο της Εσπερίας. Αυτή θα ήταν η πρώτη επαφή του με τον κόσμο που αργότερα ο ίδιος ως πνευματικός ηγέτης θα ποιμάνει. Από το 1963 έως το 1968, με υποτροφία του Οικουμενικού Πατριαρχείου εκδαπανάται σε μεταπτυχιακές σπουδές στο Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών της Ρώμης, στο Οικουμενικό Ινστιτούτο Bossey της Ελβετίας και στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και εξειδικεύεται στο Κανονικό Δίκαιο. Κατόπιν υποβάλει διδακτορική διατριβή στο Γρηγοριανό Πανεπιστήμιο της Ρώμης με θέμα: «Περί την κωδικοποίησιν των ιερών Κανόνων και των κανονικών διατάξεων εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία», και αναγορεύεται διδάκτορας του προαναφερομένου Πανεπιστημίου.
Το 1968 ολοκληρώνει τις σπουδές του και επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη. Διορίζεται ως βοηθός σχολάρχου της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και τον επόμενο χρόνο, στις 19 Οκτωβρίου χειροτονείται πρεσβύτερος από τον Γέροντα Μητροπολίτη Χαλκηδόνος Μελίτωνα. Ο μακαριστός Πατριάρχης Αθηναγόρας μετά από την παρέλευση έξι μηνών από την εις πρεσβύτερο χειροτονία του, του απένειμε το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτου εις επιβράβευση της μέχρι τότε διακονίας του, αφοσιώσεώς του και προσφοράς του στην Εκκλησία.
Με την άνοδο στον πατριαρχικό θρόνο του αοιδίμου Πατριάρχου Δημητρίου αναλαμβάνει την διεύθυνση του ιδιαίτερου Πατριαρχικού Γραφείου, μια θέση αρκετά επιτελική και υπεύθυνη, η οποία του δίδει τη δυνατότητα να αναπτύξει πλέον πρωτοβουλίες για την προώθηση των υψηλών στόχων του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Από τον πρώτο κιόλας χρόνο ο μακαριστός Πατριάρχης Δημήτριος και η περί αυτόν Αγία και Ιερά Σύνοδος εκτίμησαν την προσφορά και την αφοσίωση του Αρχιμανδρίτου Βαρθολομαίου στα καθήκοντά του και δια παμψηφίας τον εκλέγουν Μητροπολίτη Φιλαδελφείας, τα Χριστούγεννα του 1973. Παράλληλα συνεχίζει να παραμένει υπεύθυνος του Πατριαρχικού Γραφείου, για δεκαεπτά συναπτά έτη, μέχρι της εκλογής του σε Μητροπολίτη Χαλκηδόνος στις 14 Ιανουαρίου το 1990.
Υπό την υψηλή αυτή ιδιότητα του Διευθυντού του Ιδιαιτέρου Πατριαρχικού Γραφείου, συνοδεύει τον Πατριάρχη Δημήτριο σε όλες τις περιοδείες ειρήνης ανά την οικουμένη. Τον στηρίζει, τον προφυλάσσει, τον προστατεύει. Στέκεται δίπλα του ως καλός σύμβουλος, έντιμος και ειλικρινής παραστάτης, ως φύλακας άγγελος. Η εμπειρία του αυτή καθιστά τον Μητροπολίτη Φιλαδελφείας Βαρθολομαίο ως μια από τις πιο στιβαρές προσωπικότητες του Οικουμενικού Πατριαρχείου ανά τον κόσμο. Παράλληλα ο Μητροπολίτης Βαρθολομαίος αντιλαμβάνεται εκ του σύνεγγυς τα προβλήματα της σύγχρονης κοινωνίας και των πιστών του Οικουμενικού Πατριαρχείου σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Οι αποδημίες του Πατριάρχου Δημητρίου, στις οποίες πάντοτε συμπεριλάμβανε το στενό του συνεργάτη Μητροπολίτη Βαρθολομαίο, ήταν άλλο ένα Πανεπιστήμιο για τον μέλλοντα να τον διαδεχθεί χαρισματούχο κληρικό.
Τα χρόνια αυτά ανέπτυξε μια αξιόλογη δραστηριότητα, προβάλλοντας τον πνευματικό ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και συμβάλλοντας σημαντικά στη σύσφιξη των σχέσεων των ομοδόξων και ετεροδόξων Εκκλησιών. Για δεκαπέντε έτη υπήρξε μέλος και για οκτώ αντιπρόεδρος της επιτροπής «Πίστις και Τάξις» του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών. Έλαβε μέρος στις Γενικές Συνελεύσεις του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, στην Uppsala το 1968, στο Vancouver το 1893 και στην Cambera το 1991, ενώ το 1990 προήδρευσε στη Γενέυη της Διορθόδοξης Προπαρασκευαστικής Επιτροπής της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, που εξέτασε το θέμα της Ορθοδόξου Διασποράς. Το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, εκτιμώντας την προσφορά του στην Οικουμενική Ενότητα τον εξέλεξε μέλος της κεντρικής και εκτελεστικής επιτροπής του.
Από την εκλογή του σε Μητροπολίτη Φιλαδελφείας, της μεταθέσεώς του στη Μητρόπολη Χαλκηδόνος και μέχρι την εκλογή του στον Πατριαρχικό Θρόνο διετέλεσε Σύνεδρος της Αγίας και Ιεράς Συνόδου και πρόεδρος ή μέλος πολλών Συνοδικών Επιτροπών. Η παρουσία του τόσο ως συμπαρέδρου της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, όσο και ως προέδρου των Συνοδικών Επιτροπών, υπήρξε διακριτική, αξιοπρεπής, ευγενική, σεμνή, με μια λέξη εκκλησιαστική. Οι θέσεις του πάντοτε ενέπνεαν αξιοπιστία. Αποτελούσαν απόσταγμα σοφίας και συνέσεως.
Ο Μητροπολίτης Βαρθολομαίος, παρόλο το νεαρό της ηλικίας του, διακρίνεται για το γνήσιο εκκλησιαστικό του φρόνημα, τη χρηστότητα του ήθους, την απροσποίητη σεμνότητα του ύφους του και την ανυπόκριτη αγάπη του προς όλους. Η πληρότητα της επιστημονικής του συγκρότησης, η οξύνοια της διεισδυτικής σκέψης του, η ευρυμάθειά του τον αναδεικνύουν αξιόπιστο συνομιλητή, που κατακτά την εμπιστοσύνη και την εκτίμηση των διαλεγομένων εταίρων, εκκλησιαστικών και πολιτικών παραγόντων. Έτσι αντιπροσωπεύει το Οικουμενικό Πατριαρχείο σε πολλά διορθόδοξα και διαχριστιανικά συνέδρια, σε επίσημες αποστολές προς την Τουρκική και Ελληνική Κυβέρνηση και προς τις Ορθόδοξες και μη Εκκλησίες[8].
Όλα αυτά τα σπάνια πνευματικά χαρακτηριστικά, που σπανίως μπορεί να συναντήσει κανείς συγκεντρωμένα σε ένα πρόσωπο, δεν ήταν εύκολο να αγνοηθούν από την Αγία και Ιερά Ενδημούσα Σύνοδο, όταν το 1991 εξεδήμησε προς Κύριον ο Μακαριστός Πατριάρχης κυρός Δημήτριος. Θεοκινήτω και θεοπνεύστω ψήφω, στις 22 Οκτωβρίου 1991, πριν είκοσι ακριβώς χρόνια η Αγία και Ιερά Ενδημούσα Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου εκλέγει δια παμψηφίας τον Χαλκηδόνος Βαρθολομαίο εις Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικό Πατριάρχη. Εκλέγει τον εκλεκτό και Άξιο των περιστάσεων «ον εισήγαγεν εις την δόξαν της Πατριαρχικής Διακονίας και εις την αίγλην της Ιστορίας»[9]. Αναθέτει στον Χαλκηδόνος Βαρθολομαίο το πηδάλιο για την διακυβέρνηση του πρεσβυγενούς Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Εκκλησίας Ανδρέου του πρωτοκλήτου, την οποία εκλέισαν Μεγάλες Πατριαρχικές Μορφές.
Η εκλογή του από Φιλαδελφείας, Μητροπολίτου Χαλκηδόνος στον Πάνσεπτο Οικουμενικό Θρόνο, εγκαινιάζει μια νέα περίοδο στην Εκκλησιαστική Ιστορία, αφού ο νέος Πατριάρχης επωμίζεται την υψηλή ευθύνη να οδηγήσει την Ορθοδοξία στην Γ΄ Χιλιετία. Το ευχάριστο άγγελμα της εκλογής του προμηνύει χαρά σε όλο τον Ορθόδοξο και μη κόσμο. Η παρουσία του στον Πατριαρχικό Θρόνο εμπνέει τις ωραιότερες σκέψεις και τους υψηλότερους οραματισμούς για το μέλλον της Εκκλησίας, διότι ο νέος Οικουμενικός Πατριάρχης είχε ήδη κριθεί Άξιος στη συνείδηση όλου του κόσμου, είχε ήδη πληροφορήσει το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας για την δεδομένη επιτυχία του. Ήταν πρόσωπο γνωστό και οικείο.
Η ενθρόνιση του Πατριάρχου Βαρθολομαίου έγινε με την προβλεπόμενη τάξη στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου στις 2 Νοεμβρίου το 1991.
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος με την μειλίχια μορφή του και τη χαρισματική παρουσία του αγγίζει τις ψυχές των ανθρώπων. Ο λαός, πλούσιοι και πτωχοί, πιστοί και άπιστοι, άνδρες και γυναίκες, μικροί και μεγάλοι επιθυμούν να αγγίξουν το ράσο του. Τρέχουν πίσω του πιστά και με αφοσίωση, τον αγαπούν, τον επικαλούνται, με πόθο και τιμή τον πλησιάζουν, τον τιμούν «ως επέχον θέσιν Κυρίου». Αυτοί οι άνθρωποι οι πορσκαρτερούντες, οι ανακαινισμένοι και ευλογημένοι ίστανται επί των επάλξεων των τειχών της Γης, ως φύλακες εν νυκτί, και κραυγάζουν στη θέα του Πατριάρχου «ιδού ο Νυμφίος έρχεται, εξέλθετε εις απάντησιν αυτού».
Ουδέποτε θα σταματήσει η αγάπη του λαού προς τον Πατριάρχη του. Ουδέποτε θα σταματήσει η συρροή ανθρώπων εκεί όπου πηγαίνει ο Πατριάρχης, παρά μόνο αν ο λαός τελικά εξέλθει προς προϋπάντησιν του Κυρίου κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Η οικουμένη γέμισε με τα βήματά του, φυτεύτηκαν δέντρα, κατονομάστηκαν πλατείες και κεντρικές οδοί, έγιναν προτομές, αναρτήθηκαν πλάκες. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος είναι παντού.
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος από την πρώτη στιγμή της Πατριαρχείας του οραματίζεται μια Ορθοδοξία ενωμένη «εν ενί στόματι και μια καρδιά». Πιστεύει ότι πρέπει να υπάρχει εν Αγίω Πνεύματι εναρμονισμός στα διάφορα εκκλησιαστικά ρεύματα, στις ποικίλες ιδεολογίες, στα έντονα προβλήματα που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο, στις διοικητικές και κανονικές διαφορές. Θεωρεί αναγκαία για την πρόοδο της Εκκλησίας την αλληλοκατανόηση και πιστεύει ακράδαντα ότι πρέπει να σφυρηλατηθεί μια κοινή εικόνα προς τον κόσμο για όλη την Ορθοδοξία. Δίδει έμφαση στις Πανορθόδοξες επιτροπές και συνδιασκέψεις, αλλά επιμένει ότι η κοινή γνώμη και η κοινή παρουσία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον κόσμο ξεκινά από το Κοινό Ποτήριο.
Οι Πανορθόδοξες Συνάξεις των Ορθοδόξων Προκαθημένων αποτελούν ορατή έκφραση της ενότητας των επί μέρους Ορθοδόξων Εκκλησιών. Διότι μόνο εκεί που υπάρχει ενότητα επιτυγχάνεται η βίωση της καθολικής συνειδήσεως της Εκκλησίας και εκεί μόνον εκκολάπτεται εκκλησιαστική ζωή, με παλμό και με άσβεστη τη φλόγα της αγιότητάς της[10].
Σημαντική είναι η συμβολή του Πατριάρχου Βαρθολομαίου στο Οικολογικό πρόβλημα. Δίδει ιδιαίτερη σημασία στην αρχή της Ινδίκτου, ως ημέρας αφιερωμένης στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και εξαπολύει κάθε χρόνο την ημέρα αυτή μήνυμα με το οποίο καλεί τον κόσμο να προσευχηθεί για την προστασία της κτίσεως.
Οργανώνει τα θερινά Οικολογικά Συνέδρια στη Χάλκη, συνέστησε Διορθόδοξη Επιτροπή για τη μελέτη του Οικολογικού προβλήματος. Η όλη δραστηριότητα του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου για το Οικολογικό πρόβλημα τον καθιστά παγκοσμίως γνωστό με την προσωνυμία «ο Πράσινος Πατριάρχης».
Η χαρισματική παρουσία του Πατριάρχου Βαρθολομαίου ανακαινίζει την Εκκλησία του Χριστού. Νέοι κληρικοί επανδρώνουν το Πατριαρχείο, με σπουδές με πνευματικότητα, με αγάπη και αφοσίωση στην Εκκλησία και στο Πατριαρχείο. Σε όλες τις επαρχίες, σε όλα τα κράτη, σε όλη την επικράτεια του Πατριαρχείου παρουσιάζονται νέοι βλαστοί που θρέφονται, μεγαλώνουν, ανδρώνονται, και κραταιούνται από την αγάπη του Πατριάρχου Βαρθολομαίου.
Δεν μπορεί να μη σημειώσει κανείς την πατρότητα που πλούσια διακρίνεται στον Πατριάρχη Βαρθολομαίο. Είναι χάρισμα η πατρότητα. Σήμερα ο κόσμος είναι γεμάτος πατέρες αλλά δίχως πατρότητα. Γεροντάδες που έχουν μόνο δικαιώματα, εξουσιάζουν, είναι δυνάστες ή είναι απλώς αδιάφοροι. Μάλιστα υπάρχει μια έντονη φιλολογία στις ημέρες μας για το φαινόμενο του Γεροντισμού. Οι περισσότεροι το εξηγούν ως επιθυμία κάποιου να μαζεύει πληθώρα πνευματικών τέκνων γύρω του, αποβλέποντας ουσιαστικά στη θεραπεία μιας παράλογης απαιτήσεως και ενός εσωτερικού εγωισμού. Η χειρότερη μορφή γεροντισμού όμως δεν είναι αυτή. Είναι όταν ο Γέροντας επαναπαύεται δίχως να θέλει να αναλάβει τις πνευματικές του υποχρεώσεις, αποποιούμενος των ευθυνών του που είναι να στηρίξει παντοιοτρόπως το δικό του πνευματικό παιδί. Τότε κάποιος θεωρεί ότι έχει Γέροντα, αλλά στην ουσία ο Γέροντας δεν θεωρεί ότι έχει τέκνα. Είναι η άλλη όψη του νομίσματος.
Στον Πατριάρχη Βαρθολομαίο συναντά κανείς ξεχείλισμα αγάπης και πατρότητας. Οραματίζεται για του νέους, δημιουργεί χρηστές ελπίδες, δημιουργεί μέλλον για να το παραδώσει στα πνευματικά του παιδιά, δε διστάζει να στηρίζει του νέους κληρικούς και να αναφέρετε στην πρόοδό τους, χαίρεται όταν επαινεί. Δεν επαινεί τον εαυτό του, αλλά τους συνεργάτες του. Του αρέσει να τους παρουσιάζει έναν-έναν ονομαστικά και να υπογραμμίζει τα χαρίσματα του καθενός. Ο μεγαλύτερος θησαυρός του είναι τα πνευματικά του παιδιά. Τα στηρίζει, τα συμβουλεύει, τα νουθετεί. Δεν διεκδικεί πνευματικά δικαιώματα, δεν τα εξουσιάζει αλλά καλλιεργεί αρμονική συνεργασία μεταξύ των, με απώτερο σκοπό την προώθηση της προσωπικότητας και κυρίως την βίωση της εν Χριστώ ελευθερίας.
Ο όρος ηγέτης ενεδύθη νέα σημασία όταν ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος ανέλαβε την πρώτο θρόνο της Ορθοδοξίας. Ο ηγέτης δεν είναι αυτός που μόνο χτίζει, ανακαινίζει, οικοδομεί, διοικεί ή που προσπαθεί να επιδείξει ένα κοινωνικό έργο για να αποσπάσει τα χειροκροτήματα των πολλών. Ο ηγέτης είναι αυτός που μπορεί με την παρουσία του να μιλήσει στον κάθε άνθρωπο χωριστά. Είναι αυτός που μπορεί να κερδίσει καρδιές. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος σκηνώνει στις καρδιές όλων όσων τον γνωρίσουν, ακόμα και των απίστων.
Εξερχόμενος ο Πατριάρχης από το Φανάρι αντανακλά φως εις τον κόσμον. Εισερχόμενος πάλι κάποιος στο Πατριαρχείο γίνεται δέκτης μιας άλλης εμπειρίας, πρωτόγνωρης. Μπαίνοντας στο Πατριαρχικό γραφείο αντικρίζεις ένα χαμόγελο και μια πηγαία αγάπη, που σου δημιουργούν την πεποίθηση ότι αυτό το χαμόγελο και αυτή η αγάπη αποτελούν ανοικτό παράθυρο και ανταύγεια καρδιάς. Μιας καρδιάς πλατιάς όπως το ουράνιο στερέωμα. Σε χαιρετά και σε κοιτά στα μάτια.
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος ζη ως ορών, διορών και προορών τα μη ορώμενα. Έχει καρδία προφήτου. Η ζωή του είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με το προφητικό χάρισμα. Εξερχόμενος μέσα στο σύγχρονο ειδωλοθυτο και ειδωλομανή κόσμο ακούεται η στεντορεία κραυγή της ψυχής του, προφητική.[11] Η παρουσία του αποτελεί μαρτυρία Θεού. Οι ευχές του ζωογονούν τις προς τον θάνατο ψυχές των πιστών, η πορεία του θεωρείται πορεία Θεού, οι μαρτυρίες του συνιστούν μελλόντων επαγγελία, ιδού ώδε ο Χριστός. Αυτός είναι ο ηγέτης.
Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος μπορούμε να πούμε είναι η πιο μεγάλη πνευματική φυσιογνωμία της σύγχρονης κοινωνίας. Αφενός διότι εν τω προσώπω του εμψυχώνεται ένας υψηλός πνευματικός θεσμός, ο θεσμός του Πατριάρχου, αφετέρου διότι ως πρόσωπο διαθέτει μια δυναμικότητα ζωής, χάριτος, πλούτου θεϊκού, ενεργού προσευχής. Υπηρετεί την Οικουμένη, προσφέρει αισιοδοξία, κηρύττει την ολοκληρωτική ανάσταση «υπέρ της κόσμου ζωής και σωτηρίας».
Ειρηνεύει τον λαό και οι ευλογίες του «ως νεφέλαι πέτανται»[12] στον ατέρμονα ορίζοντα. Ο λιβανωτός της καρδίας του, η οσμή του θυμιάματος που προσφέρει, η ενατένηση του αοράτου και ζώντος Θεού, οι εκχύσεις των δακρύων, οι γραφικοί αλαλαγμοί των δοξολογικών του αινέσεων θησαυρίζονται στην αιωνιότητα[13].
Σήμερα συμπληρώνονται είκοσι χρόνια από την εκλογή του στον Πατριαρχικό Θρόνο της Κωνσταντινούπολης. Είκοσι χρόνια ως φιλόμοχθος σκαπανίτης, δουλεύει, λειτουργεί, οργανώνει, περιοδεύει, κηρύσσει, επικοινωνεί, ακούει, δέχεται ακούραστος τον κόσμο, συνεργάζεται, μελετά, γράφει, ευλογεί και αγιάζει. Εκπληρώνει τα κατά Θεόν αιτήματα της Σύγχρονης Ορθοδοξίας, με την διακριτική επέμβασή του προλαμβάνει ενδεχόμενους πειρασμούς, διότι «ου μετανοείν αλλά προνοείν χρη τον άνδρα τον σοφόν». Με την ευφυΐα που τον διακρίνει και την κρυστάλλινη ευθυγνωμία του επιλύει τα παρουσιαζόμενα προβλήματα της Εκκλησίας είτε αυτά είναι πρακτικά είτε κανονικά είτε δογματικά είτε διοικητικά. Προορά τα πάντα. Μόνο η ζωή που την αφιερώνεις στους άλλους είναι ζωή που αξίζει.
Η σημερινή επέτειος όλους μας συγκινεί. Χαιρόμαστε για τον Πατριάρχη μας διότι είναι ο ο Πατριάρχης της Ρωμηοσύνης, συνεχιστής των Αποστόλων και συντελεστής της Αποστολικής Διαδοχής. Είναι αυτός που υφαίνει στο αιώνιο υφάδι την τεράστια και ανεκτίμητη κληρονομιά της Ορθοδοξίας. Είναι ο συνεχιστής και εκφραστής της πολιάς παραδόσεως, ανατρέφει με το γάλα της ευσεβείας, αντέχει στη φθορά του πανδαμάτορος χρόνου. Το όνομά του θα εγγραφεί εν βίβλω ζωής. Η ροή των ετών θα αδυνατήσει να καλύψει το όνομά του με το πέπλο της λήθης και να αμαυρώσει την λαμπηδόνα της προσωπικότητάς του. Η ιστορία θα τον ονομάσει Μεγάλο Πατριάρχη όπως έτσι έχει περάσει στις συνειδήσεις όλων μας. Βαρθολομαίος ο Πάνυς.
Ευχόμαστε και προσευχόμαστε: Βαρθολομαίου του Παναγιωτάτου και Οικουμενικού Πατριάρχου πολλά τα έτη.


[1] Σοφία Σειράχ, 44, 1 και 44, 15.
[2] Πρβλ. Ιωάννου Χρυσοστόμου «Λόγος εις τον Άγιον Μάρτυρα Λουκιανόν, PG Migne 50, 522.
[3] Εβρ. 13, 6.
[4] Ησ. 6, 8.
[5] Γρηγορίου Θεολόγου «Περί της εις τον Πόντον φυγής», PG Migne 35, 425.
[6] Φιλ. 4,8.
[7] Μητροπολίτου Πριγκηποννήσων Συμεών, «Πνευματικόν Τρίπτυχον», Εκδόσεις Δόμος, Αθήνα, σελ. 235.
[8] Κωνσταντίνος Γιοκαρίνης, «Βαρθολομαίος ο Α΄». Στον Χαριστήριο Τόμο προς Τιμήν του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου του Α΄, με τίτλο: «Ορθοδοξία και Οικουμένη», Εκδόσεις Αρμός. Αθήνα 2000, σελ. κβ΄.
[9] Μητροπολίτου Πριγκηπονήσσων, όπ.π. σελ. 231.
[10] Μητροπολίτου Πριγκηποννήσων Συμεών, όπ.π. σελ. 288.
[11] Αρχιμανδρίτου Αιμιλιανού, «Κατηχήσεις και λόγοι, Σφραγίς Γνησία», Εκδόσεις Ορμύλια 1998, Τόμος 1ος, σελ.332.
[12] Ησ. 60,8
[13] Αρχιμανδρίτου Αιμιλιανού, όπ.π. σελ.138.

Σχόλια