Μία άποψη...

Εργασιομανείς…τους μισώ! Τους δύο τελευταίους μήνες δουλεύω ασταμάτητα. Πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, βράδυ, Σάββατο, Κυριακή…ούτε μισή ώρα διάλειμμα για να φάω κάτι σαν άνθρωπος και όχι σάντουιτς Everest στο χέρι.( το οποίο δε θέλω να ξαναδώ ζωγραφιστό όλο το υπόλοιπο καλοκαίρι). Ένας συνεχής πονοκέφαλος εγκατεστημένος στο κεφάλι μου και μια συνεχής κόπωση στα μέλη του σώματός μου.
Νομίζω πως πρωταγωνιστώ σε ένα φριχτό video game του οποίου τα levels ανεβάζει συνεχώς κάποια άγνωστη σαδίστρια που κάποτε της έφαγα το γκόμενο κι αυτή έμπλεξε με την ινδική φιλοσοφία καταφέρνοντας να ρυθμίσει τη ζωή μου με τη σκέψη της και μόνο. Εννοείται πως ο αυτόματος πιλότος – σωτήρας ρυθμίζει μεν την εργασιακή ζωή μου, αδυνατεί δε πλέον να απαντήσει σε απλούστατες ερωτήσεις όπως «(Τι) έφαγα σήμερα??», «Τι δουλειά έχει αυτό το cd στην τσάντα μου που το πρωί δεν υπήρχε?», «Με ποιόν μίλησα πριν μερικά δευτερόλεπτα στο τηλέφωνο και του είπα πως θα τον παρω πίσω?», «Γαμώτο, χτες ήταν τα γενέθλια???»…

Αν συνέχιζα έτσι το πιο πιθανό θα ήταν σε λίγο καιρό να μη θυμόμουν το ΑΦΜ, το σπίτι μου, αν έχω αδέρφια και το πώς βάζουμε ένα κοτόπουλο με πατάτες στο φούρνο. Μπορεί να ξεχνούσα και πως να παίζω πιάνο, πράγμα που ούτε οι αμνήμονες δεν το παθαίνουν. Έχω βαρεθεί να απολογούμαι σ’όλο τον κόσμο για την έλλειψη χρόνου μου, έχω κουραστεί να ακούω ειρωνικά σχόλια του στυλ «Καλέ τι κάνεις, την προίκα σου μαζεύεις??? Έλεος! »
‘Ελεος κι σύ και σου διαφεύγει προφανώς πως τους δύο επόμενους μήνες ΔΕ δουλεύω και θα τρώω την προίκα μου πίνοντας μπυρόνια στην παραλία στην υγειά σου! Θα σου στέλνω και μηνυματάκια στο γραφείο να δούμε πως θα γουσταρίζεις!»
Πρώτο συμπέρασμα λοιπόν: Δεν πρέπει να πρήζουμε τον κόσμο που δουλεύει πολύ! Προφανώς, είτε έχει τους λόγους του, είτε δε μπορεί να κάνει αλλιώς!

Αυτό που δε μπορώ εγώ να καταλάβω, εξαιρώντας απ’αυτή μου την ηλίθια απορία τους φίλους καλλιτέχνες, είναι το πώς γίνεται κάποιος να ΓΟΥΣΤΑΡΕΙ να δουλεύει τόσο πολύ ΟΛΟ ΤΟ ΧΡΟΝΟ! Ξέρω πολύ κόσμο που βαράει δωδεκάωρα, όχι βέβαια οικειοθελώς, αλλά ταυτόχρονα βαράει και οχτακόσιες χριστοπαναγίες την ημέρα επί τούτου και τα νεύρα του δεν είναι καθόλου μα καθόλου καλά. Ξέρω και κόσμο που κάθε μέρα ξυπνάει με δέκατα εξαιτίας της υπερκόπωσης. Ξέρω κόσμο που ο μοναδικός λόγος για τον οποίο παλεύει να μπει στο δημόσιο δεν είναι ούτε η μονιμότητα, ούτε τα (ενδεχομένως) καλύτερα χρήματα, ούτε οι άδειες, αλλά το πολυπόθητο οκτάωρο. Ξέρω κόσμο που έχοντας μια οικονομική άνεση, προσπαθεί να δουλεύει όσο το δυνατόν λιγότερο εφ’όσον τα έξτρα εισοδήματά του του επιτρέπουν να απασχολείται λίγες ώρες με πενιχρή αμοιβή. Και καλά κάνει.

Ξέρω όμως και κόσμο, λίγους βέβαια, που ΠΟΡΩΝΟΝΤΑΙ με τη δουλειά, που ΤΡΕΛΑΙΝΟΝΤΑΙ αν έχουν ένα απόγευμα ελέυθερο, που ΣΙΧΑΙΝΟΝΤΑΙ το Σαββατοκύριακο γιατί νιώθουν έξω απ’τα νερά τους, χωρίς κατ’ανάγκη τα δωδεκάωρα και βάλε εργασίας να αμείβονται με εξ’ίσου ικανοποιητικά χρήματα. Και θέλω να μου εξηγήσεις αγαπητέ αναγνώστη, ΠΩΣ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ γίνεται αυτό??? Δεν κουράζονται? Δε θέλουν να πάμε μια βόλτα στα μαγαζιά? Πότε μαγειρεύουν και πότε καθαρίζουν το σπίτι τους? Πότε πηγαίνουν σούπερ-μάρκετ? Πότε πλένουν και πότε σιδερώνουν? Αποκλείεται να είναι όλοι απο’κείνους τους σιχαμένους κωλόφαρδους που με τρεις ώρες ύπνο την ημέρα είναι πάντα φρέσκιοι και ορεξάτοι να ριχτούν στη δουλειά! Γιατί δεν είναι πτώματα? Γιατί δεν αγανακτούν? Γιατί δε νιώθουν την ανάγκη να κάνουν κάτι άλλο?

Εννοείται πως εγώ δεν είμαι τίποτα απ’όλα αυτά. Τα χειμωνιάτικα βρίσκονται ακόμη στη θεσούλα τους και τα καλοκαιρινά σε σακούλες από τις οποίες βουτάω ότι βρώ μπροστά μου. Αν ένας μπάτσος έβλεπε τυχαία το δωμάτιό μου αμέσως θα έψαχνε για αποτυπώματα του δράστη του μακελειού. ΠΛΗΡΩΣΑ γυναίκα για να σιδερώσει τα καλοκαιρινά που λέγαμε κι δε ντρέπομαι καθόλου. ΠΛΗΡΩΣΑ και κομμώτρια να έρθει Κυριακή βράδυ στο σπίτι μετά τη δουλειά και να μπογιατίσει το φουντωτό χάος που θα μ’έστελνε πιθανότατα στο θάνατο όταν θα μ’έπαιρνε ο ύπνος στη μπανιέρα περιμένοντας να πιάσει η βαφή και βουλιάζοντας αργά-αργά στο αφρόλουτρο. Νομίζω πως έχω πάθει υπερκόπωση και πως αν δεν ήξερα πως σε μερικές μέρες τελειώνουν όλα θα τα είχα παρατήσει και θα πήγαινα στο χωριό μου να παντρευτώ τον πιστό συγχωριανό και να πήζω τυρί με μεγάλη ευχαρίστηση ένα πενταωράκι την ημέρα.

«Δεν έχω πάντα τόση δουλειά», μου ομολογεί η Μ. «Απλώς βαριέμαι να πάω σπίτι. Τι να κάνω μόνη μου? Τρώω στο γραφείο, σερφάρω όταν τελειώσει η δουλειά, μιλάω με τους υπόλοιπους, μια χαρά!»
( Α χα! Άρα, δεν είναι όλοι υποχρεωμένοι να μένουν μέχρι τόσο αργά…)
«Ξέρεις τι γίνεται σπίτι με τα μωρά να σκούζουν και τη μάνα μου με την πεθερά μου μόνιμες??? Της πουτάνας! Γραφείο και πάλι γραφείο!»
(Α χα number two!)
«Απολύσανε έναν και προσφέρθηκα ν’αναλάβω εγώ τη δουλειά του! Δε με νοιάζει και να μην πληρώνομαι υπερωρίες, έ, αντί για τις 7 θα φεύγω κατά τις 10 το βράδυ! Θα κάνω και καλή εντύπωση!»
(Από κάτι τέτοιους παπάρες σαν κι εσένα χάλασε η πιάτσα I think…)
«Αν βλέπουν πως είμαι παραγωγικός και δεν έχω προσωπική ζωή αφού κάθομαι μέχρι και τις 12 το βράδυ δε μπορεί, κάποτε μπορεί να μου προτείνουν να γίνω συνέταιρος! Το κακό είναι πως ο μισθός μου δε φτάνει για δάνειο…»
(Και το μυαλό σου δε φτάνει την τρίχρονη ανηψιά μου επίσης…)

Ιδού λοιπόν. Δύο κατηγορίες. Οι μεν κοντεύουν να ψοφήσουν η ν’αρχίσουν τις κόκκες για ν’αντέξουν, οι δε γουστάρουν. Οι μεν ονειρεύονται τη μέρα που θα δουλέψουν οχτάωρο, οι δε τη μέρα που οι τζάμπα κόποι τους θ’ανταμειφθούν. Οι μεν ονειρεύονται σκασιαρχείο μία καθημερινή και φραπεδάκι στον ήλιο, οι δε φρικάρουν και μόνο στην ιδέα πως θ’αφιερώσουν χαμένη ώρα σε κάτι που δεν έχει σχέση με την «καριέρα» τους.

Όσο για μένα? Δηλώνω υπεύθυνα πως αν κάποτε αναγκαστώ , κάτι που φαίνεται πολύ πιθανόν, να δουλεύω δεκαπέντε ώρες την ημέρα για λεφτά της πλάκας, θα μπω στην παρανομία χωρίς καμία τύψη. Θα πουλάω ναρκωτικά, θα γίνω βίζιτα, δεν ξέρω τι άλλο, αλλά τα νεύρα μου κάπου θα ξεσπάσουν. Πιθανόν ν’αρχίσω κι εγώ ν’απαγάγω κυρίους. Σαν αυτόν της φωτογραφίας. Κάτι σαν τους εργοδότες της πρώτης ομάδας φίλων. Το πιο λογικό βέβαια, πράγμα που αποτελεί και τ’όνειρο ζωής μου, είναι να γίνω κάποια σαν τους εργοδότες της δεύτερης ομάδας φίλων. Να εκμεταλλεύομαι κορόιδα που γουστάρουν τη σκλαβιά. Τι ευτυχία! Και αυτοί θα κάνουν το χόμπι τους και εγώ θα τα’κονομάω! Γιατί με τη μεριά τους μάλλον δε θα συνταχτώ ποτέ…

http://topatsiouri.blogspot.com/2008/06/kommatia.html

Σχόλια

Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Πες τα! Κι'εγώ δεν τους μπορώ άλλο! Μακάρι να χωθώ σε κανένα δημόσιο και να αράζω!